Εγκατάλειψη και παρακμή στον αρχαιολογικό χώρο Πωγωνίου

on .

 Ένα καλοκαίρι, στα χρόνια 1973-76, βρέθηκα προσκυνητής στη Μερόπη Πωγωνίου, προσκυνητής στα ριζολίθαρα των προγόνων μου. Στο οδοιπορικό μου ήταν και μια επίσκεψη σε ένα εξωκλήσι του Αηλιά πάνω από το χωριό στις πλαγιές της Νεμέρτσικας, της Μερόπης του Γεωγραφικού χάρτη, ενός πολυτραγουδισμένου πανέμορφου ορεινού σχηματισμού. Συντροφιά ο Γραμματέας της κοινότητας αείμνηστος Γρ. Οικονόμου. Αφού ανάψαμε ένα κερί και διαβάσαμε ένα αναρτημένο πρόχειρα κείμενο για το ιστορικό της εκκλησίας, με μια αναφορά σε κάποιον παλιό πρόγονό μου, πήραμε το μονοπάτι της επιστροφής. Κατεβαίνοντας, ο Γρηγόρης μου λέει: Μια που βρισκόμαστε εδώ πάμε στον απέναντι Αηλιά του Παλαιοπύργου να δεις κάτι μεγάλα λιθάρια. Εκεί φθάσαμε σύντομα και βρεθήκαμε σε έναν άλλο λοφίσκο με τα ερείπια μιας άλλης εκκλησίας ενός άλλου Αηλιά, από τους πολλούς Αηλιάδες διάσπαρτους σε άλλους λόφους της Νεμέρτσικας, αφιερώματα των χωριών που περιβάλλουν αυτό το βουνό.

Σε γειτονικό λόφο και στα όρια του Παλαιοπύργου ήταν ένας ο Αηλιάς, ερειπωμένος σχεδόν μέχρι θεμελίων. Εκεί δίπλα στα ερείπια του Αηλιά υπήρχαν τα κατάλοιπα ενός άλλου κτίσματος με μεγάλες ισόδομες πέτρες διαστάσεων, με μια απλή εκτίμηση σε εκατοστά, 50X60X150. Ο Γρηγόρης απλά μου είπε ότι πρέπει να είναι «Κυκλώπεια τείχη», ίσως από το Παλιοχώρι και μου έδειξε κάποιες λοφοσειρές πιο ψηλά προσθέτοντας, ότι εκεί υπάρχουν πολλά ερείπια από σπίτια και κάποια εκκλησία, προσθέτοντας και κάποιες παραδόσεις που διατηρούνται ακόμη ζωντανές στους κατοίκους των χωριών γύρω από τη Νεμέρτσικα.

Δεν είναι εξακριβωμένο αν αυτά τα ερείπια του αρχαίου κτίσματος είναι κατάλοιπα κάποιου αρχαίου ιερού, ή αν ήταν κάποια φρυκτωρία, δηλαδή σταθμός αναμετάδοσης φωτεινών μηνυμάτων με φωτιές. Κάτι σαν τηλεπικοινωνίες, των αρχαίων Ελλήνων με τέτοιες φρυκτώριες. Έβγαλα μια φωτογραφία, την μοναδική που υπάρχει.

Αυτό το οδοιπορικό ήταν η αφετηρία μιας έρευνας τα επόμενα χρόνια, για να χαρακτηρισθεί αργότερα και από τον αρχαιολόγο Ηλία Ανδρέου αυτό το μνημειακό κατάλοιπο ως αρχαία Φρυκτωρία. Μια ανάμνηση μια πρόδρομης οργάνωσης Τηλεπικοινωνίας των ανθρώπων, προέκτασης ενός ανθρώπινου αγαθού, της επικοινωνίας, που συνδέθηκε με την άμεση δια φωνής επικοινωνίας των ανθρώπων. Παραλείποντας την ιστορική εξέλιξη της επικοινωνίας των ανθρώπων, θα σημειώσω έναν ιστορικό σταθμό, ο οποίος εκτιμήθηκε ως σημαντική ιστορική εφαρμογή της τηλεπικοινωνίας και κρίθηκε σημαντικό επίτευγμα, από τον αρχαίο δραματουργό Αισχύλο, και το καταγράφει στην τραγωδία «Αγαμέμνων», το γεγονός της αυθημερόν μετάδοσης της είδησης της λήξης του Τρωϊκού πόλεμου, από την Τροία στις Μυκήνες, μέσα από ένα δίκτυο φρυκτωριών.

