Όλα για το τίποτα!

on .

Ο Μάιος του 1945 και συγκεκριμένα τα μεσάνυχτα της 8ης προς τα ξημερώματα της 9ης Μαΐου, πέρασε στην Ιστορία ως ο μήνας της συντριβής του ναζιστικού καθεστώτος της Γερμανίας, που προηγουμένως είχε αιματοκυλίσει τον κόσμο, αφήνοντας πίσω του αναρίθμητα ερείπια, εκατομμύρια αθώα θύματα, καθώς επίσης εκείνα τα διαβόητα κρεματόρια, με τα οποία μετέτρεψε τον πολιτισμό του 20ού αιώνα σε αιώνα της βαρβαρότητας.

Μήνας μνήμης και φρονηματισμού για όλους, ιδιαίτερα για τους λαούς εκείνους που υπήρξαν τα θύματα αυτής της πρωτοφανούς ανθρώπινης θηριωδίας, που μέχρι τότε δεν είχε γνωρίσει 

ο κόσμος. Ανάμεσά τους υπήρξαν και άνθρωποι που την έζησαν από κοντά σε όλες της τις διαστάσεις, ένιωσαν αποτροπιασμό για όσα συνέβαιναν δίπλα τους, και γι’ αυτό μετά τη λήξη του πολέμου αισθάνθηκαν επιτακτική την ανάγκη να μελετήσουν ενδελεχώς τα όσα συνέβησαν και να παρουσιάσουν με τη γραφίδα τους αυτήν την ανθρώπινη τραγωδία, με την ελπίδα παρόμοια να μην ξαναζήσει η ανθρωπότητα.

Ένας από αυτούς, ο διακεκριμένος Γερμανός συγγραφέας Βάλτερ Κεμπόφσκι. Με βάση το πλούσιο αρχειακό υλικό που είχε μελετήσει παρουσιάζει το μεγάλο μυθιστόρημα της γερμανικής συντριβής, με τον ευρηματικό τίτλο «ΟΛΑ ΓΙΑ ΤΟ ΤΙΠΟΤΑ». «Αυτή η τραγωδία -όπως γράφει- δεν είναι γέννημα της ύβρεως αλλά της ανθρώπινης μικρότητας». Μάλιστα, στο χαρακτηριστικό σύντομο απόσπασμα που παρουσιάζει στην αρχή του έργου του με το οποίο δίνει το συγγραφικό του στίγμα, δεν κατηγορεί κανέναν γιατί «τα γεγονότα μόνα τους κατηγορούν τον εαυτό τους». Εκείνο που τον ενδιαφέρει είναι να δείξει πως «όταν μαλώνουν τα βουβάλια, τα βατράχια την πληρώνουν» και αυτό συνέβη κατά τη διάρκεια του απάνθρωπου αυτού πολέμου.

Προς επίρρωση αυτής της άποψής του επιχειρεί να εξηγήσει τον τίτλο του μυθιστορήματός του, χρησιμοποιώντας ένα ποιητικό απόσπασμα του γνωστού από τα μαθητικά μας χρόνια θρησκευτικού μεταρρυθμιστή Μαρτίνου Λούθηρου. Αυτός, βλέποντας τη διαφθορά που επικρατούσε στην παπική εκκλησία, συγκρούστηκε με τα συγχωροχάρτια που αυτή χορηγούσε και με τον τρόπο που έδινε άφεση αμαρτιών, και γι’ αυτό προχώρησε στη μεταρρύθμισή του.

Κάποια στιγμή δε, έγραψε το παρακάτω απόσπασμα το οποίο επικαλείται ο Βάλτερ Κεμπόφσκι στην αρχή του έργου του:

«Είναι η ψυχή μας βρώμικη

τα έργα μας ξετσίπωτα 

μακριά απ’ την αγάπη σου,

όλα είναι για το τίποτα».

