Γιατί ακόμα επιμένουμε στις πλαστικές σακούλες;

on .

Η αντιμετώπιση της πλαστικής ρύπανσης αποτελεί προτεραιότητα, τόσο σε Ευρωπαϊκό όσο και σε εθνικό επίπεδο και ο Εθνικός Οργανισμός Ανακύκλωσης σε συνεργασία με το Υπουργείο Ενέργειας υλοποιεί, παρακολουθεί και εποπτεύει τα μέτρα πρόληψης που στοχεύουν στη μείωση της κατανάλωσης και χρήσης πλαστικών προϊόντων, εστιάζοντας κυρίως στην πλαστική σακούλα μεταφοράς και στα πλαστικά προϊόντα μίας χρήσης.

Με αφορμή πρόσφατο δημοσίευμα του «Π.Λ.» με αναφορά και για τη χρήση της βιοδιασπώμενης σακούλας, θα ήθελα να κάνω κάποιες συμπληρώσεις και να εξηγήσω στους καταναλωτές ποιες είναι οι διαφορές της από τη γνωστή μας παραδοσιακή πλαστική σακούλα, γιατί την καθιστούν πιο πλεονεκτική και ωφέλιμη  στην χρήση της, καθώς κύριος παράγοντας κατασκευής της, είναι η πλαστική ύλη. 

Όλοι οι έμποροι και εμπορικές επιχειρήσεις υποχρεούνται να παρέχουν στον καταναλωτή σακούλες για τη μεταφορά των προϊόντων τους και, όπως γνωρίζουμε σχεδόν όλοι, σύμφωνα με την τρέχουσα νομοθεσία μας από  την 1η Ιανουαρίου 2021 επιβάλλεται μία εισφορά στις πλαστικές σακούλες με σκοπό τη μείωση της κατανάλωσής τους. Η καταβολή της εισφοράς αυτής ως «περιβαλλοντικό τέλος» με αξία 0.07€ + ΦΠΑ = 0.09€ επιβάλλεται σε όλες τις πλαστικές σακούλες μεταφοράς και ανά τεμάχιο ανεξαρτήτως πάχους τοιχώματος, με εξαίρεση τις βιοαποδομήσιμες (ή βιοαποικοδομήσιμες) και λιπασματοποιήσιμες πλαστικές σακούλες μεταφοράς. Συνεπώς, υπάρχουν και δίνονται κίνητρα για τις βιοαποδομήσιμες πλαστικές σακούλες. Το ερώτημα όμως είναι, γιατί δεν τις χρησιμοποιούμε ή μήπως μάλλον γιατί δεν τις βρίσκουμε σε χρήση ακόμη.

 Οι  βιοδιασπώμενες σακούλες είναι πιο πλεονεκτικές έναντι των άλλων πλαστικών σακουλών, ακόμη και των  διαφόρων χάρτινων και έχουν πολλά οφέλη για το περιβάλλον, αλλά δεν έχουν γίνει ευρέως αποδεκτές από τούς επιχειρηματίες. Οι εταιρείες παραγωγής μπορούν να μειώσουν τις περιβαλλοντικές επιπτώσεις, αλλά είναι δύσκολο να προωθήσουν μια οικολογική πολιτική που θα είναι σύμφωνη με τις προτιμήσεις πολλών καταναλωτών, λόγω της διαφορετικής παραγωγής των σακουλών (πλαστικό –χαρτί, κλπ). Ωστόσο, για να μπορέσει να εφαρμοστεί σωστά οποιαδήποτε περιβαλλοντική νομοθεσία, θα πρέπει να έχει την υποστήριξη τόσο των πολιτών όσο και της αγοράς. Μόνο μέσα από τη σωστή ενημέρωση θα μπορέσει κανείς να αλλάξει συνήθειες και να εφαρμόσει συνειδητά στην πράξη αυτά τα οποία προβλέπει η νομοθεσία. Εξίσου σημαντική βεβαίως προσπάθεια, είναι και η προσαρμογή των επιχειρήσεων και βεβαίως και της παραγωγής, σε βιώσιμα πρότυπα.

Οι βιοαποδομήσιμες πλαστικές σακούλες μεταφοράς έχουν το πλεονέκτημα έναντι των άλλων ότι υπόκεινται σε ανακύκλωση μέσω βιοαποδόμησης ή λιπασματοποίησης, σύμφωνα με το Ευρωπαϊκό Πρότυπο ΕΛΟΤ ΕΝ 13432. Τα βιοαποδομήσιμα απόβλητα συσκευασίας όπως οι σακούλες, είναι τέτοια ώστε να μπορούν να αποσυντίθενται με φυσικό, χημικό, θερμικό ή βιολογικό τρόπο, έτσι ώστε το μεγαλύτερο μέρος του λιπάσματος που προκύπτει να αποσυντίθεται τελικώς σε διοξείδιο του άνθρακα, βιομάζα και νερό. Οι δε συσκευασίες είναι ανακτήσιμες, υπό μορφή λιπασματοποίησης, δηλαδή τα απόβλητα συσκευασίας που υφίστανται κατεργασία με σκοπό τη λιπασματοποίηση είναι βιοαποδομήσιμα, κατά τρόπο που να μην εμποδίζει τη χωριστή συλλογή και τη διαδικασία ή δραστηριότητα λιπασματοποίησης στην οποία υποβάλλονται.

Αυτή είναι μια μικρή ενημέρωση και καλή είναι και η πρόθεσή μου για ενημέρωση, αλλά το ερώτημα που τίθεται στο σχετικό δημοσίευμα του «Π.Λ.», το «ποιες είναι λοιπόν οι λύσεις σε αυτά τα προβλήματα;», παραμένει. Μάλλον η απάντηση είναι η ευαισθητοποίηση των πολιτών με στόχο την ενημέρωση για περαιτέρω περιορισμό των μιας χρήσης σακούλας μεταφοράς και για χρησιμοποίηση της επαναχρησιμοποιούμενης, χάρτινης – πλαστικής – υφασμάτινης. 

 *Ο Δημήτρης Μακρής είναι Πολιτικός Μηχανικός Τ.Ε..