Η λεπτομερής περιγραφή στην τραγωδία, γίνεται με 37 στίχους διαλόγου μεταξύ χορού και Κλυταιμνήστρας. Η Κλυταιμνήστρα απαντώντας στο χορό στο ερώτημα: «και ποιος θα μπορεί μηνυτής να φτάση αμέσως», απαντά αρχίζοντας την αφήγηση

«Ο Ήφαιστος, στέλλοντας λαμπρή φωτιά από την Ίδα. Και πάνω-πανωτές φωτιές αγγαρεμένες». 

 Ήταν μια πρώτη επανάσταση στην τηλεπληροφορική της εποχής και την καταγράφει ο ποιητής με λεπτομέρεια για τις στάσεις και τις ενδιάμεσες φρυκτώριες που λειτουργούσαν σε ιερά του Απόλλωνα. Μιας τέτοιας φρυκτώριας αρχαίο μνημειακό κατάλοιπο είναι και τα μεγάλα αυτά «σκέμπια», δίπλα στα ερείπια εκείνου του Αηλιά που πήγαμε με τον Γρηγόρη.

Αυτά τα μεγάλα λιθάρια τα βρίσκει και ένα άλλος χωριανός το 1974, ο μπάρμπα Γιώργος, ο οποίος αργότερα, στα γεράματά του, αρχίζει να γράφει σε τετράδια και φύλλα ενθυμήσεις που βρέθηκαν το 1990 και περιγράφει το γεγονός με απλά λόγια: «Αυτό το φυλάκιον που είναι χτισμένο δίπλα στα ερείπια στον Προφήτη Ηλία στο εξωκλήσι του χωριού Παλαιόπυργος (Μέβγεζα), που είναι χτισμένο με πέτραις τόσο μεγάλες και λευκές που δεν έγει το βουνό μας. Πούθε τις έφερναν, όπως και του Παρθενώνα τα μάρμαρα; Έτσι και τις πέτρες αυτές τις πολύ μακριές και πολύ πλατιές, φθάνοντας 2 μέτρα μήκος και πάχος και το φυλάκιον αυτό το είχαν σαν αλώνι βαθύ και μέσα άναβαν φωτιές που έφθαναν πολύ ψηλά οι φλόγες ίνα οι σύμμαχοί τους ευρισκόμενοι εις τα άκρα της όλης Ηπείρου βλέποντας την υψηλή φλόγα έτρεγαν προς βοήθειαν, αλλά και εγώ συμπληρώνω, πρώτα εχάλασαν οι εχθροί το φυλάκιον Αλώνι και μετά κατέστρεψαν το Ρομπατοχώρι του Μεγάλου χωριού, το Παλαιό Πωγώνι που ως προαναφέρω του έμεινε το όνομα Παλαιοχώρι. Άναβαν δε φωτιά μεγάλη να ειδοποιηθούν οι φίλοι τους διότι ούτε τηλέφωνα ούτε ασύρματοι ήταν τα παλαιά χρόνια και ούτε δημόσιοι δρόμοι παρά με ζώα και ποδαρόδρομο και είχαν βρη το πρακτικό μέσον αυτό με τις φλόγιες στα υψώματα των βουνών και σε μέρη όπου μπορούσαν να τα βλέπουν όλοι οι μακρυνοί φίλοι τους σύμμαχοί τους.

Δυστυχώς τα λιθάρια αιώνες με αιώνες θα γκουντουληθούν τελείως, δεν βρέθηκε καμιά υπηρεσία Αρχαιολόγων να τα συμμάση ούτε δε και το χωριό Μέβγεζα ούτε και για το εξωκλήσι, που έγινε μια λιθοσουριά, εφρόντισαν». Και στη λιθοσουριά αυτού του Αηλιά, άναψα το κερί μου και το τι διαλογιζόμουν την ώραν αυτήν βάλτε το και σεις στο μυαλό σας. Βρήκα δε, όπως είπα, εκεί στον Αϊλιά και κάτι πέτρες τετράγωνες πολύ μεγάλες και πελεκημένες τετράγωνα και γκρεμισμένες και αυτές από ανθρώπους εχθρούς του τόπου μας γιατί δεν έπεφταν μόνοι τους. Είταν σαν φυλάκιο και τίς είδε από πόσο μακρυά. φερμένες γιατί εκεί κοντά δεν υπάρχει τέτοια πέτρα ή λιθάρι.

