Διαστάσεις της Αναστάσεως…

on .

Αναμφίβολα η Ανάσταση του Χριστού αποτελεί το μεγαλύτερο γεγονός στην ιστορία του κόσμου. Κάθε αλήθεια του Χριστιανισμού θεμελιώνεται στην Ανάσταση και το παν εξαρτάται από αυτήν. Όπως τονίζει χαρακτηριστικά ο Απόστολος Παύλος, «ει Χριστός ουκ εγήγερται κενόν το κήρυγμα ημών, κενή άρα και η πίστις ημών» (Α’ Κορ. ιε’, 14). Η Ανάσταση είναι ο ακρογωνιαίος λίθος πάνω στον οποίο στηρίζεται ο Χριστιανισμός. Το επίκεντρο της πίστεως και της ζωής μας. Ο άξονας περιστροφής του μεταμορφωμένου κόσμου. Η Ανάσταση του Χριστού είναι ταυτόχρονα ιστορικό, υπαρξιακό, εσχατολογικό γεγονός, αλλά και μια πραγματικότητα, που δέθηκε άμεσα με τη βιοθεωρία και την απαντοχή του ελληνικού λαού. 

Ως ιστορικό γεγονός η Ανάσταση του Χριστού έχει τις περισσότερες αποδείξεις από κάθε άλλο γεγονός της ανθρώπινης ιστορίας. Καταγράφεται στα Ευαγγέλια, που αποτελούν τα πλέον αξιόπιστα κείμενα της παγκόσμιας ιστορίας, από αυτόπτες και αυτήκοους μάρτυρες, οι οποίοι όχι μόνον γράφουν τα γεγονότα, αλλά και θυσιάζουν τη ζωή τους γι’ αυτά. 

Πέραν όμως όλων αυτών, την αλήθεια της Αναστάσεως επιβεβαιώνουν: η μεταβολή του Αποστόλου Παύλου, που είναι η πιο εκπληκτική και απότομη ψυχική μεταστροφή στην ανθρώπινη ιστορία. Η μετάθεση της αργίας του Σαββάτου, την Κυριακή. Η ηθική μεταβολή των Αποστόλων. Η ουσία του κηρύγματος των Αποστόλων, που είναι ο Αναστάς Κύριος. Η διαχρονική επισφράγιση αυτής της αλήθειας με το αίμα εκατομμυρίων μαρτύρων.

Το κήρυγμα της Αναστάσεως άρχισε να διαδίδεται στην ίδια πόλη που σταυρώθηκε και τάφηκε ο Ιησούς και απετέλεσε την πιο θαρραλέα πρόκληση κατά των απιστούντων, οι οποίοι θα μπορούσαν κάλλιστα να αποδείξουν ψευδομένους τους μαθητές. Αλλά ούτε οι σύγχρονοι με την Ανάσταση Ιουδαίοι ούτε οι μετέπειτα από αυτούς τόλμησαν να αμφισβητήσουν το γεγονός της Αναστάσεως. Ούτε πάλι είναι δυνατόν ένας μύθος, δύο χιλιάδες χρόνια τώρα, να αποτελεί το κέντρο της λατρείας και της αγάπης εκατομμυρίων πιστών. 

Η δεύτερη διάσταση της Αναστάσεως είναι η υπαρξιακή. Η Ανάσταση του Χριστού δεν είναι μονάχα ένα αναντίρρητο ιστορικό γεγονός, αλλά ταυτόχρονα ένα γεγονός με λυτρωτικές διαστάσεις και προεκτάσεις για τον άνθρωπο όχι μόνον στη μεταφυσική του προοπτική, αλλά και σ’ αυτή την ενδοκοσμική του παρουσία. Όπως έχει λεχθεί, «Η Ανάσταση δεν είναι μονάχα ιστορία, αλλά και μαρτυρία. Δεν είναι μνήμη, αλλά δύναμη. Δεν είναι γνώση, αλλά ζωή».

Για να επιβεβαιώσουμε τις πιο πάνω αλήθειες, χρήσιμο θα είναι να συνειδητοποιήσουμε αφ’ ενός μεν την τραγικότητα του μακράν της χαράς της Αναστάσεως ανθρώπου, αφ’ ετέρου δε το λυτρωμένο άνθρωπο στο βαθμό που βιώνει την Ανάσταση και ενσαρκώνει το ήθος της. 

