Παιδεία και εξουσία…

on .

 Ξεκάθαρες και πολύ ενδιαφέρουσες οι απόψεις του Οδυσσέα Ελύτη στη σπάνια πολιτική συνέντευξή του για όσα συμβαίνουν διαχρονικά σε τούτον τον τόπο και για τις σχέσεις που υπάρχουν ανάμεσα στο λαό και στην πολιτική εξουσία.

Μιλάει για μια «μόνιμη, πλήρη και κακοήθη “ασυμφωνία” που υπάρχει ανάμεσα “στο πνεύμα της πολιτικής ηγεσίας και στο ήθος του λαού”». Δικαιολογεί δε αυτή την ασυμφωνία στη σύντομη πραγματεία του με τον τίτλο «Τα Δημόσια και τα Ιδιωτικά», στην οποία, μιλώντας για τους απλούς πολίτες, γράφει: «Μυστήριοι άνθρωποι. Στις κοινωνικές τους σχέσεις συμπεριφέρονται με μιαν ευθύτητα και μια ψυχική ευγένεια, που μαρτυρούν κοιτάσματα χρυσού στο προγονικό τους υπέδαφος. Έτσι όμως και εμπλακούν στα συνθήματα που τους προσφέρουν με τον δικό τους δόλιο τρόπο οι πολιτικές παρατάξεις, η καθαρότητα αυτή χάνεται. Ο εκτροχιασμός είναι αναπόφευκτος. Κι εγώ ζητούσα να καθαγιαστούν πρώτα μέσα στο άδυτο του κάθε ιδιώτη τα κοινά, κι έτσι μόνον να γίνουν κανόνες ζωής για όλους, με το ίδιο ήθος και την ίδια δύναμη». 

Παραθέτει, στη συνέχεια, τους λόγους αυτής της ασυμφωνίας και την αποδίδει πρώτα στο γεγονός ότι η εκάστοτε πολιτική ηγεσία της χώρας, ιδιαίτερα στην εξωτερική πολιτική, ενεργεί εκ του αφανούς και με την εκ των έξω προστατευτική κατεύθυνση, μετατρέποντας συχνά «την οπωσδήποτε απαραίτητη για την ειρήνη, για τις σχέσεις και τη συναδέλφωση των λαών, προσαρμοστική πολιτική, σε δουλοπρέπεια».

Ο βασικός λόγος αυτής της τακτικής, κατά τον Ελύτη, είναι το γεγονός ότι, εκτός από ελάχιστες εξαιρέσεις, η ηγετική πολιτική μας τάξη, στο κεφάλαιο της ελληνικής παιδείας έχει μαύρα μεσάνυχτα. Αυτή είναι η πιο σοβαρή κακοδαιμονία, πηγή όλων των άλλων μορφών κακοδαιμονίας που μαστίζουν τον τόπο. Το είχε διακηρύξει, άλλωστε, πριν από πολλές δεκαετίες, ο γνωστός λογοτέχνης και δοκιμιογράφος, ο Εμμανουήλ Ροίδης, ένας από τους πιο πνευματώδεις συγγραφείς που παρουσιάστηκαν στα ελληνικά γράμματα και είχε εξηγήσει και τους λόγους: «Η κακοδαιμονία της Παιδείας στην Ελλάδα οφείλεται στο γεγονός ότι οι πιο αγράμματοι και οι πιο άσχετοι σε θέματα ουσιαστικής ελληνικής Παιδείας, αναλαμβάνουν, κάθε τόσο, τη διοίκηση του Υπουργείου Παιδείας». 

Αυτό το είδαμε στα χρόνια της μεταπολίτευσης, το βλέπουμε και σήμερα. Η ίδια αγραμματοσύνη και ασχετοσύνη του τομέα που διοικούν διακρίνει, κατά καιρούς, ουκ ολίγους από τους πολιτικούς μας άρχοντες. Θυμάστε το μακαρίτη Κατσιφάρα: «Αν δεν υπήρξε ο Ανδρέας και το ΠΑΣΟΚ θα ήμασταν άγνωστοι και στους θυρωρούς της πολυκατοικίας».

