Φιλελληνισμός – Λόρδος Βύρων

on .

Όταν άρχισε η Ελληνική Επανάσταση, στην Ευρώπη κυριαρχούσε η λεγόμενη «Ιερά Συμμαχία». Δηλαδή, οι μεγάλες δυνάμεις της Ευρώπης στις 26 Σεπτεμβρίου 1815 υπόγραψαν μία συμμαχία που ονόμασαν Ιερά γιατί είχε, δήθεν, ως γνώμονα «τις αρχές της αγίας χριστιανικής θρησκείας».

Στην πραγματικότητα όμως στόχος ήταν να χτυπήσουν κάθε φιλελεύθερη κίνηση στην Ευρώπη. Επομένως, όταν άρχισε η Ελληνική Επανάσταση είχε να αντιμετωπίσει έναν επικίνδυνο εχθρό. Την πολιτική της Ιερής Συμμαχίας

κατηύθυνε ο διαβόητος Μέττερνιχ. Σχέδιό του ήταν να σβήσει η Ελληνική Επανάσταση και να μη δημιουργηθεί Ελληνικό Κράτος.
Γεννάται το ερώτημα, γιατί δεν έστειλε στρατεύματα η Ι. Συμμαχία να χτυπήσει την Επανάσταση; Εδώ πρόσφερε μεγάλη βοήθεια ο υπουργός Εξωτερικών της Ρωσίας Ιω. Καποδίστριας, ο οποίος τους είπε: Στην Ελλάδα εκδηλώθηκαν δεκάδες κινήματα, τα οποία αντιμετώπισε εύκολα η Οθωμανική αυτοκρατορία, έτσι και τώρα η Τουρκία θα πνίξει την επανάσταση. Έτσι γλύτωσε η Ελληνική Επανάσταση από μια επέμβαση του Μέττερνιχ…
**
Εάν όμως οι Κυβερνήσεις των ευρωπαϊκών δυνάμεων ήταν δεμένες στο άρμα της Ιεράς Συμμαχίας, οι λαοί και οι πνευματικοί άνθρωποι έβλεπαν με συμπάθεια τον Ελληνικό Αγώνα. Ο Αγώνας αυτός ήταν πρώτα απ’ όλα πάλη χριστιανικού λαού κατά βαρβάρου μωαμεθανικού. Έτσι τον έβλεπαν. Έπειτα, η Αναγέννηση και η μελέτη της αρχαιότητας είχαν δημιουργήσει στην Ευρώπη πλούσιο κεφάλαιο συμπάθειας προς την Ελλάδα και προς κάθε τι ελληνικό.
Τα ελληνικά ονόματα, οι γνωστές και προσφιλείς από την αρχαιότητα τοποθεσίες (Μαραθώνας, Θερμοπύλες, κλπ.), είναι τοπωνυμίες που αφύπνιζαν επαγωγούς παραστάσεις στη φαντασία των λαών και κέρδιζαν τις ψυχές τους για την αγάπη προς την Ελλάδα. Έτσι, φιλελεύθεροι και συντηρητικοί συναντώνταν στο ίδιο σημείο: στην αγάπη προς την Ελλάδα και τους Έλληνες. Οι μεν φιλελεύθεροι, γιατί αποστρέφονταν τις μεθόδους των απολυταρχικών κυβερνήσεων, οι δε συντηρητικοί, διότι αγαπούσαν τον αρχαίο Ελληνικό Πολιτισμό.
Σχηματίστηκε λοιπόν στην Ευρώπη ισχυρό ρεύμα υπέρ των Ελλήνων. Ο τύπος δημοσίευε φλογερά άρθρα υπέρ των μαχομένων, ποιητές δε και καλλιτέχνες εμπνεύστηκαν από τα θρυλούμενα κατορθώματά τους και έτσι δημιουργήθηκε μεγάλη φιλελληνική λογοτεχνίας. Ο νεαρός τότε Γάλλος Βίκτωρ Ουγκώ δημιούργησε αριστουργηματικά τεμάχια έντεχνου λόγου για τους Έλληνες αγωνιστές, τα οποία περιλήφτηκαν στη συλλογή «Orientales».
Επίσης, στη Γερμανία υπήρξε εμπνευσμένος υμνητής του αγώνα ο Φρειδερίκο Μύλλερ που ονομάστηκε Έλληνας Μύλλερ. Ο Βασιλιάς της Βαυαρίας Λουδοβίκος έγραψε ποιήματα υπέρ των Ελλήνων με τα οποία καυτηριάζει την αναλγησία των ευρωπαϊκών κυβερνήσεων. Ο Γάλλος Ζωγράφος Ντελακρουά με υπέροχους πίνακες παρουσίασε συγκλονιστικές σκηνές από τις σφαγές της Χίου.
Με πολύ ενδιαφέρον υποστήριξαν τους Έλληνες οι ασχολούμενοι με τη μελέτη των ελληνικών πραγμάτων.
