Η δημιουργική συνάντηση Ορθοδοξίας και Ελληνισμού!

on .

Είναι γνωστό, ότι η παράδοση είναι το σύνολο των αξιών του έθνους, που παραδίδονται από τη μία περίοδο της ελληνικής ιστορίας στην άλλη. Από τους πρώτους Χριστιανικούς αιώνες οι πατέρες της εκκλησίας κατανόησαν και εδίδαξαν ότι οι Χριστιανοί πολλά έχουν να ωφεληθούν από την επιλεκτική μελέτη της σοφίας των Αρχαίων Ελλήνων. Η συνάντηση Χριστιανισμού και κυρίως της ορθοδοξίας και του Ελληνισμού υπήρξε γονιμότατη και δημιουργική.

 Ο Χριστιανισμός επωφελήθηκε από την ελληνική γλώσσα και από άλλα στοιχεία της ελληνικής παιδείας για να διαμορφώσει με ακρίβεια και σαφήνεια τη δογματική του διδασκαλία. Στην ελληνική γλώσσα γράφτηκε ολόκληρη η Καινή Διαθήκη. Παράλληλα η ελληνική φιλοσοφία είχε καταστήσει ικανούς τους λαούς να κατανοήσουν και να ενστερνιστούν τις Θεόπνευστες αλήθειες του Ευαγγελίου.

Αλλά και ο Ελληνισμός ωφελήθηκε από το Χριστιανισμό. Στους χρόνους της επίγειας παρουσίας του Χριστού ο ελληνισμός βρισκόταν σε παρακμή και αυτό ήταν συνέπεια της Ρωμαϊκής κοσμοκρατορίας. Εκτός από το γεγονός ότι οι Έλληνες ήταν υποτελείς, διάφορα φιλοσοφικά ρεύματα από τη Δύση και από την Ανατολή επέφεραν σύγχυση και το αρχαίο ελληνικό πνεύμα είχε χάσει τη λάμψη του.

Έτσι, ο Χριστιανισμός την ώρα εκείνη ανταπέδωσε τη χάρη που έλαβε από την ελληνική φιλοσοφία, γιατί έδωσε νέα πνοή στον ελληνικό κόσμο, που βρισκόταν σε παρακμή. Ο Χριστιανισμός ανασυγκρότησε, ανασύνδεσε, αναζωογόνησε τον ελληνισμό και έτσι από την ανατολική Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία γεννήθηκε η ένδοξη Ελληνική Βυζαντινή Αυτοκρατορία, η οποία εξεπολίτισε την Ευρώπη.

Την αλήθεια αυτή τονίζει επιγραμματικά ο μεγάλος ιστορικός Κων/ντίνος Παπαρρηγόπουλος στο μνημειώδες σύγγραμμά του «Ιστορία του Ελληνικού Έθνους» με τα εξής λόγια: «Το Ελληνικό Έθνος δεν διεσώθη, τουλάχιστον δεν διέσωσε την ιστορικήν αυτού αξίαν ειμή (=παρά μόνον) διά της μετά του Χριστιανισμού συμμαχίας. Αλλά, αν υπηρέτησε τον λόγον του Θεού, πολλαπλασίως απέλαυσε παρ’ αυτού ένεκα της διακονίας εκείνης την ανταμοιβήν, διότι δι’ αυτού επρωταγωνίστησε εν τω μέσω αιώνι και δι’ αυτού ιδίως ανεκαινίσθη εν τοις νεωτέροις χρόνοις».

Ο Γάλος λόγιος Ζακ Λακαριέρ είπε: «Για τον Έλληνα η Ορθοδοξία είναι το σπίτι του».

Ο μεγάλος Άγγλος ιστορικός Στήβεν Ρανσιμάν σε ένα από τα πιο σημαντικά έργα του: «Η μεγάλη Εκκλησία εν αιχμαλωσία» γράφει: «… Ο Ελληνισμός επέζησε γαλουχημένος από την Εκκλησία, επειδή οι Έλληνες δεν έπαψαν ποτέ να ελπίζουν και να κάνουν σχέδια για την ημέρα που θα ανακτούσαν την ελευθερία τους…»

Άξιο προσοχής είναι το ακόλουθο: ο θεωρητικός του Κομμουνισμού Κάρολος Μάρξ μισούσε τον ελληνισμό. Και όμως, παραδέχτηκε την αναμφισβήτητη αλήθεια, όταν έλεγε: «Το Ελληνορθόδοξο θρήσκευμα ξεχωρίζει από όλους τους άλλους κλάδους της Χριστιανικής πίστης κυρίως χάρη στην εξίσωση Κράτους – Εκκλησίας, πολιτικής και Εκκλησιαστικής ζωής».

