Ελληνική Επανάσταση και Ευρωπαϊκή διπλωματία…

on .

Το 2021 συμπληρώνονται 200 χρόνια από την έναρξη της Εθνικής Παλιγγενεσίας. Το 2021 είναι έτος επισήμου εορτασμού και εκδηλώσεων για τη δημιουργία του Ελληνικού Κράτους.
Ένας τέτοιος εορτασμός επιβάλλεται να εξεταστεί από όλες τις πλευρές και κυρίως το διπλωματικό πλαίσιο της εποχής. Ο Αγώνας για τη δημιουργία ενός ανεξάρτητου Ελληνικού Κράτους κατά την επανάσταση του 1821 θα κρινόταν σε δύο επίπεδα. Το ένα ήταν το στρατιωτικό και το άλλο το διπλωματικό.

Κατά την έκρηξη της Ελληνικής Επανάστασης τα πράγματα από διπλωματικής πλευράς ήταν αρνητικά. Δεν θα μπορούσε η Ιερή Συμμαχία, η οποία στρεφόταν κατά των επαναστάσεων να αποδεχθεί έναν αγώνα που θα αποτελούσε την αρχή μιας σειράς αλυσιδωτών εκρήξεων στο χώρο της Ευρώπης και όχι μόνο. Κάθε χώρα της Ιεράς Συμμαχίας επιθυμούσε την διατήρηση της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, η κάθε μία για τους δικούς της λόγους.
Η Αυστρία καταδυνάστευε ξένους λαούς, έχοντας στην κατοχή της την Ουγγαρία καθώς και ιταλικά και σλαβικά εδάφη. Η επανάσταση των Ελλήνων επομένως, αποτελούσε επικίνδυνο παράδειγμα, διότι θα μπορούσε να προκαλέσει εξεγέρσεις στους λαούς που δυνάστευε. Ο Μέττερνιχ, επίσης, ανησυχούσε για την εκμετάλλευση της ελληνικής εξέγερσης από τους Ρώσους, εφόσον αυτοί είχαν συμφέροντα στη Βαλκανική και στον ευρύτερο μεσογειακό χώρο, τον οποίο ήθελαν να εξουσιάζουν.
Και οι Γάλλοι φοβόταν τους Ρώσους. Αλλά και οι Ρώσοι δεν ήταν διατεθειμένοι να βοηθήσουν στη δημιουργία ενός ισχυρού ανεξάρτητου Ελληνικού Κράτους, παρόλο που υπήρχε προαιώνια έχθρα μεταξύ Ρώσων και Τούρκων, επειδή φοβόταν μήπως προκαλέσουν τη διάλυση της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας και έτσι προωθηθούν οι Αγγλογάλλοι στα νότια της Ρωσίας.
Και ασφαλώς, κυρίως για την Αγγλία επιβάλλονταν η διατήρηση της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, διότι η παρουσία του σουλτάνου ήταν γι’ αυτούς εγγύηση ότι τα στενά θα έμεναν κλειστά για τους Ρώσους. Ένας Άγγλος ιστορικός ο C. W. Crawley έλεγε ότι «οι Άγγλοι υπήρξαν για τρεις γενεές φιλότουρκοι, μόνο και μόνο γιατί μισούσαν τους Ρώσους».
Έτρεμαν, βέβαια, και την πιθανή αναβίωση του Γαλλικού κινδύνου (μετά το Βατερλώ), χωρίς να ξεχνούν ότι για αυτούς (τους Άγγλους) η Οθωμανική Αυτοκρατορία ήταν μία πρόσφορη, κοντινή και οικονομικώς εκμεταλλεύσιμη χώρα, ενώ μία ελεύθερη Ελλάδα θα ήταν μία ισχυρή ναυτική δύναμη, που θα ήταν επικίνδυνη για τα αγγλικά οικονομικά συμφέροντα (Γι’ αυτό και έκανε ό,τι μπορούσε ώστε το Ελληνικό κράτος να περιλαμβάνει μόνο την Πελοπόννησο).
