Ο Καραγκιόζης και η Γαλάζια Πατρίδα…

on .

ΠΡΑΞΗ ΠΡΩΤΗ
Στη σκηνή παρουσιάζονται, αριστερά η καλύβα του Καραγκιόζη και δεξιά το Σαράι. Στο μέσον οι φιγούρες του Σουλτάνου και του Χατζηαβάτη να συζητούν:
ΧΑΤΖ: Σας καλημερίζω και σας προσκυνώ πολυχρονεμένε μου Σουλτάνε! Ο Θεός να σας έχει καλά, να κόβει μέρες από εμένα και να σας δίνει χρόνια. Να γίνω, ο καημένος ο δούλος σας χώμα να με πατήσετε και γεφύρι να περάσετε από πάνω μου!
ΣΟΥΛ: Καλώς το φίλο μου το Χατζηαβάτη, στον ουρανό σε γύρευα, στη γη σε βρήκα! Σε ήθελα, βρε παιδί μου. Έχω μεγάλο πρόβλημα με την κόρη μου την Φατμέ! Την άλλη βδομάδα έχει τα γενέθλιά της και μου ζήτησε για δώρο τη Γαλάζια Πατρίδα!
ΧΑΤΖ: Δεν ξέρω εγώ ο καημένος πολυχρονεμένε μου από αυτά, αφού όμως το ζήτησε η Φατμέ, δεν θα πρέπει να της χαλάσεις το χατίρι! Να βρούμε μια στα Jumbo και να την αγοράσουμε!  
ΣΟΥΛ: Τι είναι αυτά που λες βρε παιδί μου Χατζηαβάτη. Η Γαλάζια Πατρίδα δεν είναι παιχνίδι για να το αγοράσω. Είναι ένα καράβι που πλέει στο Αιγαίο και έχει στα αμπάρια του χρυσάφι, αρχαία αγάλματα και αμφορείς. Μας την είχαν κλέψει παλιά οι Γκιαούρηδες και τώρα για να την πάρουμε πίσω, πρέπει, λέει, να κάνουμε διαπραγματεύσεις και συνδιαχείριση. Ψάχνω λοιπόν να βρω έναν καλό διαπραγματευτή για να κάνουμε μια δίκαιη μοιρασιά. Ενενήντα πέντε τοις εκατό εμείς και πέντε αυτοί. Θέλω να μου βρεις έναν κατάλληλο γι’ αυτή τη δουλειά και μετά να έρθεις στο Σαράι να πληρωθείς.
ΧΑΤΖ: Δεν είναι ανάγκη για τα λεφτά άρχοντά μου… Τρέχω ο καημένος αμέσως για να τον βρω.
Αποσύρεται ο Σουλτάνος και ο Χατζηαβάτης χτυπά την πόρτα στην παράγκα του Καραγκιόζη.
ΚΑΡ: Γιατί με ξύπνησες βρε γρουσούζη Χατζηαβάτη πρωί - πρωί δώδεκα το μεσημέρι;
ΧΑΤΖ: Που να σου τα λέω Καραγκιόζη! Ο Σουλτάνος μοιράζει λεφτά! Θα γίνουμε πλούσιοι. Θέλει κάποιον σαν εσένα για διαπραγματευτή. Δηλαδή να είναι ψεύτης, θρασύς, καταφερτζής και να έχει πτυχία από το Μπέρκλεϋ και το Χάρβαρντ. 
ΚΑΡ: Δε γίνεται Χατζατζάρη! Τα πτυχία τα είχα σε ένα μπαούλο και μου τα έφαγαν τα ποντίκια.
ΧΑΤΖ: Σε είχα και για έξυπνο κακομοίρη μου. Δεν είναι ανάγκη να έχεις πτυχία, αρκεί να το δηλώσεις στο βιογραφικό σου και γίνεσαι μέχρι και υπουργός. Να, πάρε μερικά να τα έχεις μαζί σου τώρα που τα βρήκα φτηνά στο Γιουσουρούμ και θα πάμε στο Σουλτάνο να του τα δείξεις.