Το διαπιστώνουμε επίσης, κάθε τόσο, με τους διαπληκτισμούς και τις ύβρεις στις λεγόμενες «εκτός ημερησίας διατάξεως συζητήσεις» των πολιτικών αρχηγών, με τις ανακοινώσεις των εκπροσώπων των πολιτικών κομμάτων και τους διαξιφισμούς των εκπροσώπων του λαού στα τηλεπαράθυρα. Δείχνουν ότι οι άνθρωποι αυτοί δεν έχουν μάθει, τυφλωμένοι από το κομματικό πάθος και άγευστοι «ελληνικής παιδείας», ούτε να συζητούν. Όσα πρόσφατα συνέβησαν στη Βουλή κατά τη «συζήτηση» της πρότασης δυσπιστίας και ανάγκασαν τον προεδρεύοντα να διερωτηθεί «Βουλή είναι αυτή;» θυμίζουν σε παλιότερες εποχές και σε παρόμοια περίπτωση, την επισήμανση του Σπύρου Μαρκεζίνη που είχε δηλώσει: «Στην Αγγλία υπάρχουν δύο Βουλές, η Άνω και η Κάτω, στην Ελλάδα υπάρχει μια Βουλή, η άνω - κάτω». 

Ένιωσα ως εκπαιδευτικός και ως πολίτης θλίψη και ντροπή όταν, κάποια στιγμή, αντίκρυσα μαθητές να παρακολουθούν από τα θεωρεία της Βουλής τη «μονομαχία» των δυο αρχηγών, του πρώην και του νυν πρωθυπουργού και να τους ακούνε να λέει ο ένας στον άλλο: Είσαι βλάκας ή ένοχος; Και ο άλλος να του απαντάει: Είσαι ασυγχώρητος και επικίνδυνος. Και ασφαλώς έφυγαν με την εντύπωση ότι μας κυβέρνησαν και μας κυβερνάνε -σύμφωνα μα τα δικά τους λόγια- βλάκες, ένοχοι ασυγχώρητοι και επικίνδυνοι! Αυτήν την «αγωγή» προσφέρουν στη νεολαία μας οι πολιτικοί μας. 

Αν τους άκουγε από καμιά μεριά ο μεγάλος παιδαγωγός και πολιτικός Παπανούτσος θα τους υπενθύμιζε πως, σύμφωνα με την ελληνική παιδεία, της οποίας αποδεικνύονται άγευστοι, «η πολιτική είναι μορφή παιδαγωγίας και οι πολιτικοί ηγέτες με τα λόγια τους και με τις πράξεις τους, αυτό ακριβώς κάνουν: παιδαγωγούν». Και θα πρόσθετε: «Ουκ έχομεν ώδε μένουσαν πόλιν, αλλά την μέλλουσαν επιζητούμεν». Που σημαίνει: Δεν έχουμε πολιτικούς παιδαγωγούς, αλλά τους περιμένουμε. 

Γι’ αυτόν ακριβώς το λόγο στερούν την ελληνική παιδεία και από τον ελληνικό λαό, στον οποίο προσφέρουν σκόπιμα μια παιδεία όπως την περιγράφει ο Πλωρίτης σε μια από τις επιφυλλίδες του, επισημαίνοντας ότι: «Οι Ανώτατες Σχολές βγάζουν κρουνηδόν ‘ειδικούς’ που μένουν, οι περισσότεροι, με το χαρτί στο χέρι. Ύστερα από 17 ή 20 χρόνια σπουδές, οι νέοι αντιμετωπίζουν το πρόβλημα όχι πια της επιστημονικής αξιοποίησής τους, αλλά της καθαυτό επιβίωσης. Αλλοτριωμένοι σαν επιστήμονες αλλά και σαν άνθρωποι  υποχείριοι μιας ανούσιας και μηχανικής εργασίας, χάνουν λίγο - λίγο τις δυνατότητες όποιας δημιουργικής δραστηριότητας. Έτσι και εδώ οι πολύ πιο διακριτικοί μηχανισμοί υποτάζουν κράτος και κοινωνία στις θελήσεις και στις βλέψεις ενός συστήματος, όπου η ασύδοτη ελευθερία των ισχυρών προϋποθέτει και εδράζεται στην ανελευθερία των ανίσχυρων. Η αποτελμάτωση της Παιδείας στον τόπο μας δεν είναι τυχαία. Μένει έτσι, επειδή συμφέρει έτσι να μένει».