Για όλους αυτούς τους λόγους δεν επιθυμούσε η Ιερά Συμμαχία τον Ελληνικό αγώνα. Όταν ξέσπασε η Ελληνική Επανάσταση, οι ηγέτες της Ιεράς Συμμαχίας συνεδρίαζαν στο Λάιμπαχ (σημερινή Λουμπλιάνα της Σλοβενίας). Και γεννάται το ερώτημα: Γιατί δεν επενέβη η Συμμαχία να καταπνίξει την επανάσταση, όπως έκανε σε άλλες περιπτώσεις; Στο συνέδριο αυτό συμμετείχε και ο Ιω. Καποδίστριας ως Υπουργός Εξωτερικών της Ρωσίας. Άριστος διπλωμάτης ο Καποδίστριας έπεισε το Συνέδριο ότι η Τουρκία θα καταστείλει μόνη της την επανάσταση, όπως έγινε και με τόσα άλλα κινήματα των Ελλήνων. Έτσι, από τη θέση αυτή πρόσφερε τη μεγαλύτερη βοήθεια στην Ελληνική Επανάσταση…
Όταν όμως οι Έλληνες τα δύο πρώτα έτη της επανάστασης θριάμβευσαν και μάλιστα με την καταστροφή της στρατιάς του Δράμαλη, κάποιοι ηγέτες άρχισαν να προβληματίζονται. Ένας από αυτούς ήταν ο Γεώργιος Κάνινγκ.
Αυτός έκανε την εξής απλή σκέψη: Η κραταιά, υποτίθεται, Οθωμανική Αυτοκρατορία δεν μπόρεσε να υποτάξει μία χούφτα Έλληνες. Θα μπορούσε επομένως να νικήσει μία Ρωσία που όποια ώρα ήθελε μπορούσε να υποτάξει τους Τούρκους; Η απάντηση στη ρητορική αυτή ερώτηση ήταν όχι. Επομένως ο βασικός λόγος για τον οποίο η Αγγλία επιθυμούσε την διατήρηση της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας δεν υπάρχει πλέον.
Έπρεπε, λοιπόν, να προλάβει τις εξελίξεις, διότι η νικηφόρος Ελλάδα ως Ορθόδοξη χώρα θα ήταν πιο εύκολο να «κατακτηθεί» πολιτικά από την ομόδοξή της Ρωσία. Κάνει, λοιπόν, το πρώτο βήμα υποστηρίξεως του Ελληνικού αγώνα, προκαλώντας και παρασύροντας με αυτόν τον τρόπο τη Ρωσία και τη Γαλλία, εξοβελίζοντας από το παιχνίδι την Αυστρία του Μέττερνιχ. Έτσι, οι δυνάμεις αυτές ανταγωνίζονται πλέον, ποια θα υποστηρίξει περισσότερο την Ελλάδα ούτως ώστε να έχει την ευγνωμοσύνη των Ελλήνων.
Η Αγγλία όμως συνεπής στις αρχές της πονηρής Αλβιώνας ήθελε και τη διατήρηση της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας. Ο φόβος ότι η Ρωσία με την εύνοιά της στην Ελληνική Επανάσταση θα οδηγούσε στη διάλυση της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας και θα δημιουργούνταν ένα μεγάλο Ορθόδοξο Κράτος που θα ήταν στην επίδραση της Ρωσίας, επέβαλε στροφή (εν μέρει) της αγγλικής πολιτικής μετά το 1825 υπέρ των αγωνιζομένων Ελλήνων.
Ευνοούσε τη δημιουργία Ελληνικού κράτους, αλλά με όσο το δυνατό περιορισμένα όρια. Έτσι θα είχε «Και την πίτα σωστή και το σκύλο χορτάτο…». Ικανοποιούσε το αίτημα των Ελλήνων για δημιουργία Ελληνικού Κράτους, αλλά δεν αφαιρούσε από την Τουρκία πολλά εδάφη. Συγκεκριμένα ήθελε για την Ελλάδα την Πελοπόννησο και μερικά νησιά. Αυτό θα ήταν το Ελληνικό κράτος. Φυσικά, δεν είπε φανερά τα σχέδιά της…
Έτσι, με διπλωματικά τερτίπια οι Άγγλοι το 1825 πέτυχαν να εκμαιεύσουν έγγραφο – αίτηση των ηγετών της Επανάστασης με το οποίο «Το Ελληνικόν Έθνος θέτει εκουσίως την ιεράν παρακαταθήκην της ιδίας ελευθερίας, ανεξαρτησίας και πολιτικής του υπάρξεως υπό την μοναδικήν υπεράσπισιν της Α.Μ. του Γεωργίου Δ’».