Η Κίνηση όλων αυτών ονομάστηκε Φιλελληνισμός και χρησίμευσε ως στήριγμα του Αγώνα, υλικό και ηθικό. Σε πολλά μέρη της Ευρώπης ιδρύθηκαν φιλελληνικοί σύλλογοι, γίνονταν έρανοι και αγοράζονταν πολεμοφόδια. Πολλοί δε Ευρωπαίοι ήλθαν να υπηρετήσουν τον Αγώνα και θυσίασαν τη ζωή τους υπέρ της Ελλάδας.
Στο Παρίσι ο Φιλελληνισμός είχε γίνει η κυρία ηθική κοινωνική εκδήλωση. Εκεί ιδρύθηκε το φιλελληνικό κομιτάτο της γαλλικής πρωτεύουσας με πρωτεργάτη τον μεγάλο φιλέλληνα Ρενέ Σατωμπριάν και ακολούθησε ο σχηματισμός φιλελληνικών συλλόγων στις μεγαλύτερες πόλεις της Γαλλίας και μάλιστα της Νότιας Γαλλίας. Ανάλογο κομιτάτο ιδρύθηκε και στο Λονδίνο.
Κατά το τέλος του 1823 ήλθε στην Ελλάδα ο λόρδος Βύρων. Στη δόξα του Ελληνικού Αγώνα προστέθηκε λαμπρή δάφνη. Υπέροχη ευρωπαϊκή προσωπικότητα, ποιητής με παγκόσμια αναγνώριση, φλέγονταν από το θερμότερο φιλελληνικό αίσθημα και ήλθε στην Ελλάδα για να αγωνιστεί για την ελευθερία των Ελλήνων. Είναι ο Άγγλος λόρδος Γεώργιος Γκόρντον Νόελ Μπάιρον.
Στις αρχές του 19ου αιώνα ήλθε στην Ελλάδα. Μάλιστα ήλθε και στην Ήπειρο και γνώρισε τον Αλή Πασά στα Γιάννενα. Επισκέφτηκε πολλά μέρη της Ελλάδας. Η μόρφωσή του και το πνεύμα του τον βοήθησαν να εισδύσει στην ψυχή του ελληνικού λαού, ο οποίος ζούσε στη δουλειά. Η λατρεία του προς τα ιδεώδη του κλασικισμού (του αρχαίου ελληνικού πολιτισμού) τον έκανε να προσέξει εκείνους που έβλεπε ως απογόνους των δημιουργών του αρχαίου ελληνικού πολιτισμού, τους οποίους θαύμαζε από τότε που σπούδαζε στο Κολλέγιο του Ήτον, έβλεπε τους Έλληνες όπως ήταν το 1812. Στην Αθήνα μίλησε οργισμένος σε ένα νεαρό Έλληνα που δεν έδειξε διάθεση να αμυνθεί, όταν τον κατεξευτέλισε ένας Τούρκος.
Έβλεπε τον ελληνικό λαό ικανό να παίξει και πάλι το ρόλο του στην ιστορία της ανθρωπότητας. Από πολύ νωρίς είχε τη φήμη μεγάλου ποιητή. Η ανήσυχη φύση του και η παρεξήγηση των έργων του τον ανάγκασαν να απομακρυνθεί από την πατρίδα του και να ταξιδεύει σε διάφορες χώρες.
Κατά τους χρόνους της επανάστασης βρισκόταν στην Ιταλία, όπου έζησε ημέρες περιπετειών. Ο Ελληνικός αγώνας είχε ισχυρή επιρροή στη φαντασία του. Πριν από δώδεκα χρόνια είχε γράψει την «Κατάρα της Αθηνάς», με αυτό το έργο του επιτέθηκε κατά του Έλγιν, ο οποίος εσύλησε τα γλυπτά του Παρθενώνα. Σε άλλα έργα του ύμνησε την ελληνική γη. Με προθυμία δέχτηκε την εντολή, την οποία του ανέθεσε ο φιλελληνικός σύλλογος του Λονδίνου, να πάει στην Ελλάδα ως αντιπρόσωπός του.
Έτσι, ο Μπάιρον (Βύρων) άρχισε να ετοιμάζεται μαζί με την ακολουθία του για το ταξίδι στην Ελλάδα. Τα εφόδια που παρέλαβε για την Ελλάδα ήταν κυρίως αρκετή ποσότητα όπλων με τα πυρομαχικά τους, πολλά κιβώτια φαρμάκων που επαρκούσαν για τη θεραπεία χιλίων ατόμων για ένα χρόνο. Τα φόρτωσαν στο πλοίο «Ηρακλής» του πλοιάρχου Σκοτ.