Ο μακράν της Αναστάσεως άνθρωπος νιώθει να τον περισφίγγουν τα τείχη της περατότητας του είναι του. Αδυνατεί να θεμελιώσει την αξία του. Στερείται ενός ασφαλούς βάθρου ζωής και αφήνει την ψυχή του ανικανοποίητη στις πιο βαθιές μεταφυσικές απαιτήσεις και ανάγκες του. Η ζωή αποκτά αρνητικό χαρακτήρα. Η ύπαρξη εμφανίζεται γυμνή και αδύναμη, γεμάτη αντιφάσεις, αφού αντιμετωπίζεται σε όλο το βάθος της αδυναμίας, της μοναξιάς και της εγκαταλείψεως. Γενικά η υπαρξιακή του πορεία δεν είναι τίποτε άλλο, παρά μια κίνηση από το μηδέν στο πουθενά. 

Ο άνθρωπος που ενσαρκώνει το αναστάσιμο ήθος νιώθει ελεύθερος από τα εφιαλτικά σύνδρομα της ενοχής, της αγωνίας και της βασανιστικής μέριμνας. Εντάσσει το παρόν στην προοπτική του μέλλοντος. Γεμίζει ελπίδα και εσωτερική ειρήνη. Κάνει υπέρβαση της ψυχικής ανεστιότητας και του υπαρξιακού αδιεξόδου. Απομυθοποιεί το παράλογο του πόνου και του θανάτου και κατακτά τη λύτρωση, την οποία καμιά άλλη ενδοκοσμική αξία δεν μπορεί να του προσφέρει. 

Η τρίτη διάσταση της Αναστάσεως του Χριστού είναι η εσχατολογική. Βιώνεται ως δυναμική υπαρκτική κατάσταση από την παρούσα ζωή, ολοκληρώνεται όμως στην ατέρμονη αιωνιότητα, όπου οι πιστοί θα δουν «πρόσωπον προς πρόσωπον» τον Αναστάντα Ιησού. 

Στον αναστάσιμο κανόνα του Πάσχα, ο οποίος είναι ένα από τα υπεροχότερα κείμενα της παγκόσμιας φιλολογικής παραγωγής, μας υποδεικνύεται ο τρόπος για την επίτευξη αυτού του στόχου. Και αυτός είναι η κάθαρση των αισθήσεων από τον συσκοτισμό της καθημερινότητας. «Καθαρθώμεν τας αισθήσεις και οψόμεθα, τω απροσίτω φωτί της Αναστάσεως, Χριστόν εξαστράπτοντα και χαίρετε φάσκοντα…». 

Η τέταρτη διάσταση της Αναστάσεως είναι η λαογραφική. Το πως δηλαδή ο ελληνικός λαϊκός πολιτισμός εκφράζει το μεγάλο αυτό λυτρωτικό γεγονός. Χωρίς να αρνηθεί κανείς τον πανανθρώπινο και οικουμενικό χαρακτήρα της Αναστάσεως, δεν είναι δυνατόν να μην αναφερθεί στην επίδραση, που άσκησε το κοσμοσωτήριο αυτό γεγονός στη ζωή του ελληνικού λαού.

Για τον Ελληνισμό η γιορτή της Αναστάσεως δεν είναι μια τυπική γιορτή, που τη συντηρεί και τη μεταφέρει η παράδοση διαμέσου των αιώνων. Είναι κυρίως η γιορτή που ανταποκρίνεται στο βαθύτερο ψυχισμό του. Η μεγάλη αυτή γιορτή της Χριστιανοσύνης ήταν πάντα η μεγάλη γιορτή του Ελληνισμού. Στις δύσκολες ώρες της δοκιμασίας του το Έθνος μας έβλεπε στη γιορτή της Αναστάσεως την πεποίθηση για την αναγέννηση και την άνοδό του στο φως. Στα χρόνια της τουρκοκρατίας η ευχή ήταν «Χριστός Ανέστη και η Ελλάς Ανέστη».

Ο σύγχρονος άνθρωπος, πιστεύοντας στην Ανάσταση του Χριστού και συνειδητοποιώντας ότι ο Χριστός με την Ανάστασή του «συνανέστησε παγγενή τον Αδάμ», θα ξεπεράσει τις αγχωτικές εκβλαστήσεις της υπαρξιακής προβληματικότητας, θα λύσει το πρόβλημα της ζωής και του προορισμού της υπάρξεως και θα απομυθοποιήσει τον ριγηλό εφιάλτη του θανάτου, κάνοντάς τον πράξη κοινωνίας με τη ζωή. Μιας ζωής ποιοτικά διάφορης της παρούσης με μόνιμη υπόσταση και αιώνια διάρκεια, μιας ζωής χωρίς τέλος.

Χριστός Ανέστη!