Τις είδε ποιοι ήσαν οι εχθροί αυτοί, Σλαύοι, Ρωμαίοι, Ιλυριοί, Τούρκοι; Άγνωστον δι εμέ.

Το είχαν οι αρχαίοι το φυλάκιον αυτό ανοικτό άνωθεν και μέσα άναβαν φωτιά πολύ μεγάλη για να τη βλέπουν οι γείτονες της επαρχίας Πωγωνίου και η φωτιά ήταν σύνθημα! Μας κτυπούν οι εχθροί τρέξτε να μας γλυτώσετε!

Δεν είχαν άλλο μέσον να τους ειδοποιήσουν, ούτε τηλέγραφο, τηλέφωνα, ασύρματο κλπ. που έχει τώρα η ανθρωπότης και πήγαιναν και τους βοηθούσαν».

Με απλά λόγια ο μπάρμπα Γιώργης, γιός τσέλιγκα μαθητής Σχολαρχείου της εποχής του 1920, περιγράφει τη Φρυκτώρια του Αηλιά.

Λέγεται ότι σε κορυφές βουνών χτίζονταν από τους αρχαίους τα ιερά του Απόλλωνα. Κι αυτό δεν είναι εξακριβωμένο. Όμως στην παράδοση του Πωγωνίου, όπως μου την ανέφερε ένα γέρος στην Πωγωνιανή λέγεται ότι:

«Αηλιάς, βλέπει Αηλιά».

Δεν είναι εύκολο να ισχυριστεί κανείς ότι αυτή η παράδοση φέρνει κάτι από την ιστορία των φρυκτωριών ή των ιερών του Απόλλωνος. Την βρήκαμε όμως και την καταγράφουμε: «Αηλιάς, βλέπει Αηλιά».

Είναι όμως διαπιστωμένο ότι όλοι οι Αηλιάδες είναι χτισμένοι σε κορυφές λόφων και βουνών. Και είναι γνωστή κάποια παλιά παράδοση ότι, την παραμονή της μνήμης του Προφ. Ηλία οι κάτοικοι πήγαιναν από βραδύς την παραμονή, άναβαν φωτιές, και γύρω γλεντούσαν τραγουδώντας και πίνοντας κρασί. Και στην περίπτωση αυτού του ερειπωμένου Αηλιά, από τη θέση αυτή είναι ορατός όλος ο αρχαιολογικός χώρος της μεγάλης κοιλάδας του Γορμού, ο οποίος χαρακτηρίστηκε έτσι από την αρχαιολογική Υπηρεσία. Σε πολλές θέσεις αυτού του χώρου έγιναν ανασκαφικές εργασίες από τον αρχαιολόγο Ηλία Ανδρέου, από το 1979, και διενεργήθηκαν για 30 περίπου χρόνια. Στα χρόνια αυτά αποκαλύφθηκαν πολλές θέσεις με σημαντικά ευρήματα, μνημεία, τύμβους, τάφους, ελληνιστικά κτίσματα, οχυρά με μια πιστοποίηση μιας μακράς περιόδου συνεχούς κατοίκησης της περιοχής από τους προϊστορικούς χρόνους. Εντοπίστηκαν περισσότεροι από 100 τύμβοι τάφων και μια Ελληνιστική πόλη την οποία παραστατικά περιγράφει ο αρχαιολόγος:

«αξιόλογη πόλη κλασικών και ελληνιστικών χρόνων εντοπίσαμε πάνω σε χαμηλό λόφο στη βόρεια όχθη του Γορμού, νότια από το εξωκλήσι της Αγίας Βαρβάρας. Η πόλη καταλαμβάνει έκταση περίπου δέκα στρεμμάτων, ήταν οχυρωμένη με τείχος, τμήματα τον οποίου σώζονται σε μερικά σημεία. Επιφανειακά διαγράφονται μέσα στον χώρο της πόλης, θεμέλια δεκάδων σπιτιών και πιθανόν δημοσίων κτιρίων, ακόμη δυτικότερα στην περιοχή του μοναστηριού του Αη-Γιάννη, υπάρχει πλήθος κεραμιδιών και κομμάτια αγγείων που χρονολογούνται στους ύστερους κλασσικούς και πρώιμους ελληνιστικούς χρόνους, στον 4° δηλαδή και 3ον αι. π.Χ και προφανώς ανήκουν σε συνοικισμό αυτής της εποχής».