Φυσικά, αφού πέτυχαν αυτό οι Άγγλοι, εύκολο ήταν μετά να πετύχουν τον διορισμό του στρατηγού Τσώρτς ως αρχηστρατήγου της Ελλάδας και του ναυάρχου Κόχραν ως αρχηγού του Ελληνικού Πολεμικού Στόλου.
Στο μεταξύ, μετά την πτώση του Μεσολογγίου ο Κιουταχής προχώρησε και κατέλαβε την Αθήνα. Οι Έλληνες οχυρώθηκαν στην Ακρόπολη και σχημάτισαν στρατόπεδο στην Ελευσίνα. Ο Κιουταχής πολιορκούσε την Ακρόπολη. Η πείρα του Καραϊσκάκη, πολεμώντας χρόνια τους Τούρκους, τον οδηγούσε σε ασφαλείς σχεδιασμούς με σίγουρη νίκη. Η στρατηγική του Καραϊσκάκη οδηγούσε στη λύση της πολιορκίας. Με αυτόν τον τρόπο, η επανάσταση θα εδραιωνόταν και πάλι στη Στερεά Ελλάδα. Αλλά, αυτό ήταν ακριβώς που δεν ήθελαν οι Άγγλοι.
Γι’ αυτό στη συνάντηση που έγινε στο Κερατσίνι οι Τσωρτς και Κόχραν διαφώνησαν με τον Καραϊσκάκη. Έτσι, ετοίμαζαν την επίθεση, όπως ήθελαν αυτοί, που ήθελαν να οδηγήσουν σε βέβαιη καταστροφή. Ως ημέρα επίθεσης ορίστηκε η 23 Απριλίου 1827.
Την παραμονή, όμως, πυροβολήθηκε ύπουλα ο Καραϊσκάκης. Βαριά τραυματισμένος μετακομίστηκε στο πλοίο του Τσωρτς, όπου και άφησε την τελευταία του πνοή την άλλη ημέρα. Η σορός του μεταφέρθηκε στη Σαλαμίνα και ετάφη στο ναό του Αγίου Δημητρίου. Η Κυβέρνηση διέταξε Εθνικό Πένθος σε όλη την Ελλάδα.
Αφού έφυγε από τη μέση ο Καραϊσκάκης, που ήταν εμπόδιο στα σχέδιά τους, στις 24 Απριλίου οι «φιλέλληνες» αρχηγοί των Ενόπλων Ελληνικών Δυνάμεων Τσωρτς και Κόχραν οδήγησαν τους Έλληνες στη σφαγή, στην καταστροφή του Φαλήρου. Η επιχείρηση κακώς σχεδιάστηκε και χειρότερα εκτελέστηκε. Είχαν σχεδιάσει να επιτεθούν τη νύχτα, αλλά η απόβαση των στρατευμάτων και η μετακίνηση κράτησαν όλη τη νύχτα. Σαν να έλεγαν στον Κιουταχή: «σου στέλνουμε σφαχτάρια».
Το πρωί οι οπλαρχηγοί βάδιζαν με αταξία, χωρίς συνοχή και τάξη και έτσι έπεσαν εύκολη λεία του δραστήριου και στρατηγικού αντιπάλου. Ο Κιουταχής επιτέθηκε στους Έλληνες με όλες τις δυνάμεις του. Το μικρό σώμα του τακτικού στρατού των Ελλήνων καταστράφηκε, το ιππικό του Κιουταχή καταπάτησε τους άτακτους, οι οποίοι δεν είχαν τα μέσα να κατασκευάσουν ταμπούρια.
