Ας ξαναχτυπήσουν οι βουβές καμπάνες!

on .

Έχω την τύχη το σπίτι μου να βρίσκεται ανάμεσα από δύο ναούς, της Αγίας Αικατερίνης και του Αρχιμανδρειού. Κι έχω ακόμη την ευλογία να με ξυπνούν κάθε πρωί οι καμπάνες της κάθε μίας από αυτές τις εκκλησίες με το δικό τους ήχο. 
Ηχούν η μία πίσω απ’ την άλλη και τις καρτερώ σαν το ξυπνητήρι. Κι είναι σαν να μου λένε: «Καλημέρα». Μια καινούρια μέρα σου χάρισε ο Θεός...
«Ξέρεις τι είναι να ξεκινάς τη μέρας σου μ’ ένα θείο δώρο; Σκέψου πόσοι άνθρωποι μέσα στη νύχτα δεν χάρηκαν αυτό το δώρο».
Μια καινούργια μέρα, στο χέρι σου να την εκμεταλλευτείς. Και παίρνει το δρόμο του, ο καθένας όπως τον διάλεξε ή όπως του έτυχε. Κι έρχεται το απόγευμα. Και πάλι οι καμπάνες η μιά πίσω από την άλλη σου αναγγέλουν το τέλος της μέρας και τον ερχομό της νύχτας.
Κι αυτό χρόνια ολόκληρα, μια ζωή, σημαίνει ο όρθρος κι ο Εσπερινός σαν ευχαριστία και σαν δέηση.
Κάποτε σήμαιναν και στα γεμάτα από κόσμο χωριά μας. Τώρα στα έρημα βουβάθηκαν... Όμως βουβάθηκαν «κι οι δικές μου». Οι καμπάνες...
Ξημερώνει και δεν σημαίνει τίποτε... Βραδιάζει κι απόλυτη σιωπή, σχεδόν νεκρική.
Είναι αλήθεια πως περνάμε πρωτόγνωρες μέρες συμφοράς. Όμως ζούμε, υπάρχουμε, παλεύουμε να κρατηθούμε ακόμη κι απ’ την αλυσίδα της καμπάνας ενός καμπαναριού.
Πρέπει, πρέπει να κάνουμε «υπακοή» σαν τους μοναχούς στους  «αγίους» ανθρώπους της πολιτείας που νοιάζονται για τη ζωή μας ξεχνώντας τους εαυτούς τους, κι υπομονή, στηριγμένη στην πίστη πως: «Έχει ο Θεός», «κι αυτό θα περάσει».
Ας φροντίσει όμως και η εκκλησία να μας στηρίξει με το γλυκόλαλο σάλπισμα της καμπάνας καθημερινά. Θα ήταν πολύ ή δύσκολο να ξαναχτυπήσουν οι καμπάνες πρωί και βράδυ στις εκκλησίες μας;
Έτσι κι αλλιώς δεν χρειάζεται σήμερα ν’ ανεβείς τα σκαλιά του καμπαναριού.
Αρκεί το πάτημα ενός κουμπιού...
Έτσι, για να μας τονώσουν, να μας δώσουν χαρά, ένα ξύπνημα αισιοδοξίας, ένα σκίρτημα ελπίδας. Ευχαριστώ!

ΕΛΕΝΗ ΟΙΚΟΝΟΜΙΔΟΥ-ΔΟΥΒΛΗ