Η συμπόρευση Ελληνισμού και Ορθοδοξίας οφείλεται στον «Κρίκο» που είναι κοινός. Ο «Κρίκος» αυτός λέγεται Φιλοσοφία. Έλληνας και Φιλοσοφία πάνε μαζί, είναι δύο έννοιες αναπόσπαστες. Μαρτυρεί δε γι’ αυτό ο Απόστολος των Εθνών Παύλος, όταν λέει: «Έλληνες σοφίαν ζητούσιν».

Ο Έλληνας γεννήθηκε αληθινά για να φιλοσοφεί. Και αυτό γιατί γεννήθηκε διδάσκαλος της ανθρωπότητας. Αλλά, εάν η φιλοσοφία έγινε «παιδαγωγός εις Χριστόν». Ο Ευαγγελιστής Ιωάννης γράφει στο κεφάλαιο ΙΒ’ 17-50: «Ήσαν δε τινές Έλληνες εκ των αναβαινόντων ίνα προσκυνήσωσιν εν τη εορτή. Ούτοι ουν προσήλθον Φιλίππω τω από Βησθαϊδά της Γαλιλαίας και ηρώτων αυτόν λέγοντες: Κύριε, θέλομεν τον Ιησούν ιδείν. Έρχεται Φίλιππος και λέγει τω Ανδρέα, και πάλιν Ανδρέας και Φίλιππος λέγουσι τω Ιησού. Ο δε Ιησούς απεκρίνατο αυτοίς λέγων: «Ελήλυθεν η ώρα, ίνα δοξασθή ο Υιός του ανθρώπου».

Η απάντηση αυτή ήταν προφητεία των μελλόντων. Οι εκεί εμφανισθέντες Έλληνες ήταν οι αντιπρόσωποι όλου του Ελληνικού Έθνους. Στην παρουσία αυτών ο Θεάνθρωπος Ιησούς διέβλεψε το Έθνος εκείνο στο οποίο επρόκειτο να παραδώσει την Ιερή παρακαταθήκη για να διαφυλαχθεί στην ανθρωπότητα. Στην επιθυμία των Ελλήνων να ιδούν τον Χριστόν διέγνωσεν ο Ιησούς την προθυμία να αποδεχθούν τη διδασκαλία του και αναγνώρισε το Έθνος το οποίο ήταν προορισμένο για αυτόν τον σκοπό από καταβολής κόσμου.

Η Ελληνική φιλοσοφία παιδαγωγούσε το Ελληνικό Έθνος προς το πνεύμα του Χριστιανισμού. Αυτό υποστηρίζει και ο Κλήμης ο Αλεξαδρεύς λέγοντας: «Πριν η Ελληνική φιλοσοφία ήταν αναγκαία για τη δικαιοσύνη, τώρα όμως είναι χρήσιμη για τη θεοσέβεια».

Η Ελληνική φιλοσοφία γεννήθηκε για τον Χριστιανισμό και εταυτίστηκε με αυτόν για να συμβάλει στη σωτηρία της ανθρωπότητας. Ο Απόστολος των Εθνών Παύλος αναφέρει: «Οι Έλληνες αναζητούν με πάθος τη σοφία». Οι πρώτοι συνεργάτες του Αποστόλου Παύλου είναι Έλληνες α) Μακεδόνες: Αρίσταρχος ο Θεσσαλονικιός και Σώπατρος Πύρρου από τη Βέροια. Β) από την Έφεσο ο Τυχικός και ο Τρόφιμος γ) από τη Λυκία ο στενότερος συνεργάτης του Τιμόθεος.

