Ιούνιος ο θερτής…

on .

Κι ήρθε ο Απρίλης κι ήρθε ο Μάης με βροχές και αστραπόβροντα κι όπως λέει και ο Σαββόπουλος: «Δεν είναι άνοιξη φέτος αυτή». Αντιλαλεί η λαλιά του κούκου στα βουνά, αλλά μάταια, άνοιξη δεν είδαμε. Μάταια έγραψα κι εγώ στο άρθρο μου «ώ άνοιξη με τα λουλούδια» και μπαίνει ο Θερτής και ακόμα οι τριανταφυλλιές μας δεν μπουμπούκιασαν. Ο Ιούνιος, ο θερτής των γεωργών, έχει στην Ελλάδα πολλές λαϊκές ονομασίες που αναφέρονται είτε στη σχέση του με τις εποχές είτε με τις αγροτικές εργασίες που σχετίζονται μ’ αυτόν.

Συνήθως αναφέρεται ως Πρωτόλης ή Πρωτογιούλης, δηλαδή πρώτος μήνας και αρχή του καλοκαιριού.

Είναι ο μήνας του θερισμού, από τις κορυφαίες στιγμές του γεωργικού βίου: «Αρχές του θεριστή, του δρεπανιού μας η γιορτή». Σχεδόν σε κάθε μέρος της Ελλάδας ο Ιούνιος έχει από μια ιδιαίτερη ονομασία. Αλυθτσεστής στην Κάλυμνο, Ρινιαστής στην Πάρο, Ορνιαστής στην Άνδρο και Απαρνιαστής αλλού, όλες προερχόμενες από τον «εριντισμό» ή «ορνιασμό» δηλ. την τεχνητή γονιμοποίηση των ήμερων συκιών  με «ερινεούς» ή ορνούς, δηλ. με καρπούς άγονης συκιάς. Στα Γρεβενά αναφέρεται ως Κερασάρης, ενώ στον Πόντο ως Κερασινός, επειδή το μήνα αυτό ωριμάζουν τα κεράσια. 

Οι Ευρωπαίοι γιορτάζουν το θερινό ηλιοστάσιο στις 21 Ιουνίου, επειδή συμπίπτει με την εποχή της καλοκαιρίας, που πρακτικά επιτρέπει τον μαζικό υπαίθριο εορτασμό. Στις 21 Ιουνίου συμβαίνει η θερινή τροπή του Ήλιου, το θερινό ηλιοστάσιο, το «λιοτρόπι», όπως το λέει ο λαός, με τη μεγαλύτερη μέρα του έτους. 

Η πανάρχαια αυτή γιορτή συνδυάζεται και γιορτάζεται με τις φωτιές του Αϊ-Γιάννη «Τ’ Αϊ Γιαννιού του Λαμπαδιάρη» στις 24 του μηνός καθώς και με το αρχαιοελληνικό έθιμο του Κλήδονα. Από τη γιορτή του θερινού ηλιοστασίου, το λιοτρόπι, ο Ιούνιος έχει πάρει την ονομασία Λιοτρόπης. 

Επίσης ονομάζεται Αϊ Γιαννίτης από τη μεγάλη γιορτή του Αϊ Γιάννη του Προδρόμου(Γενέθλιον) στις 24 του μηνός, που συνδυαζόμενη με τη θερινή τροπή του Ήλιου κατέχει ξεχωριστή θέση στο λαϊκό εορτολόγιο. Η εκκλησία, τοποθετώντας τη γέννηση του Ιωάννη του Προδρόμου στις 24 Ιουνίου, θέλησε να εξαλείψει τις παγανιστικές γιορτές. 

Ο Ιησούς έπρεπε να γεννηθεί, όπως αναφέρει το Ευαγγέλιο, έξι μήνες αργότερα, στις 25 Δεκεμβρίου στο χειμερινό ηλιοστάσιο. Και βέβαια τόσο η σύλληψη του Προδρόμου, όσο εκείνη του Ιησού τοποθετήθηκαν στις αντίστοιχες ισημερίες-φθινοπωρινή ισημερία (22 Σεπτεμβρίου) για τον Ιωάννη, εαρινή ισημερία (25 Μαρτίου) για τον Ιησού, εναρμονισμένα με τις αντίστοιχες γεννήσεις, εννέα μήνες μετά στις 24 Ιουνίου και στις 25 Δεκεμβρίου.

Η 21η Ιουνίου όταν ο Ήλιος δεσπόζει μεγαλοπρεπής στο βόρειο ημισφαίριο καθιερώθηκε ως γιορτή της Μουσικής, ένας εορτασμός που τείνει να γίνει Πανευρωπαϊκός. Στις ψηφιδωτές απεικονίσεις του πρώτου μήνα του θέρους είναι δέσμη σταχυών κι ένα δρεπάνι. 