Επιβιβάστηκαν στο πλοίο στο λιμάνι της Γένοβας με προορισμό την Κεφαλονιά. Έφθασαν εκεί στις 23 Ιουλίου 1823. Εκεί ήλθε λίγο αργότερα και ο Στάνχοπ, ως αντιπρόσωπος του φιλελληνικού κομιτάτου του Λονδίνου. Σκοπός του ήταν μεταξύ των άλλων να υποβοηθήσει την ίδρυση ελεύθερου Τύπου. Αυτό το κατόρθωσε εν μέρει, αφού πέτυχε με τις ενέργειές του τη δωρεά των απαιτουμένων πιεστηρίων και την καταβολή εξόδων για να εκδοθεί στο Μεσολόγγι η εφημερίδα «Ελληνικά Χρονικά» μέχρι τον Απρίλιο 1826 (έξοδος). Στην Αθήνα δε η «Εφημερίς των Αθηνών» 1824-1826.
Στο μεταξύ, ο Λόρδος Βύρων ευρισκόμενος στην Κεφαλληνία, με πολλή λύπη πληροφορήθηκε για τη διχόνοια που άρχισε να εκδηλώνεται μεταξύ των ηγετών της επανάστασης. Από την Κεφαλληνία έστειλε επιστολή στην Ελληνική Κυβέρνηση στην οποία έγραφε: «Δεν ημπορώ να φαντασθώ άλλην δυστυχίαν φοβερωτέραν διά την Ελλάδα από αυτήν. Εάν ευταξία και ένωσις δεν στερεωθή, όλαι αι περί δανείου ελπίδες θέλουν ματαιωθή και όλαι αι βοήθειαι, τας οποίας ημπορούσεν η Ελλάς να ελπίση από τους αλλογενείς και αι οποίαι τω όντι δεν ήθελον είσθαι ολίγαι ούτε ευκαταφρόνητοι, θέλουν αναβληθή και ίσως θέλουσι εμποδισθή διόλου. Το δε χειρότερον είναι ότι αι Μεγάλαι Δυνάμεις της Ευρώπης, από τας οποίας καμία δεν είναι εχθρά της Ελλάδος…, θέλουσι πληροφορηθή ότι οι Έλληνες δεν είναι ικανοί να διοικηθώσιν αφ’ εαυτών».
Ο Διονύσιος Σολωμός γράφει για το θέμα αυτό (στροφή 147):
Μην ειπούν στο στοχασμό τους
Τα ξένα έθνη αληθινά:
Εάν μισούνται ανάμεσά τους,
Δεν τους πρέπει ελευθεριά.
Όπως βλέπουμε, ο Βύρων φρόντιζε να αποτρέψει τη διχόνοια των Ελλήνων. Αν δεν είχε πεθάνει τόσο νωρίς, πιθανότερο είναι να μην είχαμε τον θλιβερό εμφύλιο πόλεμο που έθεσε σε μεγάλο κίνδυνο την επανάσταση…
Ο Βύρων έφθασε στο Μεσολόγγι στις 24 Δεκεμβρίου 1823. «Σε περιμέναμε, όπως περιμένουν στη φωλιά τα χελιδόνια τη μητέρα τους», φώναξαν οι Έλληνες που τον περίμεναν.
Ο μεγάλος φιλέλληνας έθεσε στη διάθεση του Μαυροκορδάτου υπό τύπον δανείου όσα χρήματα είχε φέρει μαζί του. Ανέλαβε την ηγεσία 500 Σουλιωτών, οι οποίοι μετά τον θάνατο του αρχηγού τους Μάρκου Μπότσαρη περιφέρονταν στο Μεσολόγγι χωρίς αρχηγό και προσπάθησε να συνηθίσει αυτούς στην ευρωπαϊκή πειθαρχία. Με πολύ ζήλο κατέβαλε προσπάθειες να οργανώσει τακτικό στρατό. Όμως στο μεταξύ παρουσιάστηκε σοβαρό πρόβλημα υγείας, δέχτηκε την πρώτη προσβολή της ασθένειας στις 3 Σεπτεμβρίου 1823. Το νοσηρό κλίμα του Μεσολογγίου και οι συνθήκες της ζωής επιδείνωσαν την κατάστασή του και απέθανε στις 7 Απριλίου 1824.
Ο θάνατός του θεωρήθηκε εθνικό πένθος. Οι Έλληνες δεν λησμόνησαν τον άνδρα, ο οποίος θυσίασε γι’ αυτούς τον πολύτιμο χρόνο του, τους πόρους και τέλος τη ζωή του. Ο Σπυρίδων Τρικούπης, ο ιστορικός της Επανάστασης, εκφώνησε τον επικήδειο λόγο. Ο δε Σολωμός αφιέρωσε ολόκληρο ύμνο στο θάνατό του, που αρχίζει ως εξής:
Λευτεριά για λίγο πάψε,
να χτυπάς με το σπαθί,
τώρα σίμωσε και κλάψε
εις του Μπάιρον το κορμί.