Ήθη κι έθιμα «τ’ Αντρειός»…

on .

Σίμπα Γιαννάκη τη φωτιά
να βράσουμε τα μπόλια
ταχιά χαράζει του Αντρειά
με κρύα και με χιόνια….

Παραμονή της γιορτής του Αγίου Ανδρέα ή του «Αντρειός» όπως συνηθιζόταν να λέγεται (όχι μόνο ανήμερα της γιορτής του Αγίου, αλλά έτσι αποκαλούσαν και τον μήνα Νοέμβρη). Το σκηνικό αυτό που αναφέρει το στιχάκι εκτυλίσσονταν σε όλα τα χωριά εκείνα τα χρόνια. Η προτροπή της βάβως στο εγγόνι της να ρίξει

ξύλα, (που τα έφερνε ζαλικωμένη απ’ τα γύρω βουνά η μάνα του) να δυναμώσει η φωτιά κάτω απ’ την πυροστιά, ήταν γιατί είχαν βάλει στη μεγάλη τέντζερη (κακάβι) να βράσουν όλα τα δημητριακά, καλαμπόκι, σιτάρι, βρώμη, ρεβίθια, φακές, κουκιά κ.λ.π., τα λεγόμενα «μπόλια».
Όταν τελείωνε η συγκομιδή των δημητριακών, και το ξεφλούδισμα του αραβοσίτου (καλαμποκιού) έφτανε η γιορτή του Αγίου Ανδρέα, που ο λαός μας την έλεγε τ’ Αντρειός, κι αυτό γιατί αντρείευε το κρύο, αλλά και ευχή όλων ήταν, όπως το κρύο, ν’ αντρειέψει και η σπορά της επόμενης χρονιάς, προκειμένου να εξασφαλίσουνε την τροφή τους, που δεν ήταν άλλη, από το ψωμί.
Μέλημα όλων των ανθρώπων ήταν τότε να εξασφαλίσουν το αλεύρι, δηλαδή το ψωμί της χρονιάς. Όταν ήταν λειψό έλεγαν «φέτος θα πούμε το ψωμί, ψωμάκι». Το ψωμί ήταν το κυριότερο συστατικό διατροφής τις εποχές εκείνες, όπως το αλεύρι με τις πολλές χρήσεις του.
Άλλωστε, αυτό φαίνεται και στην καθημερινή μας επίκληση στο «Πάτερ ημών» το πρώτο που ζητάμε, ακόμα και σήμερα, είναι «το δος ημίν σήμερον τον άρτον τον επιούσιον» και χίλιες άλλες εκφράσεις αποδεικνύουν γιατί το ψωμί έφτασε να υποδηλώνει την έννοια «τροφή».
Ο όρκος «Μά το ψωμάκι που τρώμε» ήταν από τους πλέον ισχυρούς. Επίσης στα μνημόσυνα για να συγχωρεθεί ο εκλιπών, προσφέρουμε σιτάρι (τα κόλλυβα) για να πουν το «Θεός σ ‘χωρέστον».
Γι’ αυτό του «Αντρειός» ήταν ξεχωριστή γιορτή. Τότε οι άνθρωποι δεν είχαν καθόλου αποφάγια να πετάξουν, αλλά κι αν είχαν, το μόνο που δεν πετούσαν ήταν το ψωμί, για αυτό ή το ’ριχναν στις κότες ή το αφήναν να το πάρουν τα «πετεινά του ουρανού». Πόσα παραδείγματα έχουμε, η νοικοκυρά που πήγαινε για κανένα ζαλίκι, ξύλα, κλαδιά, έριχνε και μια «σφήνα» ψωμί στην ποδιά. Το «χαψιά ψωμί, χούφτα δύναμ’» αποτελούσε αξίωμα.
Ότι φαγητό να ‘τρωγαν ήθελαν και μια «σφήνα» ψωμί «για μο’ ρχεται κάπως αχαμνά» ή το άλλο «για να πάρουμι του χάπ’» και τέτοια. Στη διακονιά, ψωμί «χάλευαν», ή ένα «χλιάρ’ αλεύρ’ να φκιάκουμι λίγου κουρκούτ». Ήθη κι έθιμα που στη σύγχρονη εποχή τείνουν να εκλείψουν με τις ξενόφερτες συνήθειες
Γι’ αυτό στους σκοτεινούς αυτούς καιρούς που οι κοινωνία μας έχει ανάγκη από ενίσχυση θεσμών και αναβίωση των παραδόσεων, ας αναλογιστούμε την δική μας θέση, να μου επιτραπεί και την ευθύνη απέναντι στα ήθη και έθιμα και τις αξίες, που μας κληροδότησε η εποχή εκείνη αλλά και οι απλές μορφές που την προσωποποίησαν…
Επίσης να αναφέρω ότι τα θρησκευτικά ήθη και έθιμα απαιτούν απόλυτο σεβασμό και πρέπει να τα διατηρήσουμε, γιατί αυτά κράτησαν άσβηστη την πίστη μας στα μαύρα χρόνια της τούρκικης σκλαβιάς.
Σαν Έλληνες λοιπόν οφείλουμε να διατηρήσουμε (διαφυλάξουμε) την εθνική μας φυσιογνωμία και τη θρησκευτική μας συνείδηση αναλλοίωτη, όπως παρουσιάζεται μέσα από τα ήθη και έθιμά μας.
Να μην αφελληνιστούμε, ούτε ν’ απομακρυνθούμε από τις παραδόσεις και τα ήθη και έθιμα του θυμόσοφου λαού μας. Έτσι θα διασώσουμε το λαϊκό μας πολιτισμό και την ελληνικότητά μας, μένοντας προσκολλημένοι σ’ αυτά.
Χρόνια πολλά στους εορτάζοντες.
(Μέτσοβο)