Όταν δε ο Λούθηρος κλήθηκε σε απολογία από την παπική εκκλησία και του ζητήθηκε δημόσια να ανακαλέσει, αυτός απάντησε: «Δεν ανακαλώ τίποτα γιατί είναι επικίνδυνο να πράττει κανείς αντίθετα από τη φωνή της συνείδησής του».

Όταν, λοιπόν, τελείωσα την ανάγνωση του έργου του Κεμπόφσκι, είχαν αποτυπωθεί στο μυαλό μου όλα αυτά που ενδεικτικά παρέθεσα παραπάνω, προβληματίστηκα από το γεγονός ότι ο συγγραφέας συσχετίζει την κατάσταση που επικρατούσε στην εποχή του με αυτήν που ο Λούθηρος διεκτραγωδεί στο ποιητικό του απόσπασμα, από τον τελευταίο στίχο του οποίου μάλιστα εμπνέεται για να δώσει τον τίτλο στο έργο του, θέλοντας, κατά πάσα πιθανότητα, να στείλει προς κάθε κατεύθυνση το διαχρονικό του μήνυμα: «Είναι επικίνδυνο να πράττει κανείς αντίθετα από τη φωνή της συνείδησής του», όταν μάλιστα ξέρει ή υποψιάζεται πως «ΟΛΑ» όσα συμβαίνουν γύρω μας- και πολλές φορές με την ανοχή μας- είναι «ΓΙΑ ΤΟ ΤΙΠΟΤΑ».

Καθώς δε βρισκόμαστε σε προεκλογική περίοδο, δεν ξέρω ποιος από τους τέσσερις νόμους του συνειρμού των παραστάσεων, που διδαχτήκαμε στο σχολείο  -αυτός της ομοιότητας, της αντίθεσης, της συνάφειας στο χώρο ή της αλληλουχίας στο χρόνο- επενήργησε και με έκανε να φέρω στο νου μου, επηρεασμένος και από τον τίτλο του βιβλίου του Κεμπόφσκι, αυτό που κάποτε διάβασα σε κάποια Κοινωνιολογία -νομίζω του Μαx Weber• ότι δηλαδή οι πολιτικοί, όταν αντιμετωπίζουν την πολιτική όχι ως λειτούργημα αλλά ως επάγγελμα -πράγμα όχι σπάνιο- δεν κάνουν τίποτε άλλο παρά:

Προεκλογικά μας δίνουν υποσχέσεις τις οποίες συνήθως δεν τηρούν, όταν βρίσκονται στην κυβέρνηση προσπαθούν να μας πείσουν ότι όλα όσα κάνουν είναι σωστά, όταν είναι στην αντιπολίτευση μας ζητούν να αντισταθούμε για να αναλάβουν αυτοί την εξουσία, ποτέ όμως -ή αν θέλετε σπάνια- δεν μας ζητάνε να σκεφθούμε ή να θυμηθούμε τι εμείς περάσαμε ή περνάμε εξαιτίας τους και οπωσδήποτε και εξαιτίας μας.

Θεωρώ λοιπόν, χρήσιμο, επειδή περάσαμε και εξακολουθούμε να περνάμε μια φοβερή οικονομική κρίση, που εγγίζει αν δεν ξεπερνά τα όρια μιας τραγωδίας, με τα προσβλητικά μνημόνια, με τις επονείδιστες επιτηρήσεις, με το δυσβάσταχτο και μη δυνάμενο να εξυπηρετηθεί δημόσιο χρέος να σκεφθούμε και να θυμηθούμε μερικά από αυτά που μας έλεγαν προεκλογικά και αυτά που έκαναν μετεκλογικά τα τελευταία δέκα πέντε χρόνια. Είμαστε δε, πέρα για πέρα, χωρίς κανένα ελαφρυντικό υπεύθυνοι για  την τραγική κατάσταση στην οποία είχαμε φτάσει.