Και, για να πούμε τα πράγματα με το όνομά τους, συμφέρει ,πρώτα, το εκάστοτε πολιτικό κατεστημένο που μπορεί και βολεύει τα δικά του παιδιά και τους κομματικούς στρατούς που το βοηθάνε να ανέλθει στην εξουσία. Συμφέρει, έπειτα, το κάθε λογής κατεστημένο -τη γνωστή σε όλους μας εξωθεσμική εξουσία- που το στηρίζει και που στηρίζεται σ’ αυτό, για να πετυχαίνει το καθένα τους σκοπούς του, με συνέπεια «τα γράμματα, τέτοια που είναι, να υποβιβάζουν τον πολίτη σε αποδιοπομπαίο της κοινωνίας, σε αντικείμενο ανίκανο να αντιδράσει» και ή να υποκύψει στις βουλήσεις τους ή να πάρει το δρόμο προς την ξενιτιά.

«Όλα, κατά τον Ελύτη, είναι ζητήματα βαθύτερης ελληνικής παιδείας. Μόνον αυτή μπορεί να προικίσει έναν ηγέτη με την απαραίτητη ευαισθησία που πράγματι χρειάζεται για να ενστερνιστεί και αντιστοίχως να αποδώσει, το ήθος του λαού». Τέτοιος ηγέτης ήταν ο πρώτος Κυβερνήτης της Ελλάδας, Ιωάννης Καποδίστριας, η κορυφαία, κατά κοινή ομολογία, μορφή του Απόδημου Ελληνισμού και ένας από τους σπουδαιότερους εκπροσώπους του Νεοελληνικού Διαφωτισμού. Και εμείς τον δολοφονήσαμε! Τέτοιος ηγέτης ήταν ο Χαρίλαος Τρικούπης, ο θεμελιωτής του Κοινοβουλευτισμού στην Ελλάδα, που με τα μεγάλα τεχνικά έργα, με τις ουσιαστικές θεσμικές αλλαγές και το προοδευτικό πνεύμα επιδίωξε να φέρει την Ελλάδα σε επίπεδα ευρωπαϊκά. Εμείς δεν τον βγάλαμε ούτε βουλευτή, στη θέση του βγάλαμε κάποιον άσημο Γουλιμή και γεμίσαμε την πολιτική ζωή από «Γουλιμήδες».

Τέτοιος ηγέτης ήταν ο Ελευθέριος Βενιζέλος, ο δημιουργός της Ελλάδας των πέντε θαλασσών και των δυο Ηπείρων, εναντίον του οποίου επιχειρήσαμε δυο δολοφονικές απόπειρες! Και έτσι φτάσαμε εκεί που σήμερα βρισκόμαστε. Αυτοί που μας κυβέρνησαν και μας κυβερνάνε δεν είναι δυνατόν να είναι καλύτεροι από αυτούς που είναι. Η επιλογή τους γίνεται με τα κριτήρια αυτών που τους επιλέγουν. Το μόνο που μένει είναι να ακούσουμε την προτροπή του Σεφέρη, που τη διατύπωσε μάλιστα ποιητικά, για να είναι πιο ευπρόσδεκτη: «Λίγο ακόμα να σηκωθούμε, λίγο ψηλότερα».

Να συνειδητοποιήσουμε και να παραδεχτούμε πως, ως σύνολο εθνικό, ως λαός με τέτοιες ικανότητες, με τόσο φυσικό και πολιτισμικό πλούτο, «πήραμε τη ζωή μας λάθος», πως «δεν υπάρχει άλλο σκαλί να κατρακυλήσουμε πιο βαθιά στου κακού τη σκάλα» και πως πρέπει να αλλάξουμε ζωή, αν πράγματι επιθυμούμε κάποιο ουσιαστικό ανέβασμα.