Ποιους και γιατί ενοχλεί το νομοσχέδιο για τα ΑΕΙ;

on .

Η μεταρρύθμιση στο εκπαιδευτικό σύστημα μιας χώρας είναι η σημαντικότερη προϋπόθεση για να μη βρεθεί στην οπισθοφυλακή των αναπτυγμένων κρατών με ό,τι αυτό σημαίνει στο σύγχρονο κόσμο. Τα πράγματα μεταβάλλονται τόσο γρήγορα που δε μπορείς να μένεις προσηλωμένος σε προγράμματα και σε στόχους ούτε καν προηγούμενης πενταετίας. Τούτο επιβεβαιώνεται σήμερα από χώρες που προσαρμόστηκαν νωρίς στα νέα δεδομένα και κατάφεραν να εξελίσσονται και να συμμετέχουν ισότιμα στον διεθνή ανταγωνισμό ανεξάρτητα από το μέγεθός τους.
Η πατρίδα μας παρουσιάζει σοβαρές παθογένειες, ιδιαίτερα στα Πανεπιστήμια και έτσι χάνει χρόνο και έχει κόστος στην εξυπηρέτηση βασικών στόχων της κοινωνίας συνολικά, αλλά και των πολιτών ατομικά. Εδώ και χρόνια, όλα τα κόμματα ομιλούν για μεταρρυθμίσεις στα Πανεπιστήμια και όλα μένουν στάσιμα. Και κάποιες φορές που επιχείρησαν τα τελευταία είκοσι χρόνια κυβερνήσεις να αλλάξουν τα πράγματα και να ανοίξουν καινούριους δρόμους στάθηκε εμπόδιο η εκάστοτε αντιπολίτευση και ένα μέρος της κοινωνίας. Θυμίζω τον Νόμο της Α. Διαμαντοπούλου που ήταν μια πραγματική μεταρρύθμιση και που είχε ψηφιστεί από μεγάλη πλειοψηφία της Βουλής. Και όμως η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ ακύρωσε τον νόμο και επανέφερε το ίδιο καθεστώς. Ήταν μια πρακτική που έβλαψε το ακαδημαϊκό περιβάλλον και παγίωσε νοοτροπίες οπισθοδρομικές.
Δυστυχώς αυτήν την περίοδο ξαναβλέπουμε την ίδια συμπεριφορά και τον ίδιο τρόπο σκέψης στην Αξιωματική Αντιπολίτευση και σε κάποιες άλλες μικρές ομάδες της Αριστεράς. Η Υπουργός Παιδείας κατάθεσε ένα νέο Νομοσχέδιο για μερικά σοβαρά προβλήματα του Πανεπιστημίου. Συγκεκριμένα, προτείνει να συσταθεί Ομάδα Προστασίας των Πανεπιστημίων, να μπαίνει βάση εισαγωγής σε μαθήματα από το Πανεπιστήμιο και συντελεστής βαρύτητας ο οποίος να τίθεται πάλι από το Πανεπιστήμιο. Επίσης προβλέπει την κατάργηση των αιωνίων φοιτητών.
Κατ’ αρχήν θεωρώ ότι δεν πρόκειται για ζητήματα που θα μεταρρυθμίσουν ριζικά τα Πανεπιστήμια, καθότι δεν τίθενται προς εφαρμογή αλλαγές ούτε στη φιλοσοφία, ούτε στα προγράμματα γενικά σπουδών. Το Νομοσχέδιο προσπαθεί να λύσει προβλήματα τα οποία δεν υπάρχουν σε κανένα Πανεπιστήμιο του κόσμου και ουδείς στο εξωτερικό φαντάζεται ότι στην Ελλάδα συμβαίνουν ακόμα αυτά τα παράδοξα και επικίνδυνα φαινόμενα. Δηλαδή η Ελλάδα είναι «πρωτοπόρος» σε πρακτικές που δυσφημούν το Ελληνικό Πανεπιστήμιο και ίσως λειτουργούν και αποτρεπτικά για την προσέλευση φοιτητών και επενδύσεων από ξένα κράτη.
Μόνο με τη βοήθεια της λογικής καταλαβαίνουμε ότι τα κίνητρα των αντιδρώντων δεν έχουν καμία σχέση ούτε με τη δημοκρατία ούτε με τις γνώσεις. Γιατί ποιος Έλληνας νοήμων επιδοκιμάζει τα όσα εδώ και χρόνια συμβαίνουν στα Πανεπιστήμιά μας; Είναι δυνατόν φοιτητές να ευτελίζουν Πρυτάνεις, να χτίζουν γραφεία, να καταλαμβάνουν κτίρια και να μετατρέπουν εργαστήρια σε χώρους ανομίας και βίας; Είναι δυνατόν να μη μπορεί ποτέ να γίνει ένα συνέδριο πανεπιστημιακό ή πολιτικό σε χώρο Πανεπιστημίου επειδή μια μικρή μειοψηφία διαφωνεί; Ως τώρα είδαμε ποτέ να υπάρχει σοβαρός διάλογος στα Πανεπιστήμια, όπου υποτίθεται ότι υπάρχει το άσυλο των ιδεών; Και εν τέλει πώς δικαιολογείται το Πανεπιστήμιο να έχει χαρακτήρα αυτόνομης περιοχής, όπου το κράτος να μην έχει το δικαίωμα να ελέγχει την παρανομία, να προστατεύει τον διάλογο και τα δικαιώματα των φοιτητών;
Με μια επίσκεψή του ο καθένας μας σε Πανεπιστήμιο του εξωτερικού, ακόμα και της Αφρικής, θα νιώσει ενοχές για την κατάσταση που για τόσα χρόνια επιτρέπουμε στα δικά μας Πανεπιστήμια.
Ερμηνεύοντας όλη αυτήν την κατάσταση πιστεύω ότι ξεκίνησε αρχικά ως δημοκρατική αντίδραση στη Χούντα και στη συνέχεια χρησιμοποιήθηκε ως εργαλείο από πολιτικές δυνάμεις που δεν είχαν σημαντική επιρροή στην κοινωνία. Το πρόβλημα παραμένει ως τα σήμερα και είναι σοβαρό και λίαν επικίνδυνο. Η λεγόμενη «Αριστερά» του ΣΥΡΙΖΑ δε θέλει καμιά αλλαγή για να μπορεί να ψαρεύει σε θολά νερά. Αυτή η διάλυση και η αναρχία βολεύει τους λαϊκιστές πολιτικούς, οι οποίοι και πατρονάρουν ομάδες αναρχοαυτόνομες.
Γι’ αυτό και θεωρώ ότι η ψήφιση του Νομοσχεδίου είναι μια αναγκαιότητα και μονόδρομος ώστε να μπορέσουν τα Πανεπιστήμιά μας να ανταποκριθούν ακόμη καλύτερα στις προκλήσεις του μέλλοντος. Ήδη έχουμε εισέλθει σε άλλη εποχή με άλλες ανάγκες και ας αφήσουμε τον λαϊκισμό της «Αριστεράς» να βαυκαλίζεται με συνθήματα παλιάς κοπής, ανώφελα και εκτός πραγματικότητας.
Η Ελλάδα διαθέτει νεολαία ικανότατη για πρόοδο και οι Πανεπιστημιακοί καθηγητές έχουν δείξει τις δυνατότητες για πρωτοπορία των Πανεπιστημίων μας ώστε η Πατρίδα μας να συμμετέχει ισότιμα στον διεθνή ανταγωνισμό της γνώσης και της ανάπτυξης.
ΧΑΡΗΣ ΛΕΟΝΤΑΡΗΣ