Λίγο αργότερα στο Σαράι…
ΣΟΥΛΤ: Δε μου λες Διαπραγματευτή. Ξέρεις τι είναι η Γαλάζια Πατρίδα;
ΚΑΡ: Βεβαίως Σουλάτσο μου. Και τη γαλάζια και την πράσινη και την παρδαλή παρτίδα ξέρω! Σαράντα χρόνια τώρα τις σπουδάζω που μου καθίσανε στο σβέρκο.
ΣΟΥΛ: Όχι παρτίδα βρε, αλλά πατρίδα! Τέλος πάντων, ξέρεις τι είναι η ΑΟΖ;
ΚΑΡ: Ούου… Ξέρω! Ο Αθλητικός Όμιλος Ζωνιανών. Έχει και γήπεδο με καλοκουρεμένο μυρωδάτο χόρτο!
ΣΟΥΛ: Μπράβο! Είσαι βλέπω και διπλωμάτης. Από τώρα αναλαμβάνεις διαπραγματευτής για να μας φέρεις πίσω τη Γαλάζια Πατρίδα που μας έκλεψαν οι Γκιαούρηδες. Θα πάς τώρα να διαπραγματευτείς μαζί τους με έναν - έναν ξεχωριστά γιατί αυτοί γίνονται επικίνδυνοι όταν τους βρίσκεις μονιασμένους. Πάρε και αυτά τα γρόσια για προκαταβολή και για λαδώματα.
ΠΡΑΞΗ ΔΕΥΤΕΡΗ
Στο μέσο της σκηνής ο Καραγκιόζης. Ενώ τα όργανα παίζουν, εισέρχεται ο Σταύρακας χορεύοντας ζεϊμπέκικο με το τσιγάρο στο στόμα. Ο Καραγκιόζης του ρίχνει μία πάπια νοσοκομείου στο κεφάλι.
ΚΑΡ: Πάρε αυτή Σταύρο. Μόνο αν είσαι πρώην υπουργός υγείας μπορείς να καπνίζεις όπου σου γουστάρει.
ΣΤΑΥΡ: Δε μου λες ρε Καραγκιόζο, στα σοβαρά με βάρεσες ή για αστείο;
ΚΑΡ: Στα σοβαρά Σταύρο!
ΣΤΑΥΡ: Καλά τότε, γιατί κάτι τέτοια αστεία εγώ δε τα σηκώνω.
ΚΑΡ: Άκου τώρα τα νέα! Είναι ένα καράβι που πλέει στο Αιγαίο και έχει στα αμπάρια του χαλασμένα εμβόλια και λέμε να το δώσουμε στον Σουλτάνο όπως κάναμε και με το όνομα της Μακεδονίας που το δώσαμε στα Σκόπια και τώρα γίναμε φίλοι με τους Σκοπιανούς και έχουμε το κεφάλι μας ήσυχο.
ΣΤΑΥΡ: Ότι πει ο μεγάλος θα κάνω κι εγώ Καραγκιόζο. Εγώ είμαι παλίκαρος και δε φέρνω ποτέ αντιρρήσεις!
Ο Καραγκιόζης του ρίχνει ένα κουτί με ουροκαθετήρες στο κεφάλι.
ΚΑΡ: Πάρε αυτή Σταύρο, γιατί είσαι παλίκαρος!
ΣΤΑΥΡ: Δε μου λες ρε Καραγκιόζο, στα σοβαρά με βάρεσες ή για αστείο;
ΚΑΡ: Για αστείο Σταύρο!
ΣΤΑΥΡ: Καλά τότε, γιατί αν ήταν στα σοβαρά, θα θύμωνα.
Ενώ τα όργανα παίζουν, αποχωρεί από τη σκηνή ο Σταύρακας και εισέρχεται ο Μορφονιός κρατώντας στο χέρι μια ελληνική σημαία.
ΜΟΡΦ: Ουίτς τριά λαρί λαρό! Εμένα λένε Μορφονιό, αλλιώς χρυσό καμάρι, όλες οι νιές τρελαίνονται ποια θα με πρωτοπάρει!
