Η Καταστροφή της στρατιάς του Δράμαλη στα Δερβενάκια (26 Ιουλίου 1822)

on .

Είναι γνωστό ότι το 1820 ο σουλτάνος αποφάσισε την εξόντωση του Αλή Πασά των Ιωαννίνων.

Έστειλε το στρατηγό Πασόμπεη, αλλά δεν κατάφερε και πολλά πράγματα. Έτσι, ο σουλτάνος αποφάσισε να στείλει τον διοικητή της Πελοποννήσου Χουρσίτ. Ο Χουρσίτ προέρχονταν από τα τάγματα των Γενιτσάρων και ήταν πολύ δραστήριος και ικανότατος

στρατηγός.

Γι’ αυτό οι φιλικοί ήταν διστακτικοί να αρχίσουν την Επανάσταση με την παρουσία του Χουρσίτ στην Τριπολιτσά. Μόλις έφυγε για τα Γιάννενα άρχισε στην Πελοπόννησο η Επανάσταση…
Ο Χουρσίτ κατόρθωσε να «μαντρώσει τον Αλή στο νησί των Ιωαννίνων με λίγους Αλβανούς. Αποκεφάλισε αυτόν και τους τρεις γιούς του και τους εγγονούς του και έστειλε τα κεφάλια τους στην Κων/πολη. Έστειλε και αιχμαλώτους την Κυρά Βασιλική και τον Θανάση Βάγια…
Ο Χουρσίτ έφυγε από τα Γιάννενα και πήγε στη Λάρισα για να ηγηθεί της μεγάλης στρατιάς, η οποία προετοιμάζονταν για να καταπνίξει την Επανάσταση στην Πελοπόννησο. Και ενώ κατάστρωνε τα σχέδιά του, ο σουλτάνος όρισε σερασκέρη (αρχιστράτηγο) τον Μεχμέτ πασά Δράμαλη.
Ο σουλτάνος υπολόγιζε να του φέρει ο Χουρσίτ τους θησαυρούς του Αλή πασά και σχημάτισε τη γνώμη ότι τους καταχράστηκε ο Χουρσίτ. Στο θέμα αυτό βοήθησε και η κατάθεση της Κυρά Βασιλικής. Όταν έφθασε στην Πόλη την ρώτησαν για το θέμα αυτό των θησαυρών. Στην απάντησή της άφησε υπονοούμενα για τον Χουρσίτ. Ο σουλτάνος έβγαλε φιρμάνι να του πάρουν το κεφάλι ως καταχραστή των θησαυρών του Αλή Πασά. Όταν το πληροφορήθηκε ο Χουρσίτ, αυτοκτόνησε.
Έτσι, κατά τα μέσα Ιουνίου 1822, η μεγάλη στρατιά του Δράμαλη, 24 χιλιάδες πεζοί και 8 χιλιάδες ιππικό, ξεκίνησαν από τη Λαμία μαζί με πολύ σημαντικό πυροβολικό. Μέχρι τότε η Ελλάδα δεν είχε ξαναδεί να περνάει τόσο μεγάλο στράτευμα.
Οι οπλαρχηγοί της Ανατολικής Ελλάδας δεν κατόρθωσαν να σταματήσουν το κύμα του τουρκικού στρατού.
Ο στρατός του Δράμαλη, αφού λεηλάτησε την περί την Κωπαΐδα πεδιάδα, ξεχύθηκε στην Αττική και δεν πρόφθασε μεν να σώσει την Ακρόπολη, η οποία είχε παραδοθεί στον Δημ. Υψηλάντη την 9η Ιουλίου 1822, αλλά επιδόθηκε σε φοβερές σφαγές κατά του πληθυσμού των Αθηνών.
Ο Δράμαλης πέρασε ανεμπόδιστα τον Ισθμό, τον οποίο είχαν εγκαταλείψει οι Έλληνες και στις 5 Ιουλίου έστησε το στρατόπεδό του στην Κόρινθο. Ο Γιουσούφ πασάς των Πατρών και εκείνοι που γνώριζαν καλά την Πελοπόννησο τον συμβούλεψαν να εγκαταστήσει μόνιμο στρατηγείο στην Κόρινθο και να αποταμιεύει εκεί τροφές και πολεμοφόδια για να εξαναγκάσει με συνδυασμένη πολεμική ενέργεια σε ειρήνευση τα κέντρα των επαναστατών στην Πελοπόννησο.