Θυμάμαι όσα μας είχαν πει, το 2005, προεκλογικά: «Θα προχωρήσουμε σε αλλαγές και μεταρρυθμίσεις που θα αλλάξουν την όψη της χώρας μας». Και όταν διαπίστωσαν οι ίδιοι και μαζί με αυτούς και εμείς ότι είχαμε οικονομικά χρεωκοπήσει εγκατέλειψαν προτροπάδην την εξουσία. Πήρε τότε τη θέση τους ο επόμενος με τα ηχηρά συνθήματα: «Λεφτά υπάρχουν», ενώ δεν υπήρχαν, και «Θα κάνουμε την Ελλάδα Δανία του Νότου», και μας βύθισε στα δανεικά, «αλλάζουμε ή βουλιάζουμε», και μας βούλιαξε. Ήρθαν έπειτα οι επόμενοι που μας υποσχέθηκαν «τομές που θα αλλάξουν τη χώρα»• και οι μόνες τομές που έκαναν ήταν αυτές των μισθών, των συντάξεων και των καταθέσεων που μας επέβαλαν οι δανειστές με τα μνημόνια.

Ακολούθησε το ελπιδοφόρο μήνυμα από τον επόμενο: «Με ένα άρθρο και με ένα νόμο θα καταργήσουμε τα μνημόνια». Και ήλθε με τη σειρά του το τρίτο και πιο δυσβάσταχτο μνημόνιο. Τη θέση τους πήραν από τον επόμενο οι γνωστές διακηρύξεις για «ουσιαστικές αλλαγές» και για «επιτελικό κράτος»• καμιά όμως αλλαγή με στόχο τη λειτουργία της Δημοκρατίας, στη βάση της διάκρισης των εξουσιών, την ανεξάρτητη και ανεπηρέαστη λειτουργία των τριών εξουσιών που εξασφαλίζει την πραγματική ελευθερία. Το πολίτευμα εξακολούθησε να λειτουργεί, όπως από το 1985, ως πρωθυπουργική μονοκρατορία. Τη ζήσαμε κι αυτή, όλα αυτά τα χρόνια, στηριζόμενη μάλιστα σε καλπονοθευτικούς νόμους με τους οποίους οι διάφοροι πολιτικοί ηγεμονίσκοι νόθευαν και ευτέλιζαν «χωρίς περίσκεψη και χωρίς αιδώ» το Δημοκρατικό Πολίτευμα και οδήγησαν την πατρίδα μας στη χρεοκοπία.

Δηλαδή, για να θυμηθούμε και τον τίτλο του βιβλίου του Βάλτερ Κεμπόφσκι με το οποίο ξεκινήσαμε, τελικά «ΟΛΑ» όσα μας είπαν ήταν «ΓΙΑ ΤΟ ΤΙΠΟΤΑ». Και αν συνεχίσουν και συνεχίσουμε με τον ίδιο ρυθμό, χωρίς ν’ αλλάξουν και χωρίς να αλλάξουμε τακτική, θα πρέπει να είμαστε προετοιμασμένοι να δεχτούμε πως «ΟΛΑ» όσα θα ακολουθήσουν και μετά τις νέες εκλογές θα είναι «ΓΙΑ ΤΟ ΤΙΠΟΤΑ». Και τότε, για μια ακόμα φορά, θα επαληθευθεί ο αγνός εκείνος κόσμοκαλόγερος, ο Αλέξανδρος Παπαδιαμάντης, ο οποίος, πριν από 131 χρόνια, έγραφε για τους πολιτικούς και για τις εκλογές της εποχής του: «Α! Αι εκλογαί, αυτή είναι η μόνη επί εβδομήκοντα έτη ασχολία μας, αφ’ ότου ηλευθερώθημεν, αφ’ ότου δηλαδή μετηλλάξαμεν τυράννους,τ ους οποίους δια των εκλογών φανταζόμεθα, ότι αντικαθιστώμεν τάχα συχνότερον, όπως μη αποδειχθή ψευδές το δημώδες λόγιον: Άλλαξε ο Μανωλιός κι έβαλε τα ρούχα αλλοιώς».