ΚΑΡ: Καλώς τον Μορφονιό με τη χρυσή προβοσκίδα! Άκου τώρα ομορφάνδρα μου να σου πω τα νέα! Είναι ένα καράβι που πλέει στο Αιγαίο, το λένε Γαλάζια Πατρίδα και έχει στα αμπάρια του χαλασμένες πατάτες. Λέμε, για να μη μπαίνουμε εμείς στον κόπο, να το δώσουμε στον Σουλτάνο να τις φυτέψει με δικά του έξοδα και να πάρουμε κι εμείς τις μισές. Το μόνο πρόβλημα, είναι ότι έχει υψωμένη στην πρύμνη του την ελληνική σημαία και αυτό δεν αρέσει καθόλου στο Σουλτάνο, που θέλει να τη βγάλουμε και να την κάψουμε!
ΜΟΡΦ: Ουίτς… Καραγκιόζη μου, αυτό δεν είναι πρόβλημα! Το δικαίωμα στον οποιοδήποτε να καίει τη σημαία είναι αναφαίρετο! Ουίτς…
Ο Καραγκιόζης χτυπάει με το χέρι, την τεράστια μύτη του.
ΜΟΡΦ: Γιατί με χτυπάς βρε βλάκα! Αυτή είναι η μύτη μου.
ΚΑΡ: Μπά! Μύτη είναι αυτή η προβοσκίδα; Κι εγώ την πέρασα για μεγάλη… ντροπή!  
Ενώ παίζουν τα κλαρίνα, αποχωρεί από τη σκηνή ο Μορφονιός και εισέρχεται ο Μπαρμπαγιώργος τραγουδώντας την Ιτιά.
ΜΠΑΡΜΠ: Ούι μανούλα μ’. Σήμερα είμι πολύ χαρούμενος.
ΚΑΡ: Τι έγινε μπάρμπα; Γέννησαν οι προβατίνες;
ΜΠΑΡΜΠ: Τι λες ουρέ μπασμένου, τόχις χαμένου! Τα πούλησα τα πρόβατα και έφτιαξα μια μικιό. Παίρνου λεφτά απ΄τ’ς Ευρουπαίους για να μεταφέρου κρυφά τς μιτανάστες απ’ τα νησιά στν Ευρώπ’ που τς θελν οι πλούσιοι για δουλς στα σπίτια τς και για φτηνούς εργάτες στη βιουμηχανία. Παίρνου κι άλλα λεφτά απ’ τς πλούσιους τς μουσουλμάνς, απ’ θέλουν να γεμίσουν τν Ευρώπ με δαύτς!
ΚΑΡ: Ωραία μπάρμπα! Τώρα που έμαθες να φτιάχνεις ΜΚΟ, θέλω να φτιάξεις και μία καινούργια, για να πιάσουμε ένα καράβι που το λένε «Γαλάζια Πατρίδα» και να το συνδιαχειριστούμε με τους Τούρκους που πληρώνουν καλά!
ΜΠΑΡΜΠ: Τι λες ουρέ ζαγάρ! Η «Γαλάζια Πατρίδα», εκτός από το χρυσάφ’ που κουβαλάει στ’ αμπάρια, έχει στα σωθικά και μέσα στην ψυχή τ’ς, την ιστορία και τον πολιτισμό τ’ς Ελλάδας. Είναι η ίδια η πατρίδα μας, είναι μια ελιά, ένα αμπέλι και ένα καράβ'. Κανένας δεν έχ’ του δικαίωμα να τη διαπραγματευτεί. Μου έδωσες όμως μια ιδέα! Λέω να φτιάξω μια κινούργια μικιό που να δέρν’ όλους τς προδότες και τ’ς καραγκιόζηδες… Να, πάρε κι ετούτη… πάρε κι εκείνη πάρε και τ’ν άλλη…
ΚΑΡ: Φτάνει μπάρμπα με σακάτεψες στο ξύλο… σηκώνω τα χέρια ψηλά και παραδίνομαι!!!
* * *
Εδώ, κυρίες και κύριοι και μικρά παιδιά, η παράσταση «Ο Καραγκιόζης και η Γαλάζια Πατρίδα» έλαβε τέλος. Καλά Χριστούγεννα και καλή Πρωτοχρονιά!!!   
ΓΙΑΝΝΗΣ ΔΕΒΕΛΕΓΚΑΣ