Αλλά, ο Δράμαλης υπερβολικά αλαζονικός για τον διορισμό του από το σουλτάνο αρχηγό της μεγάλης στρατιάς και τις μέχρι τότε επιτυχίες του, αρνήθηκε να ακολουθήσει τις συμβουλές αυτές και επειδή πίστευε ότι οι ραγιάδες ήταν ανίδεοι στην τέχνη του πολέμου, διέταξε το στρατό του να προχωρήσει προς το Ναύπλιο για να λύσει την πολιορκία του από τους Έλληνες, αλλά και να ενωθεί με τον τουρκικό στόλο, ο οποίος σκόπευε να φθάσει εκεί. Όμως, μετά την πυρπόληση της ναυαρχίδας από τον Κανάρη στο λιμάνι της Χίου δεν πλησίαζε ο στόλος εκεί. Προχώρησε προς την Πάτρα υπό την προστασία του Γιουσούφ πασά.
Στην Αργολίδα οι Έλληνες ακολούθησαν την στρατηγική της «καμένης γης», για να μη βρίσκει τροφή ο πολυάριθμος στρατός του. Έκαψαν τα σιτηρά όλα και το σπίτι του πασά της περιοχής, όπου υπήρχαν αποθήκες γεμάτες από τρόφιμα αρκετά να συντηρήσουν τον τουρκικό στρατό επί ένα μήνα.
Το καλοκαίρι του 1822 στην περιοχή εκείνη υπήρχε μεγάλη λειψυδρία, η οποία αποκορύφωσε το κακό. Τα πηγάδια του Άργους είχαν σχεδόν εξαντληθεί και τα λίγα νερά, που είχαν απομείνει σ’ αυτά, είχαν δηλητηριαστεί από την οξείδωση των χάλκινων αγγείων, που είχαν ρίξει μέσα οι κάτοικοι που έφευγαν, για να τα αποκρύψουν και να τα βρουν, όταν επιστρέψουν. Το νερό αυτό προκαλούσε δυσεντερία όχι μόνο στους στρατιώτες, αλλά στα άλογα.
Η μεγάλη στρατιά του Δράμαλη και η προπορευόμενη φήμη, όπως συμβαίνει συνήθως, διέσπειραν τον τρόμο στην Πελοπόννησο. Επικρατούσε, μάλιστα, μεγάλη σύγχυση στο Άργος, όπου είχε μεταφερθεί από την Κόρινθο η έδρα της Κυβέρνησης. Οι υπουργοί, οι γερουσιαστές και οι κυβερνητικοί υπάλληλοι έφυγαν. Στο δρόμο από τη λίμνη Λέρνη προς την Τρίπολη συνωθούνταν πλήθη φυδάγων, μεταξύ των οποίων ήταν και οι πρόσφυγες από τη Σμύρνη της Μ. Ασίας. Η Κυβέρνηση και οι βουλευτές κατέφυγαν σε δύο πλοία στον Αργολικό Κόλπο και από εκεί παρακολουθούσαν την εξέλιξη των γεγονότων.
Μέσα σ’ αυτή τη σύγχυση και την κατάπληξη όλων, ο Δημήτριος Υψηλάντης και ο Κολοκοτρώνης διατήρησαν το θάρρος και την ψυχραιμία τους.
Ο Υψηλάντης με 700 άνδρες, τους οποίους κατόρθωσε να συγκεντρώσει την κρίσιμη εκείνη στιγμή, μπήκε στο οχυρό φρούριο του Άργους Λάρισα, το οποίο είχε υπερασπίσει με ηρωισμό ο μανιάτης Καραγιάννης με λίγους οπαδούς.
Ο Δράμαλης, κατανοώντας τη σημασία του απεγνωσμένου αντιπερισπασμού, συγκέντρωσε τις δυνάμεις του κατά του Υψηλάντη. Αλλά, στο μεταξύ ο Γέρος του Μοριά έλαβε καιρό να συναθροίσει στρατό και να εμπνεύσει σ’ αυτόν θάρρος. Πήγε στην Τρίπολη και αφού συνεννοήθηκε με τους Προκρίτους ανακοίνωσε μία κοινή απόφαση – προκήρυξη, η οποία έλεγε: «Πας Πελοποννήσιος επί ποινή τουφεκισμού έπρεπε να λάβη τα όπλα».
Όπως τα ρυάκια από διάφορα σημεία χύνονται ορμητικά στον ποταμό, τον οποίο συνεχώς μεγαλώνουν, έτσι οι πολεμιστές της Πελοποννήσου από διάφορους δρόμους συνέρρεαν στο στρατόπεδο του Κολοκοτρώνη, το οποίο συνεχώς ενισχύονταν.
