Η κρίση φεύγει, η παρακμή μένει…

on .

Δοκιμαστήκαμε πολύ τα δέκα τελευταία χρόνια και ως χώρα και ως άτομα. Αυτή η εμπειρία έχει δημιουργήσει στον καθένα συγκεκριμένη σκέψη για το αν η Ελλάδα μπορεί να βρεθεί σε κατάσταση που να προσφέρει στον Έλληνα συνθήκες ευημερίας και γενικότερα αισιοδοξίας. Βεβαίως ως λαός διακρινόμαστε περισσότερο από συναίσθημα και λιγότερο από λογική. Γι’ αυτό δυσκολευόμαστε να απελευθερωθούμε από σύνδρομα απογοήτευσης και να είμαστε βέβαιοι ότι διαμορφώνονται οι όροι για μια σταθερά θετική πορεία στους δείκτες της οικονομίας. Ευτυχώς όλα τα δεδομένα ύστερα από την εκλογή της νέας κυβέρνησης δείχνουν ότι η οικονομική κρίση με τα μνημόνια και τις επιτηρήσεις τελειώνει και σιγά – σιγά επανέρχεται η οικονομία σε ρυθμούς ανάπτυξης. Γιατί είναι φανερό ότι σήμερα υπάρχει σχέδιο για την ανασυγκρότηση της οικονομίας και διαμορφώνονται συνθήκες αξιοπιστίας στο εξωτερικό για ευνοϊκό δανεισμό, για επενδύσεις και γενικά για στήριξη της εθνικής μας προσπάθειας.
Επομένως όλα δείχνουν ότι η Ελλάδα με μεγάλη και αδικαιολόγητη καθυστέρηση θα βρεθεί σύντομα ανάμεσα στις χώρες της Ενωμένης Ευρώπης, όπως η συγκυρία απαιτεί και όπως αρμόζει σε μια χώρα που αγωνίστηκε για να γίνει μέλος της Ε.Ε.
Τίθεται όμως το καίριο ερώτημα σε πολλούς σκεφτόμενους πατριώτες αν αρκεί η επαναφορά της οικονομίας στα προ κρίσης επίπεδα ώστε ο Έλληνας να αισθάνεται απόλυτα βέβαιος για το μέλλον μας. Η απάντηση δε μπορεί να είναι μονολεκτική, γιατί η Ελλάδα από χρόνια βρίσκεται σε μια βαθειά πολιτισμική κρίση με χαρακτηριστικά μόνιμης παρακμής.
Για παρακμή ομιλούν πολλοί σύγχρονοι στοχαστές και διανοούμενοι, όπως και συμπολίτες που διαθέτουν ιστορική κατάρτιση και πολιτική κουλτούρα. Σε πολιτικό πρώτα επίπεδο έχουμε ένα κράτος υπερτροφικό και μια δημόσια διοίκηση κομματικοποιημένη και αναποτελεσματική. Αλλά και η πολιτική έχει εμπλακεί σε πελατειακή σχέση ανάμεσα στους πολιτικούς και σε μεγάλη κοινωνική μάζα. Ακόμη βλέπουμε κοινοβουλευτικοί θεσμοί, που εδραιώθηκαν με μεγάλους αγώνες, να μη γίνονται σεβαστοί είτε από πολιτικούς είτε από πολίτες. Θυμηθείτε τους «αγανακτισμένους» και παρακολουθείστε συμπεριφορές Πολάκη, Τζανακόπουλου και άλλων.
Εύστοχα αξιολογεί αυτή την παρακμή ο Στ. Ράμφος, επισημαίνοντας: «Έτσι ο βυζαντινός εγκλωβισμός του συναισθήματος εξηγεί και διαιωνίζει τις παθογένειες της εθνικής μας ζωής: ανασφάλεια, αμυντική προσκόλληση στο παρελθόν, διχαστικός ομαδισμός, συλλογικά συναισθηματικά ξεσπάσματα, κοινωνική ανευθυνότητα, αντιπαλότητα δημόσιου – ιδιωτικού, αλλεργία στην καινοτομία».
Κύρια αιτία, κατά τη γνώμη μου, της γενικής παρακμής είναι το γεγονός ότι οι συμπεριφορές και οι αξίες του Έλληνα εξακολουθούν να καθορίζονται από το στενό οικογενειακό, τοπικιστικό και συντεχνιακό ορίζοντα. Και είναι ολοφάνερο ότι το «εγώ» μας καθορίζει τη δράση και τις επιλογές μας χωρίς να μπορούμε να το συνδυάσουμε δημιουργικά με το «εμείς» και με το δημόσιο συμφέρον. Δηλαδή ακολουθούμε νοοτροπίες και συμπεριφορές του παρελθόντος για να αντιμετωπίζουμε το παρόν και το μέλλον!
Επομένως ζούμε ως λαός μια σοβαρή αντίφαση: Ενώ στον σύγχρονο κόσμο το άτομο ενεργεί ως «εκρηκτικός μηχανισμός», εδώ σε εμάς είναι «ο πυρήνας του ελληνικού προβλήματος». Και αν σκεφτούμε τα σοβαρά προβλήματα που σήμερα απειλούν την Ελλάδα, όπως ο τούρκικος επεκτατισμός, το προσφυγικό και το δημογραφικό, τότε αντιλαμβανόμαστε ότι χρειάζεται επειγόντως να αλλάξουμε και να αρχίσουμε να σκεφτόμαστε διαφορετικά.
Γι’ αυτό χρειάζεται να «κόψουμε δρόμο» και να εκσυγχρονίσουμε νοοτροπίες και συμπεριφορές. και το κλειδί για τη νέα πορεία είναι να αποδεχτούμε ότι δε φτάνει ν’ απαλλαγούμε από τα μνημόνια, αλλά να αντισταθούμε στις παρωχημένες αντιλήψεις και σε ιδεοληψίες επιζήμιες.
ΧΑΡΗΣ ΛΕΟΝΤΑΡΗΣ