Ελληνισμός: Σημεία εθνικής αυτογνωσίας

on .

Διακόσια και πλέον  χρόνια από την εθνική παλιγγενεσία και υπερβαίνοντας την τετριμμένη επετειολογία των ημερών, το σημερινό επιφυλλιδικό μας σημείωμα θα επιχειρήσει την εμβάπτισή μας στα νάματα της «αμφίθυμης» - Ανατολής και Δύσης- υπερτρισχιλιετούς  εθνικής μας πορείας, με απώτερη επιδίωξη τον αναστοχασμό και μέσω της  απροκατάληπτης εθνογνωσίας να γνωρίσουμε τα πολλά και μεγάλα προτερήματα, αλλά και τα «ηχηρά» ελαττώματα της φυλής μας, χαλκεύοντας και σφυρηλατώντας έτσι  την απαραίτητη υγιή εθνική αυτοσυνειδησία, μακριά από την διαχρονική πατριδεμπορία και την εθνοκαπηλεία των γνωστών κύκλων.

Καταδυόμενοι στον πυθμένα του Ελληνισμού, στις απαρχές του δηλαδή, είναι χρήσιμο να απαντήσουμε σε καίρια ερωτήματα, όπως: Ποια είναι άραγε τα ισχυρά σημεία του τα τελευταία 3.500 της καταγεγραμμένης Ιστορίας του; Παύει η αξιομνημόνευτη πορεία του με το τέλος της κλασσικής εποχής; Πώς το Ανατολικό τμήμα της Ρωμαϊκής αυτοκρατορίας, το Βυζάντιο δηλαδή, μεταλλάσσεται φυσιογνωμικά σε πυρήνα του Ελληνισμού; Πώς και γιατί το νεοελληνικό κράτος των επτά πολέμων,των τεσσάρων εμφυλίων και των επτά πτωχεύσεων μπόρεσε να γίνει πρότυπο για τις χώρες της Βαλκανικής και υπολογίσιμος εταίρος των Ευρωπαίων; 

Η Ηροδότεια τετραπλή προσέγγιση του έθνους («όμαιμον», ίδιο αίμα στις φλέβες, «ομόγλωσσον», ίδια γλώσσα, «ομόθρησκον», κοινή θρησκεία, «ομότροπα ήθη και έθιμα», κοινά ήθη και έθιμα), παρότι από πρώτη ματιά απλοϊκή, εντούτοις αναλύοντάς την συναντά τον σύγχρονο επιστημονικό προσδιορισμό της έννοιας του έθνους ως «μια διαμορφωμένη σταθερή κοινότητα ανθρώπων με συνείδηση ότι αποτελεί ένα ενιαίο και αλληλέγγυο σύνολο με δική του πολιτισμική φυσιογνωμία και ψυχοσύνθεση, με κοινά υλικά και πνευματικά συμφέροντα και με σταθερά εκφρασμένη τη βούληση ή τάση πολιτισμικής ή πολιτικής αυτονομίας, που μπορεί να φτάσει ως την απαίτηση κρατικής ανεξαρτησίας («αίσθημα κοινής πατρίδας και πατριωτισμού» (Ανέκδοτο κείμενο Ν. Σβορώνου «Το Ελληνικό Έθνος, γένεση και διαμόρφωση του Νέου Ελληνισμού»).

Ενώ οι ιστορικοί Παπαρρηγόπουλος- Ζαμπέλιος θα τονίσουν το ιδεαλιστικό ιστορικό σχήμα περί αδιάκοπης συνέχειας του Ελληνισμού. Ένας «νέος ελληνισμός», δηλαδή, που προκύπτει μέσα από μια διαδοχική γενεαλογική σχέση, σχέση  προπάππου, παππού, πατέρα, γιου, από τον «μεσαιωνικό», «χριστιανικό», «μακεδονικό» και «αρχαίο ελληνισμό». Το «πας μη Έλλην βάρβαρος» του Ισοκράτη, μας υπενθυμίζει την υπεροχή της ελληνικής παιδείας από τον Όμηρο, τη Σαπφώ και τους Αρχαίους Τραγικούς ως τον Σολωμό, τον Παπαδιαμάντη, τον Σεφέρη και τον Ελύτη και ότι Έλληνες δύνανται να είναι οι της ελληνικής παιδείας μετέχοντες. 

