Οι κακοδαιμονίες των Ελλήνων…

on .

 «Όλες οι κακοδαιμονίες στην Ελλάδα προέρχονται από τα λάθη του θρόνου», είχε δηλώσει το Δεκέμβριο του 1967 ο Κωνσταντίνος Καραμανλής. Η δήλωση αυτή έχει την ιδιαίτερη σημασία της, πρώτα γιατί ο ίδιος αναρριχήθηκε στο αξίωμα του πρωθυπουργού με εύνοια του θρόνου, έπειτα όμως από οχτώ χρόνια πρωθυπουργός, ιδιαίτερα μετά τη δολοφονία του Λαμπράκη από το παρακράτος, κατάλαβε τι γινόταν και διερωτήθηκε: «Ποιος κυβερνάει αυτόν τον τόπο;». Και ο μεν θρόνος εξέλιπε και με δική του πρωτοβουλία, με το δημοψήφισμα της συντριπτικής πλειοψηφίας του λαού. Οι κακοδαιμονίες όμως των Ελλήνων εξέλιπαν ή μήπως συνεχίζονται όλα αυτά τα χρόνια της μεταπολίτευσης, όπως και πριν και, αν αυτό συμβαίνει, τότε ποιοι είναι οι υπεύθυνοι;

Ας δούμε τι λέει, στο σημείο αυτό, ο Οδυσσέας Ελύτης σε μια σπάνια πολιτική συνέντευξη, η οποία έχει αξία και αυτή διαχρονική, γιατί ο Ελύτης δεν είναι μονάχα ένας -μαζί με το Σεφέρη και το Ρίτσο- από τους τρεις μεγάλους ποιητές του αιώνα μας τιμημένος μάλιστα διεθνώς με το βραβείο Νόμπελ. Είναι ταυτόχρονα ο ήρωας του Αλβανικού Πολέμου, που σώθηκε ως εκ θαύματος, ο υμνητής της Εθνικής μας Αντίστασης και ένας από τους πιο καλλιεργημένους πνευματικούς ανθρώπους του τόπου μας.

«Πάσχουμε -είπε ο Ελύτης- από μια μόνιμη, πλήρη και κακοήθη ασυμφωνία μεταξύ του πνεύματος της εκάστοτε ηγεσίας μας και του ήθους που χαρακτηρίζει τον βαθύτερο ψυχικό πολιτισμό του ελληνικού λαού στο σύνολό του. Από την ημέρα που έγινε η Ελλάδα κράτος ως σήμερα, οι πολιτικές πράξεις σχεδιάζονται και εκτελούνται ερήμην των αντιλήψεων για τη ζωή και γενικότερα των ιδανικών που είχε διαμορφώσει ο Ελληνισμός μέσα στην υγιή κοινοτική του οργάνωση και την παράδοση των μεγάλων αγώνων για την ανεξαρτησία του. Ο λαός, κατά κανόνα, εκλέγει την ηγεσία του. Όταν όμως αυτή αναλάβει την ευθύνη της εξουσίας, κατά ένα μυστηριώδη τρόπο αποξενώνεται από τη βάση που την ανέδειξε και ενεργεί σαν να βρισκόταν στο Τέξας ή στο Ουζμπεκιστάν. Και θα το πω φανερά, πιο έντονα: ένας από τους κυριότερους παράγοντες των παρεκκλίσεων της ηγεσίας από το ήθος του λαού μας, είναι η εκ του αφανούς  και εκ των έξω προστατευτική κατεύθυνση.

Αντιλαμβάνομαι ότι η αλληλεξάρτηση των εθνοτήτων είναι τόση, που η πολιτική δεν μπορεί να αγνοήσει, ως ένα βαθμό, αυτό που θα λέγαμε γενικότερη σκοπιμότητα. Όμως υπάρχει τεράστια διαφορά ανάμεσα στην προσαρμοστική πολιτική και στη δουλοπρέπεια. Αυτό είναι το πιο ευαίσθητο σημείο του ελληνικού λαού, το τιμιώτατόν του! Και αυτό του το καταπατούν συνεχώς, κατά τον εξοργιστικότερο τρόπο, οι εκπρόσωποί του στην επίσημη διεθνή σκηνή. Φτάσαμε στο σημείο να παρουσιαζόμαστε διαφορετικοί απ’ ό,τι πραγματικά είμαστε.

Και το κακό πάει πολύ μακριά. Εκτός από ελάχιστες εξαιρέσεις, η ηγετική μας τάξη, στο κεφάλαιο της ελληνικής παιδείας έχει μαύρα μεσάνυχτα.

Κοιτάξτε με προσοχή τα έντυπα που εκδίδει η ίδια ή που προτιμά να διαβάζει, τα διαμερίσματα όπου κατοικεί, τις διασκεδάσεις που κάνει, τη στάση της απέναντι στη ζωή. Ούτε μια σταγόνα γνησιότητας. Πώς θέλετε, λοιπόν ν’ αναθρέψει σωστά τη νέα γενιά; Όλα τα άλλα κακά που θα μπορούσα να καταγγείλω ακόμη και ο τρόπος με τον οποίο ασκείται η εξωτερική πολιτική, είναι ζητήματα βαθύτερης ελληνικής παιδείας. Μόνον αυτή μπορεί να προικίσει έναν ηγέτη με την απαραίτητη ευαισθησία που χρειάζεται για να ενστερνιστεί και αντιστοίχως να αποδώσει, το ήθος του λαού. Γιατί αυτός ο λαός έχει φτιάξει ό,τι καλό υπάρχει  σ’ αυτόν τον τόπο. Και αυτός, στις ώρες του κινδύνου και στο πείσμα της ηττοπαθείας των αρχηγών του, αίρεται, χάρη σ’ έναν αόρατο ευλογημένο μηχανισμό, στα ύψη που απαιτεί το θαύμα! Όσο, λοιπόν, κι αν είναι λυπηρό, πρέπει να το πω: 0 Ελληνισμός, για την ώρα τουλάχιστον, επέτυχε ως Γένος, αλλά απέτυχε ως Κράτος.

Ο πρώτος και αντικειμενικός σκοπός είναι να λυτρωθεί ο πολίτης από τα ταμπού της εξουσίας. Και θα λυτρωθεί μόνο αν έχει τρόπο να παρακολουθεί από κοντά πού και πώς αξιοποιούνται οι θυσίες του, οικονομικές και άλλες, που σήμερα καταβροχθίζονται από ένα μακρινό και αόρατο Φάντασμα».

Αυτά, βέβαια τα έλεγε για την εποχή του. Τι απ’ αυτά που ζούμε στην εποχή μας  έχει αλλάξει, ο καθένας μας μπορεί να το κρίνει. Εγώ, προς το παρόν περιορίζομαι να επαναλάβω τη φράση του Ελύτη: «Ο Ελληνισμός επέτυχεν ως Γένος, αλλά απέτυχεν ως Κράτος».