Αντιπροσωπευτικά ευρήματα των ανασκαφών εκτίθενται σε ειδική προθήκη στο Αρχαιολογικό Μουσείο Ιωαννίνων.

Στον ευρύτερο αυτόν αρχαιολογικό χώρο της Κοιλάδας του Γορμού, ο οποίος είναι ο μεγαλύτερος μετά από το χώρο των Ιωαννίνων, υπάρχουν και άλλα πολλά μνημεία που συνθέτουν ένα ενδιαφέρον πολιτιστικό παζλ, το οποίο ορίζει και τα ιστορικά όρια του Πωγωνίου. Το Κάστρο στο Λαχανόκαστρο με πιστοποιημένη από τον ιστορικό Νίκολας Χάμοντ ελληνιστική θεμελίωση, διάσπαρτα μέλη όμοιων με εκείνα της Φρυκτώριας σε πολλές θέσεις, τα ερείπια στο Παλιοχώρι στη Νεμέρτσικα με υδραγωγείο από τις πηγές Μπιτσικόπουλο και υδραύλακα επενδεδυμένο με κορασάν, πέτρινες στήλες πιθανόν απολιθωμένα δένδρα, πέντε τοξωτά γεφύρια αναστηλωθέντα από την Εφορία Νεωτέρων Μνημείων, αναστηλωμένους επίσης τρεις υδρόμυλους και πέντε αναμένοντες μια αναστηλωτική επέμβαση, τρίτοξη γέφυρα με όνομα Γκρέτσι=των Γραικών σε διαδρομή με δύο τοπωνύμια Ντερβένι, και θέσεις Νταμπόρια πάνω σε μονοπάτι που χαρακτηρίζεται παρεγνατία και σύνδεε Κορυτσά με Αγίους Σαράντα, με θερινό τμήμα μονοπατιού πάνω από τη Νεμέρτσικα και χειμερινό από χαμηλότερα υψόμετρα, σημαντικά Εκκλησιαστικά προσκυνήματα. Μονή Αβελ συντηρηθείσα από την Περιφέρεια, ομοίως Εκκλησία Ρουψιάς με παράδοση ότι εμπλουτίστηκε με Τέμπλο προσφορά του Αλή Πασά μνημονευόμενου στο υπέρθυρο της εισόδου συντηρηθείσα από την Περιφέρεια, Μονή Αγίου Ιωάννη, εκκλησία Παναγιά και Αγίου Αθανασίου στην Κάτω Μερόπης ιερά που συντηρήθηκαν από την αρχαιολογική Υπηρεσία, Εκκλησία Αγίου Δημητρίου Κακολάκκου με αξιόλογο Τέμπλο συνδεόμενο με την οικογένεια Μάρκου Μπότσαρη, Τοπάρχη επί Αλή πασά, Εκκλησία Ωραιοκάστρου με Αρχαίους φιλόσοφους στην εικονογραφία της. 

Πολλά αιωνόβια δένδρα βελανιδιάς σε ιερά προσκυνήματα, σε εκκλησιαστικά τοπωνύμια και σε μεγάλες συστάδες δρυοδασών στη Νεμέρτσικα και σε δασικές εκτάσεις, μια πλούσια βιοποικιλότητα καλύπτει τη Νεμέρτσικα σε χλωρίδα και πανίδα που για είκοσι σχεδόν χρόνια μελετάται από ξένους επιστήμονες από πολλές χώρες, οι οποίοι περπατούν το βουνό και ερευνούν, μελετούν και καταγράφουν είδη και πληθυσμό. Στο Πολιτιστικό Κέντρο (τοπικό Μουσείο) Μερόπης, στην αίθουσα του αρχαιολόγου Ηλία Ανδρέου, εκτίθεται ένα πλούσιο πληροφοριακό υλικό για τις ανασκαφές, με χάρτες, φωτογραφίες κείμενα και δημοσιεύσεις, μαζί και ένα απολιθωμένο κέρατο βοδιού 900.000 ετών που βρέθηκε σε περιοχή του Πωγωνίου.