Ξεκινώντας ο Κολοκοτρώνης από την Τρίπολη μαζί με το στρατό που συγκεντρώθηκε, ο οποίος αυξάνονταν συνεχώς καθώς προχωρούσαν, έστησε το στρατόπεδό του στους Μύλους της Λέρνης κοντά στο Άργος, για να ανακουφίζει το φρούριο Λάρισα, το οποίο κατείχε ο Δημ. Υψηλάντης με 700 πολεμιστές και πιέζονταν πολύ από το Δράμαλη. Έτσι, σιγά – σιγά η φρουρά διέφυγε στο στρατόπεδο του Κολοκοτρώνη, αφού είχε εκτελέσει το σκοπό της δεσμεύοντας για πολλές μέρες τις δυνάμεις του Δράμαλη!..
Ο στρατός του Δράμαλη βρισκότανε, όπως είδαμε, σε πολύ δύσκολη κατάσταση. Ο Δράμαλης άφηνε να εννοηθεί ότι θα προχωρούσε προς την Τριπολιτσά. Οι περισσότεροι οπλαρχηγοί το πίστεψαν. Το στρατηγικό δαιμόνιο του Κολοκοτρώνη, όμως, έλεγε: «Όταν ένας στρατός, βρίσκεται σ’ αυτή την κατάσταση θα ακολουθήσει την πορεία που οδηγεί στις προμήθειες» και αυτή ήταν η Κόρινθος.
Στο συμβούλιο των οπλαρχηγών ο Κολοκοτρώνης είπε: «Με στρατό τόσο εξαντλημένο δεν μπορούσε ο Δράμαλης να επιχειρήσει αβέβαιη προέλαση σε μέρη που κατείχαν οι Έλληνες και όπου δεν είχε ελπίδες εφοδιασμού». Όταν είδε ότι δεν συμφωνούν, δήλωσε ότι αναλαμβάνει την ευθύνη της προσωπικής του γνώμης και ότι φεύγει για τα Δερβενάκια, «για να μη μείνουν οι Τούρκοι ατουφέκιστοι».
Αναχώρησε αμέσως ο Κολοκοτρώνης και κάλεσε τους λίγους άνδρες, που τον ακολουθούσαν, για να σπεύσει στη Νεμέα. Τελικά, συγκεντρώθηκαν στη Νεμέα χίλιοι πεντακόσιοι άνδρες. Έφθασε μάλιστα και η πληροφορία ότι οι Τούρκοι ξεκίνησαν από το Άργος με κατεύθυνση προς την Κόρινθο (Δερβενάκια).
Τότε, ο Κολοκοτρώνης ανέβηκε στη στέγη ενός χαμηλού σπιτιού, για να ακούγεται και είπε: «Έλληνες, σήμερα εγεννηθήκαμε και σήμερα θα πεθάνουμε για τη σωτηρία της Πατρίδος μας και τη εδική μας… Απόψε ήλθε η Τύχη (=η Παναγία της πατρίδος μας) και μου είπεν ότι θα είμεθα νικηταί τόσον πολύ, οπού άλλην νίκην καλυτέραν από την σημερινήν δεν θα εκάμαμεν αλλ’ ούτε θέλομεν κάμει. Έχω τόσην βεβαιότητα, ώστε μπορώ να σας πω να μην πάρετε ούτε τα άρματά σας διά να πάρωμεν των Τούρκων. Σήμερα καθείς από ημάς θα καταδιώκη πολλούς, θα πάρετε λάφυρα πολλά και τους θησαυρούς του Αλή Πασά θα τους μοιράσετε, με το φέσι. Τα φλωριά, τα οποία έχουν οι Τούρκοι, είναι χρήματα χριστιανικά. Τα είχεν ο τύραννος της Ηπείρου παρμένα από τους αδελφούς μας. Ο Άγιος Θεός μας τα έστειλε και είναι κελεπούρι δικό μας. Αύριο αυτήν την ώρα, αυτήν την στιγμήν θα σας ιδώ όλους με τα άρματα των Τούρκων, με τα άλογά τους λαμπροφορεμένους με τα ρούχα τους. Ο Θεός είναι με ημάς. Να μη σας μέλη τίποτε. Πηγαίνετε να ετοιμασθήτε καθώς σας είπα και να έλθετε εδώ όλοι να ξεκινήσωμεν μαζί».
Με αγγελιοφόρους ενημέρωσε τους οπλαρχηγούς Νικηταρά, Πλαπούτα και Παπανίκα. Αμέσως μετά ο στρατηγός ξεκίνησε με τον ολίγον εκείνον στρατόν κατευθυνόμενος προς τα Δερβενάκια. Η πορεία εκείνη του μικρού ελληνικού σώματος υπό την άμεση αρχηγία του Κολοκοτρώνη, που ήταν επικεφαλής του έφιππος, ενθυμίζει τους προλόγους των ηρωικών επών. Είχε ενθουσιάσει τους στρατιώτες του, οι οποίοι βάδιζαν χαρούμενοι προς την φοβερή εκείνη σύγκρουση, όπου μετά από λίγο επρόκειτο να κριθεί ο αγώνας.