Πολλά και τα ήθη και έθιμα του Ιούνη. Το νερό που κοιμάται: Το νερό της λήθης - Το αμίλητο νερό του πόθου. Η νέα που στ’ Αϊ Γιαννιού, 24 του Ιούνη, γίνεται Καλλινίτσα, πηδά τις φωτιές, ζυμώνει την αλμυροκουλούρα και τρώγοντάς την, από τη δίψα, θα ονειρευτεί μέσα στη νύχτα τον νέο που της προσφέρει την ερωτική δροσιά, το νερό να ξεδιψάσει.

Κι ακόμα είναι η νέα που φέρνει το αμίλητο νερό, ανοίγει τον κλήδονα, ψάχνει τον ήλιο - σύντροφο μέσα στο σκοτεινό, σαράντα οργές βαθύ πηγάδι του έρωτα. Και για τους δυο, κόρη και νέο, το νερό κοιμάται, είναι αμίλητο και μόνον λάλον είναι το ύδωρ της μαντικής Κασταλίας του κλήδονα και του στοιχειού!

Θεριόνερο, νεραϊδόνερο. Το νερό κοιμάται, μη το ξυπνάτε μάτια μου φοβούμε μη θεριέψει. Μα εγώ φλεγόμενος και διψασμένος, πότε στον κύκλο της φωτιάς και πότε του νερού της ρωμαίικης παράδοσής μου, λέω να το ξυπνήσουμε κι ας γίνει αίμα ορμητικό το ρεύμα. Κι ας μας ρουφήξει κι ας μας κάψουν οι φωτιές του Αϊ Γιαννιού.

Ιούνιος ο Θεριστής ή θερτής. Ο μήνας που «κροκίζουν» ψωμώνουν και θερίζονται τα δημητριακά. Συχνά αλωνίζονται κιόλας αν και αυτή η δουλειά συνήθως πέφτει τον Ιούλιο, τον Αλωνάρη. Ποιος τα θυμάται αυτά σήμερα; Έχουν δίκιο. 

Με την εξειδίκευση και την εισβολή της μηχανής τί νόημα έχει να ανακατεύεται κανείς «εκεί που δεν τον σπέρνουν», και ούτε πρόκειται να θερίσει; Θυμήθηκα τα δικά μου. Το θέρισμα με το δρεπάνι μέσα στο λιοπύρι, τα χερόβολα που είχα μάθει να δένω, το νερό που έπινα απ’ τη μπούγλα κι ήταν χλιαρό «σαν κάτουρο», τα άγανα που κυλούσαν στο ιδρωμένο κορμί, τα δεμάτια φορτωμένα στο γάιδαρο, που τον τρέλαιναν οι μύγες και που έπρεπε, κάθε τόσο, να του στηρίζεις το σαμάρι με το χέρι για να μη τουμπάρει. Κι ύστερα το αλώνισμα με τα ζώα, τους ατέλειωτους κύκλους και τα χάι- χάι από όλα τα υψώματα του χωριού. Τι ήταν; Ευτυχία ή δυστυχία;

Όταν ήμουν φοιτητής συχνά τύχαινα να είμαι στην Αθήνα στις γιορτές τ’ Αϊ Γιαννιού. Τα κορίτσια της γειτονιάς ανοίγανε τον κλήδονα, μια λεκάνη νερό, σκεπασμένη με πανί όπου είχαν τοποθετήσει καθεμιά το δείγμα της-ένα μικροαντικείμενο, συνήθως κάποιο φτηνό κόσμημα. Έλεγαν ένα «παραμάντεμα» κάποιο δίστιχο διφορούμενο, κι αμέσως έβγαζαν από τη λεκάνη το τυχαίο αντικείμενο. 

Το παραμάντεμα αναφερόταν πια στην κοπέλα στην οποία ανήκε. Δήλωνε κατά κάποιον τρόπο την «τύχη» της στενά συνυφασμένη με τον μέλλοντα σύζυγό της. Και καθώς παρευρίσκονταν κι οι νεαροί της γειτονιάς γίνονταν κι οι σχετικοί υπαινιγμοί μέσα σε πειράγματα και γέλια. Ερχόμουν από την ύπαιθρο, ήξερα πολλά δημοτικά δίστιχα, μερικά μάλιστα τολμηρά και τα έλεγα.

«Μαλαματένια κλειδαριά 

ανάμεσα  στα  σκέλια

έρχομαι και παρακαλώ με το κλειδί στα χέρια».

Γίνονταν πανζουρλισμός. Το βράδυ στους δρόμους τα παιδιά ανάβανε φωτιές και τις πηδούσαν «για το καλό». Όλα αυτά έχουν λησμονηθεί. Έθιμα της υπαίθρου ήταν και τα κρατούσε ζωντανά στην πόλη η «γειτονιά». Ένας απόηχός τους ακούγεται ακόμα στο νοσταλγικό τραγούδι του Λευτέρη Παπαδόπουλου:

«Και φωτιές ανάβανε στους 

μεγάλους δρόμους

Τ’ Αϊ Γιάννη θα’ τανε θαρρώ..»

(Μέτσοβο)