Είναι χαρακτηριστικά Κείμενα της Επανάστασης με την απαίτηση για «εθνική ελευθερία» και «φώτα», δηλαδή για ένα ανεξάρτητο συνταγματικό- δημοκρατκό κράτος που θα ανασυστήσει την κληρονομιά της αρχαίας Ελλάδας στη νέα εποχή, με αντιπροσωπευτικότερο αυτό: «Απόγονοι του σοφού και φιλανθρώπου Έθνους των Ελλήνων, σύγχρονοι των νυν πεφωτισμένων και ευνομουμένων λαών της Ευρώπης, και θεαταί των καλών, τα οποία ούτοι υπό την αδιάρρηκτον των νόμων Αιγίδα απολαμβάνουσι, ήτο αδύνατον πλέον να υποφέρωμεν μέχρι αναλγησίας και ευηθείας την σκληράν του Οθωμανικού κράτους μάστιγα, ήτις τέσσαρας περίπου αιώνας επάταξε τας κεφαλάς ημών, και αντί του λόγου την θέλησιν ως νόμον γνωρίζουσα, διώκει και διέταττε τα πάντα δεσποτικώς και αυτογνώμως» («Απόφασις της εν Επιδαύρω Α΄ Εθνικής των Ελλήνων Συνελεύσεως, εν Επιδαύρω, την ΙΕ΄ Ιανουαρίου Α΄ της Ανεξαρτησίας, αωκβ΄»).

Οι οπλαρχηγοί, δηλαδή, και οι καπεταναίοι της Επανάστασης του ΄21, ο Κολοκοτρώνης, ο Καραϊσκάκης , ο Ανδρούτσος, ο Παπαφλέσας, ο Αθανάσιος Διάκος, η Μπουμπουλίνα, η Μαντώ Μαυρογένους, ο Κανάρης, ο Μιαούλης και τόσοι άλλοι, είχαν πλήρη επίγνωση γιατί πολεμούσαν. Την ίδια επίγνωση που είχαν οι Μιλτιάδης, Θεμιστοκλής και Λεωνίδας στον Μαραθώνα, στη Σαλαμίνα και στις Θερμοπύλες, ο «μαρμαρωμένος Βασιλιάς» Κωνσταντίνος Παλαιολόγος, μαχόμενος μέχρις εσχάτων στην Πόλη. Τα Απομνημονεύματα του στρατηγού Μακρυγιάννη, με την επισήμανση των σπουδαίων αρετών, αλλά και των σοβαρών ελαττωμάτων της φυλής μας, με κυριότερο αυτό της διαίρεσης, συνιστούν ένα εξαιρετικό κείμενο εθνικής αυτογνωσίας. Οι προφητικές του επισημάνσεις παραπέμπουν στο κορυφαίο Θουκυδίδειο έργο Περικλέους Επιτάφιο. 

Είναι φανερό ότι το νήμα που διαπερνά και συνέχει τα 3.500 αυτά χρόνια του Ελληνισμού είναι η συνείδηση ελληνικότητας που έχει διαμορφωθεί και ενυπάρχει σε κάθε Έλληνα από την αρχαία εποχή (κλασσική), τους ελληνιστικούς χρόνους (αλεξανδρινούς και μεταλεξανδρινούς), τα βυζαντινά χρόνια και την περίοδο της τουρκοκρατίας (φρόντισαν γι΄αυτό οι Μεγάλοι Διδάσκαλοι του Γένους: Κοραής, Ρήγας Φερραίος, Ευγένιος Βούλγαρης, Αθανάσιος Ψαλίδας, Ιωάννης Βηλαράς κ.ά), Αυτή ήταν και η έννοια της απόφανσης του Ισοκράτη «πας μη Έλλην βάρβαρος», εννοώντας όσους «της ελληνικής παιδείας μετείχον», με ένα αίσθημα υπεροχής μεν, δίχως, όμως, την «ιδεολογία του εξαιρετισμού» που παραπέμπει σε φυλετικές υπεροχές. 

Αν συμφωνήσουμε ότι το βεληνεκές ενός λαού, το μέλλον του δηλαδή, φτάνει τόσο μακριά όσο και η ιστορική του μνήμη , οι ιστορικές του ρίζες  με άλλα λόγια, τότε η γνώση και η επίγνωση αυτού του πλούσιου παρελθόντος μας, με την γόνιμη και δημιουργική αξιοποίησή του, κρίνεται από τον καθένα μας ξεχωριστά και προπαντός από το πολιτικό και πνευματικό προσωπικό αυτού του τόπου, επιβεβλημένες∙ ελάχιστο χρέος απέναντι στην υπερτρισχιλιετή πορεία της φυλής μας.