Στο μεταξύ πληροφορήθηκε ο Κολοκοτρώνης ότι ο στρατός του Δράμαλη πλησιάζει στα Δερβενάκια. Ο Κολοκοτρώνης έφθασε στις 10 το πρωί της 26 Ιουλίου της Αγίας Παρασκευής.
Έκαμε τις ανάλογες τοποθετήσεις των ανδρών του και μετά έγινε δέηση στην Παναγία. Μετά τους πρώτους πυροβολισμούς που έριξαν οι προφυλακές, ο Κολοκοτρώνης φώναξε: «Απάνω του Έλληνες και μη φοβάστε».
Αμέσως η κοιλάδα γέμισε καπνούς και όλοι φώναζαν: Απάνω τους! Ο Νικηταράς, ο Υψηλάντης και ο Παπαφλέσας από τρία σημεία ανάγκαζαν τους Τούρκους να περάσουν από ένα σημείο που μπορούσαν εύκολα να τους χτυπήσουν.
Ο ίδιος ο Νικηταράς έχει μεθύσει. Ορμά μπροστά από τους Τούρκους, πηδάει ανάμεσά τους, υψώνεται μπροστά από τα άλογα, στρέφει το σπαθί του δεξιά και αριστερά και φωνάζει: Κουράγιο Νικήτα, Τούρκους σφάζεις…
Ξαφνικά βλέπει μία καμήλα φορτωμένη δύο τσουβάλια πυρίτιδα (μπαρούτι) και πυροβόλησε στα τσουβάλια. Φοβερή έκρηξη αφηνίασε όλα τα φορτηγά ζώα και έτρεχαν ασυγκράτητα καταπατώντας τους Τούρκους στρατιώτες. Άρχισαν να τρέχουν για να βγουν γρηγορότερα από την χαράδρα, δεν υπάκουαν πλέον στους αξιωματικούς.
Οι Έλληνες τους καταδίωκαν, άλλοι πυροβολώντας, άλλοι με τα σπαθιά, άλλοι κυλίοντας ογκώδεις πέτρες από τα υψώματα. Οι Τούρκοι έτρεχαν σαν κατατρομαγμένα ζώα και πετώντας τα όπλα, τις αποσκευές και τα πολύτιμα πράγματα που έφεραν μαζί τους, για να απασχολήσουν τους Έλληνες, που τους καταδίωκαν.
Ο Νικήτας Φλέσας είδε τον Τοπάλ πασά έφιππο και οι γύρω του στρατιώτες οδηγούσαν δώδεκα μουλάρια φορτωμένα με πλούσιες αποσκευές. Οι Έλληνες καταδίωξαν τους γύρω του. Έμειναν μόνοι ο Φλέσας και ο Τοπάλ. Άρχισε μια μονομαχία. Ο ανεψιός του Φλέσα Δημήτρης έσπευσε με το σπαθί του και κτύπησε τον πασά.
Την πλήρη καταστροφή γλύτωσε ο Δράμαλης επειδή οι Έλληνες επιδόθηκαν στη συγκέντρωση των πλουσίων λαφύρων. Ο ίδιος ο Δράμαλης έφθασε στην Κόρινθο σύροντας πίσω του τα ράκη του λαμπρού στρατεύματός του, αφού έχασε τις αποσεκυές, το σύνολο του ιππικού και του πυροβολικού του.
Έτσι, θριάμβευσε το σχέδιο του Κολοκοτρώνη. Η Κυβέρνηση διόρισε αυτόν αρχιστράτηγο της Πελοποννήσου κατ’ απαίτηση των οπλαρχηγών. Ο Κολοκοτρώνης έλαβε τα αναγκαία μέτρα για την εξόντωση τελείως των υπολοίπων της στρατιάς. Ο ίδιος ο Δράμαλης πέθανε από τους κόπους και την απογοήτευση κατά το τέλος Οκτωβρίου. Κατά το τέλος του έτους κρίθηκε η τύχη των λειψάνων της μεγάλης στρατιάς. Ενώ δηλαδή οι περισωθέντες 2 χιλιάδες άνδρες προσπαθούσαν να φθάσουν στην Πάτρα, χτυπήθηκαν από τους προκρίτους της Αχαΐας και έπαθαν μεγάλη καταστροφή…