Σε πλήρη αταξία έφυγαν οι Έλληνες προς τη θάλασσα. Πολλοί ρίχτηκαν στη θάλασσα και πνίγηκαν. Οι οπλαρχηγοί Νοταράς, Βέικος, Γεώρ. Τζαβέλας, Φωτομάρας και ο συνταγματάρχης Ιγγλέσης ήταν νεκροί. Συνολικά 1.500 Έλληνες σκοτώθηκαν. Την επομένη οι 250 αιχμάλωτοι παρατάχτηκαν κατά σειρά και αποκεφαλίστηκαν. Μετά από αυτό η φρουρά της Ακρόπολης συνθηκολόγησε με τον όρο να φύγει με τον οπλισμό και τις αποσκευές της. Η επανάσταση στη Στερεά Ελλάδα έσβησε!..
Η σωτηρία της Ελλάδας ήρθε από τον Ιωάννη Καποδίστρια, τον οποίο εξέλεξε η Εθνοσυνέλευση στις 29 Μαρτίου 1827 Κυβερνήτη της Ελλάδος για 7 χρόνια.
Ο Καποδίστριας γνώριζε πολύ καλά την πολιτική των Άγγλων. Αρχές του 1828 έφθασε στην Ελλάδα. Πρώτη του φροντίδα ήταν να αναζωπυρώσει την επανάσταση στη Στερεά Ελλάδα. Γι’ αυτό πήγε κατευθείαν στη νήσο Κάλαμο και συνάντησε τον Βαρνακιώτη Γεώργιο και τον όρισε οπλαρχηγό στη Δυτ. Στερεά Ελλάδα. Στην Ανατολική Στ. Ελλάδα έστειλε τον Δημήτριο Υψηλάντη.
Ο Βαρνακιώτης με άλλους οπλαρχηγούς πολιόρκησαν τους Τούρκους στο Μεσολόγγι. Τελικά οι Τούρκοι αναγκάστηκαν να υπογράψουν συνθήκη παράδοσής τους στις 2 Μαΐου 1829. Για το θέμα αυτό ο Ακαδημαϊκός και Ιστορικός Διονύσιος Κόκκινος στο κλασικό Ιστορικό δωδεκάτομο σύγγραμμά του Η Ελληνική Επανάστασις», Έκδοση 1957, τόμος 12ος, σελ. 120, γράφει: «Κατά την αυτήν ημέραν έφθασε προ του Μεσολογγίου ο Άγγλος πλοίαρχος Σπένσερ επιβαίνων του πολεμικού σκάφους Μαδαγασκάρη και ως διά να επιβεβαιώσει διά σκανδαλώδους επεμβάσεως την εναντίον της επεκτάσεως των ορίων της Ελλάδος επί της Στερεάς βρετανικήν πολιτικήν, ανακοίνωσε ότι ήλθε με την εντολήν να λύση έστω και διά της βίας την πολιορκίαν.
Ο ναύαρχος Ανδρέας Μιαούλης έσπευσε να τον συναντήσει και δια θαρραλέας δηλώσεώς του τον ηνάγκασε να αρκεσθή μόνον να γνωστοποιήση τον σκοπόν της επισκέψεώς του εις τους Τούρκους και να αποπλεύση. Οι Τούρκοι δεν άλλαξαν γνώμη».
Στις 3 Μαΐου 1829 το Μεσολόγγι ήταν ελεύθερο…

***
Με την ευκαιρία του επίσημου εορτασμού των 200 χρόνων από την έναρξη της Ελληνικής Επανάστασης του 1821 πρέπει να εξετάσουμε το μεγάλο αυτό γεγονός από όλες τις πλευρές.
Εδώ είδαμε συνοπτικά, επιγραμματικά θα έλεγα τη στάση των Ευρωπαϊκών δυνάμεων της εποχής εκείνης. Εκείνο που έχει να παρατηρήσει κανείς είναι η ιδιαίτερη στάση της Αγγλίας, η οποία προσπάθησε να ρυθμίσει τα πράγματα στην Ελλάδα «εκ των ένδον» από μέσα, αναλαμβάνοντας δικοί της άνθρωποι τη διοίκηση των επαναστατικών δυνάμεων της χώρας μας.
Τους αντιμετώπισε όμως δεόντως ο Καποδίστριας, γι’ αυτό και έβαλαν στόχο τη δολοφονία του!..