Πότε απαγορεύονται οι… απαγορεύσεις;

on .

Ανήκω σε εκείνη τη γενιά που πρόλαβε τις πινακίδες με τα «Απαγορεύεται το καπνίζειν», «Απαγορεύεται το πτύειν» και το «Μην υβρίζετε τα Θεία», σε λεωφορεία, καφενεία και δημόσιους χώρους.
Μικρός σε ηλικία, μόνο αυτό το «Απαγορεύεται το καπνίζειν» στα λεωφορεία του ΚΤΕΛ μου προκαλούσε εντύπωση. Όχι γιατί υπήρχε, αλλά γιατί δεν εφαρμοζόταν. Όχι πως γνώριζα τις αρνητικές επιπτώσεις του καπνίσματος, αλλά γιατί στο λεωφορείο του ΚΤΕΛ βρισκόμουν σχεδόν αποκλειστικά και μόνο,

όταν οι γονείς μας κατέβαζαν στην πόλη για να μας πάνε στο γιατρό. Με 40 πυρετό και το λαιμό κλειστό από αμυγδαλίτιδα, το μόνο που ήθελα ήταν να ξεράσω.
Σε λίγα χρόνια, εκεί περίπου στο τέλος της δεκαετίας του 70, τα μικρά χελωνοειδή λεωφορεία της γραμμής αντικαταστάθηκαν με καινούργια «Ευρωπαϊκά», οι πινακίδες εξαφανίσθηκαν, μαζί και το κάπνισμα μέσα σε αυτά. Στο μεταξύ, οι εν λόγω πινακίδες εξακολουθούσαν να υπάρχουν, λιγδιασμένες και ρυπαρές σε καφενεία, παντοπωλεία και άλλους δημόσιους χώρους.
Σταδιακά άρχισαν και αυτές να αποκαθηλώνονται, ενώ εμείς, περνώντας στην εφηβεία, αρχίσαμε να καπνίζουμε, να φτύνουμε και να βρίζουμε. Το κάπνισμα μας καθιστούσε άντρες, το φτύσιμο μάγκες και το βρίσιμο, ιδιαιτέρως των Θείων, μας καθιστούσε επαναστάτες ενάντια στις παραδοσιακές, ξεπερασμένες, αρτηριοσκληρωτικές, παραδεδεγμένες θρησκευτικές αρχές και αξίες.
Τώρα που μεγάλωσα, συνεχίζω να καπνίζω, παρόλο που ξέρω ότι έχω πολλές πιθανότητες να το μετανιώσω πικρά, όχι όμως μέσα σε λεωφορεία, συνεχίζω να φτύνω, όταν βρίσκομαι στο βουνό, όχι όμως στο πάτωμα της καφετέριας, και συνεχίζω να βρίζω, όχι όμως τα Θεία.
Η συντηρητικοποίηση έρχεται συχνά με το γήρας, θα μπορούσε να πει κανείς. Εγώ προτιμώ να το ονομάζω γνώση ή ωριμότητα. Σε κάθε περίπτωση, έτσι με βολεύει. Και έτσι με βολεύει, γιατί τώρα μπορώ να δω και άλλες πτυχές της ιστορίας που τότε δεν ήθελα να τις δω, ή δεν μπορούσα να τις δω.
Προσέξτε, τις τρείς εντολές - απαγορεύσεις. Οι δύο πρώτες ξεκινούν με «Απαγορεύεται». Το «Απαγορεύεται» παραπέμπει σε νόμο και κατ’ επέκταση σε ποινή. Η τρίτη εντολή ξεκινάει με «Μην». Το «Μην» είναι προτροπή. Είναι εντολή μεν, αλλά πρόκειται για προτροπή. Τώρα καταλαβαίνω πως δεν μπορούσε να είναι αλλιώς. Tο να καπνίζεις κάνει κακό σε σένα, αλλά και στους άλλους. Το να φτύνεις κάνει κακό στους άλλους, εσύ απλώς θα χαρακτηρισθείς ως ανάγωγος, στα πλαίσια βέβαια μιας συγκεκριμένης πολιτιστικής παράδοσης. Το να βρίζεις τα Θεία, κάνει κακό ΜΟΝΟ σε εσένα και μάλιστα στη μέλλουσα ζωή. Πώς να σου απαγορεύσω κάτι που κάνει κακό μόνο σε σένα; Ο ανθρώπινος νόμος, ο νόμος του Κράτους, περιορίζει την ελευθερία σου μόνο σε σχέση με τα δικαιώματα των άλλων. Κατά τα άλλα, στην περίπτωση που εσύ θέλεις να χρησιμοποιήσεις την ελευθερία σου εναντίον του εαυτού σου, είσαι πλήρως… ελεύθερος. Σου υπενθυμίζω βέβαια πως πρέπει να προσέχεις. Και αυτό το κάνω με ένα «Μην».