Μετά τον Παύλο είναι μεγάλη η προσφορά του Ευαγγελιστή Λουκά, ο οποίος έγραψε και τις «Πράξεις» των Αποστόλων. Σημαντικότατο ρόλο στην ερμηνεία των αληθειών του Ευαγγελίου είχε η ελληνική γλώσσα. Η διαχρονική αντοχή της εξυπηρετεί την ορθή κατανόηση των αληθειών, που περιέχονται στο Ευαγγέλιο.

Την απόλυτη καταλληλότητα της ελληνικής γλώσσας για την ακριβή διατύπωση των υπερφυσικών νοημάτων των αληθειών του Ευαγγελίου είχαν κατανοήσει τον 19ο αιώνα πολλοί Ευρωπαίοι ειδικοί ερευνητές.

Η αρχαία ελληνική λογοτεχνία ήταν ειδωλολατρική. Όμως, προβάλλει τις ανθρώπινες αξίες, που κάνουν τον άνθρωπο αυθεντικό και γνήσιο. «Ως χαρίεν εστί άνθρωπος, όταν άνθρωπος ή». Πόσο χαριτωμένος είναι ο άνθρωπος, όταν είναι άνθρωπος!..

Ο Όμηρος προβάλλει συνεχώς τους Θεούς του Ολύμπου. Όμως, ο μέγας Βασίλειος γράφει: «Πάσα ή ποίησις Ομήρου αρετής εστίν έπαινος». Έτσι, μέσα στο Χριστιανισμό οι αρχαίες ελληνικές λέξεις, που εκφράζουν αξίες θα λάβουν πανανθρώπινη εμβέλεια και θα «μορφώνουν, θα παιδεύουν, μέχρι σήμερα τον κόσμο.

Ο Ελληνισμός μέσα από τον Χριστιανισμό θα διδάξει την ανθρωπότητα πως οι αξίες γίνονται ζωή μέσα στη θεία χάρη. Το γνωστό: «Ουράνιον φύσιν πονηράν μεταβαλείν», στη χριστιανική διδασκαλία δεν είναι απόλυτο: Ο Έλληνας στο βάθος δεν αλλάζει και γι’ αυτό δεν χάνεται. Ό,τι προσλάβει ο Έλληνας από τους άλλους, το «μετασκευάζει», το προσαρμόζει στο δικό του και το μεταμορφώνει σύμφωνα με το δικό του. Ο Πλάτων γράφει: «Ό,τι περ Έλληνες παρά βαρβάρων λάβωσι, κάλλιον τούτο εις τέλος απεργάζονται».

Αυτός είναι ο δυναμισμός της ελληνικότητας σε όλους τους αιώνες. Η αναγνώριση της αξίας του άλλου είναι το θεμέλιο της ελληνοχριστιανικής αρετής.

Όλα αυτά εκπορεύονται από το πνεύμα της κανονικότητας που καλλιέργησε ο Μέγας Αλέξανδρος. Καταλαμβάνοντας νέες χώρες φρόντιζε να ιδρύει παντού καινούργιες ελληνικές πόλεις, οι οποίες μετέφεραν το ελληνικό τρόπο ζωής σε κάθε γωνιά του τότε γνωστού κόσμου. Έτσι, γεννήθηκε ο μέγας κόσμος της ελληνικής οικουμένης, ένα εκπληκτικό φαινόμενο πολιτιστικής έκρηξης που δεν έχει όμοιό του στην ιστορία.

Τα προτερήματα του Έλληνα στην κοινή προσπάθεια εκφράζει συνοπτικά ο Ίων Δραγούμης: «Όταν βρεθούν δέκα Ρωμιοί, φτιάχνουν κοινότητα. Συνάζουν πρώτα χρήματα για την Εκκλησία. Άμα την χτίσουν, φέρνουν παπά. Έπειτα και τις γυναίκες τους. Ύστερα, με τους δίσκους της Εκκλησίας, συνάζουν χρήματα και φτιάχνουν σχολείο. Τέλος φέρνουν δάσκαλο για τα παιδιά τους. Και να την η Κοινότητα… ο Ελληνισμός είναι μια οικογένεια από Ελληνικές κοινότητες.

… Το έθνος μας ολάκερο πάλι, με κοινότητες πρέπει να κυβερνηθεί και μόνον με κοινότητες θα προκόψει…».