Για τον Αρχαιολογικό χώρο, ο αρχαιολόγος που για 30 χρόνια με μια μεγάλη και επίπονη προσπάθεια στα ρουμάνια και δάση της κοιλάδας, εργάστηκε και αποκάλυψε μια άγνωστη ιστορία του Πωγωνίου, έχει δηλώσει ότι η περιοχή έχει αντικείμενο αρχαιολογικής έρευνας για 100 χρόνια. Οι ανασκαφές έχουν σταματήσει εδώ και. αρκετά χρόνια. Οι θέσεις που ανασκάφηκαν και με φροντίδα του περιφράχθηκαν, έχουν χερσώσει και ρουμανιάσει, οι προσβάσεις που διανοίχθηκαν έχουν κλείσει από την οργιώδη βλάστηση, όποιες εγκαταστάσεις και περιφράξεις είχε δημιουργήσει έχουν λεηλατηθεί, πινακίδες πληροφοριών έχουν χαθεί, επιτήρηση από κάποια οργανωμένη μορφή φύλαξης και επίβλεψης είναι ανύπαρκτη, φύλαξη και προστασία από παράνομες επεμβάσεις σε αρχαιολογικό χώρο δεν υπάρχει. Προσπάθειες να προσληφθεί αρχαιοφύλακας δεν καρποφόρησαν. 

Η Υπουργός Πολιτισμού είναι ενήμερη για την κατάσταση και από διετίας έδωσε εντολή να συνεχίσουν οι ανασκαφές, που όμως δεν ξεκίνησαν και ουδέν ενδιαφέρον εκδηλώθηκε από την Τοπική Αυτοδιοίκηση. Είναι αμφίβολο αν κάποιος αξιωματούχος επισκέφθηκε τα πεδία μιας πολύχρονης ανασκαφικής ιστορικής εργασίας που ανέσυρε μια άγνωστη ιστορική περίοδο του Πωγωνίου.

Η Φρυκτώρια της Νεμέρτσικας αποτελεί διαχρονικά ένα μνημείο που σημειολογεί την αρχέγονη ελληνική παρουσία στην περιοχή και σαν Πελασγικό, υποτίθεται μνημείο, ίσως συνδέεται και με τον Πελασγικό Δία της Δωδώνης που αναφέρεται στην προσευχή του Αχιλλέα, «..Ζευ Ανα Δωδωναίε Πελασγικέ...». Η Ολύτσικα είναι ορατή από τη Νεμέρτσικα. Μια τοπογραφική μελέτη μπορεί να το βεβαιώσει και μια έρευνα για την επιβεβαίωση της τοπικής παράδοσης ότι Αηλιάς βλέπει Αηλιά, είναι ένα ενδιαφέρον θέμα για μια διατριβή σύζευξης λαϊκής παράδοσης και ιστορίας.

Το σύντομο αυτό οδοιπορικό τελειώνει, σαν ένα μήνυμα που εκπέμπεται ακόμη από την αρχαία αυτή Φρυκτώρια, ένα νέο σήμα κινδύνου εκπέμπεται πάλι για την ερημοποίηση του Πωγωνίου και την διακοπή των αρχαιολογικών ερευνών σε ένα τόσο εκτεταμένον αρχαιολογικό χώρο όπου εντοπίζεται μια τόσο μεγάλη ύπαρξη αρχαιοελληνικών μνημείων στα όρια του αρχαίου Ακριτικού Ηπειρωτικού Ελληνισμού. Το πολιτιστικό αυτό θέμα του Πωγωνίου θα μπορούσε να γίνει και προεκλογικά επίκαιρο για τις παραλήψεις και την αδιαφορία της Πολιτείας. Αλλά δυστυχώς η αρχαία Φρυκτώρια της Νεμέρτσικας δεν έχει βιγλάτορες να φωνάξουν και στη Δωδωναία Φηγό δεν φωλιάζουν Πέλειες Μάντιδες λαλέουσες… μια πολιτιστική εγκατάλειψη και παρακμή.