Ακόμη και αυτή η Ελλάδα των απαγορεύσεων, του πούρου αντικομμουνισμού, των παρεκκλησιαστικών οργανώσεων και του εισαγόμενου ευσεβισμού φαίνεται ότι αυτό το γνώριζε ή δεν μπορούσε να το αποκρύψει. Ανατρέξτε σε όλες τις αφίσες της εποχής, παντού υπάρχουν παραινέσεις για το τι κακό θα πάθεις στη μέλλουσα ζωή και όχι για το κακό ή την προσβολή που μπορεί να προκαλέσεις στους άλλους. Και πάντα, όλες ξεκινάνε με το «Μην». Και αυτό γιατί η Εκκλησία και αυτοί που θεωρούν πως είναι μέλη της, είτε πεφωτισμένα, είτε ψευτοευσεβείς, γνωρίζει/ουν κάτι τις από το Ευαγγέλιο.
«Πάσα αμαρτία και βλασφημία θέλει συγχωρηθή εις τους ανθρώπους, η κατά του Πνεύματος όμως βλασφημία δεν θέλει συγχωρηθή εις τους ανθρώπους· και όστις είπη λόγον κατά του Υιού του ανθρώπου, θέλει συγχωρηθή εις αυτόν· όστις όμως είπη κατά του Πνεύματος του Αγίου, δεν θέλει συγχωρηθή εις αυτόν ούτε εν τούτω τω αιώνι ούτε εν τω μέλλοντι». (Ματθ. 12:31-32).
Ούτε αναλυτής των Γραφών είμαι, ούτε, πολύ περισσότερο, ουρανομήκης θεολόγος, απλώς κάποιες παρατηρήσεις κάνω. Ο Ιησούς εδώ είναι ξεκάθαρος και είναι φανερό από τα λόγια Του, γιατί το κοσμικό σύγχρονο Κράτος της απόλυτης προσωπικής ελευθερίας μπορούσε να γεννηθεί μόνο σε Χριστιανικό υπόβαθρο. Αλλά, τα λόγια του Ιησού μας υποδεικνύουν και κάτι άλλο. Ότι, οι καθ’ ημάς υβριστές της οικείας πίστης, γνωρίζουν επίσης πολύ καλά (και αυτοί) την Ορθόδοξη παράδοση. Και γνωρίζοντάς την, στο υβρεολόγιό τους δεν περιλαμβάνουν το Άγιο Πνεύμα. Σοφό; Πού ξέρεις τι γίνεται καμιά φορά! Ας κρατήσουμε και μια πισινή. Τζάμπα μάγκες, δηλαδή.
Και επειδή έτσι έχουν τα πράγματα, οι πρώτοι που θα έπρεπε να αντιδράσουν σε οποιαδήποτε ποινικοποίηση της βλασφημίας, είναι οι Εκκλησιαστικές αρχές, τονίζοντας πως η ποινικοποίηση της βλασφημίας είναι περιορισμός της Ελευθερίας του Ανθρώπου και πως ο Χριστός δεν θέλει ανθρώπους που τον επέλεξαν με το ζόρι. Το ίδιο θα έπρεπε να κάνουν και οι άλλες «ανεκτές» (sic) στην Ελλάδα θρησκείες, όπως πχ. το Ισλάμ. Τι; Όχι;
Γιατί θεωρώ πως όλες οι θρησκείες, σε ένα παγκοσμιοποιημένο κοσμικό περιβάλλον, ομνύουν (;) στην Ελευθερία του Aνθρώπινου Προσώπου. Και μια από τις εκφάνσεις αυτής της Ελευθερίας είναι και η ελευθερία να επιλέγει ο ίδιος ο Άνθρωπος, εάν θα καεί ή όχι στην κόλαση μετά τον θάνατό του. Ο οποίος θάνατος δεν αργεί, 5, 10, 100 χρόνια ακόμη (γι’ αυτούς που πιστεύουν στις ευχές των γενεθλίων), όλοι θα ξέρουμε. Ή θα χαθούμε για πάντα στην Ανυπαρξία. Σε αυτή την περίπτωση, όπως λεν και οι φίλοι μας οι Αγγλοαμερικάνοι, who cares;