H διαχρονική πάλη του παλιού με το καινούργιο…

on .

Τι σχέση έχει, θα αναρωτιόταν κάποιος, ο Galileo Galilei, ο σπουδαίος Ιταλός αστρονόμος, φιλόσοφος και φυσικός, γνωστός ευρέως στη χώρα μας ως Γαλιλαίος, και πώς μπορεί να συνδέεται με τον νέο χρόνο που μόλις ανέτειλε; Και όμως, η θρυλούμενη φράση του «κι όμως κινείται» (ο θρύλος λέει ότι την εκστόμισε φεύγοντας από την Ιερά Εξέταση) έγινε σύμβολο ασυμβίβαστης πάλης ανάμεσα στο παλιό και το καινούργιο, στο κατεστημένο και την ανανέωση, στην οπισθοδρόμηση και την πρόοδο.

Μεταφερόμαστε νοερά στις 22-06-1633, όπου η περιβόητη Ιερά Εξέταση, το πιο απεχθές συλλογικό όργανο σωματικής και ψυχικής εξουθένωσης του ανθρώπου, καταδικάζει τον Γαλιλαίο σε φυλάκιση ως αιρετικό, επειδή είχε υποστηρίξει ότι η Γη κινείται γύρω από τον Ήλιο. Μέσα σε μια εποχή ακραίου σκοταδισμού, που καταδίκαζε οτιδήποτε καινούριο, ένας άνθρωπος κατάφερε όχι μόνο να αμφισβητήσει τις κραταιές αντιλήψεις της εποχής αυτής, αλλά και να τις ανατρέψει. Δεν είναι τυχαίο ότι πολλούς αιώνες αργότερα, το 1939, γίνεται πηγή έμπνευσης για τον κορυφαίο Γερμανό δραματουργό, σκηνοθέτη και ποιητή του 20ου αι. Μπέρτολτ Μπρεχτ, ο οποίος εξόριστος από τους ναζί στη Δανία, συγγράφει το θεατρικό του έργο «Η ζωή του Γαλιλαίου», στο οποίο θέτει τα διαχρονικά επίκαιρα ζητήματα της σχέσης της επιστήμης και του επιστήμονα με την κοινωνία της εποχής του, τη σύγκρουσή τους με το ιδιοκτησιακό καθεστώς από ορισμένους της αλήθειας, καθώς και τις ευθύνες που αναλαμβάνει ο τελευταίος απέναντί της. 

Ανήσυχος από τη φύση του ο άνθρωπος («πάντες άνθρωποι φύσει του ειδέναι ορέγονται», σύμφωνα με τον Αριστοτέλη, οι άνθρωποι, δηλ. είναι έτσι φτιαγμένοι από τη φύση ώστε να επιδιώκουν τη γνώση), με μέσο την αμφισβήτηση του παλιού και τη σύγκρουση μαζί του, οδηγείται στο καινούργιο, το οποίο ως άγνωστο, «αχαρτογράφητο» ακόμη, τρομάζει. Μόνο έτσι, όμως, μπόρεσε να προδεύσει. Η παραλλαγή δε της γνωστής καρτεσιανής ρήσης «cogito ergo sum», σκέφτομαι άρα υπάρχω, από το «dubito ergo sum», αμφιβάλλω άρα υπάρχω, συνιστά διαχρονικά την απαραίτητη αλληλοσυμπλήρωση. Άλλωστε, το λεγόμενο ότι «η αλήθεια της σήμερον, ήταν αίρεση χτες, θα είναι  προκατάληψη αύριο», αυτό δηλ. που σήμερα είναι αληθινό, χτες λιθοβολήθηκε και αύριο θα είναι παρωχημένο, αυτό ακριβώς επιρρωνύει.

Καίριας, επομένως, σημασίας για την εξέλιξη του ανθρώπινου γένους και του πολιτισμού του είναι η έννοια της προόδου, ως αποτέλεσμα της αέναης πάλης του καινούργιου με το παλιό, και αυτό το καινούργιο ευχόμαστε από την πρώτη μέρα του νέου χρόνου. Ό,τι έχει μέχρι σήμερα κατορθώσει ο άνθρωπος στη μακραίωνη πορεία του πάνω στον πλανήτη -κι είναι πολλά και σημαντικά αυτά που κατάφερε- είναι αποτέλεσμα αυτής της δημιουργικής δύναμης. Κι΄ αυτό γιατί, σχετιζόμενη με όλους τους τομείς της ατομικής και κοινωνικής δραστηριότητας των ανθρώπων, είναι προϋπόθεση της ανανέωσης, του εκσυγχρονισμού, της σύλληψης και υλοποίησης του καινούριου, δίνοντας τη δυνατότητα για ανάληψη δημιουργικών πρωτοβουλιών και εναλλακτικών λύσεων και ανοίγοντας καινούργιες προοπτικές και νέους ορίζοντες έρευνας. 

Οριοθετώντας εννοιολογικά την πρόοδο ως τη βαθμιαία και συστηματική εξέλιξη προς κάτι θετικό και ανώτερο, τον μετασχηματισμό από μία ατελέστερη σε μία τελειότερη κατάσταση, την εξέλιξη, κοντολογίς, προς το καλύτερο, εύκολα μπορεί κανείς να προβεί στη διάκριση της προοδευτικότητας από αυτήν του προοδευτισμού, της δήθεν δηλ. προοδευτικότητας. Πρόοδος είναι η μετουσίωση των αξιών του παρελθόντος σε σπέρματα νέας ζωής, αυτό που εύστοχα ο Δημήτρης Γληνός ονομάζει «γόνιμο» ή «δημιουργικό» ιστορισμό και όχι η άκριτη και στείρα αποδοχή τους, η μουσειακή, επομένως, αντιμετώπιση του παρελθόντος.

Εύκολα, ως εκ τούτου, μπορεί κανείς να νοηματοδοτήσει τους συχνά και με ηθελημένη σύγχυση χρησιμοποιούμενους σήμερα, κατά κύριο λόγο στο χώρο της πολιτικής, όρους «προοδευτικός» και «συντηρητικός». Η εμμονική προσκόλληση στο παλιό και η άκριτη αποδοχή του (κατεστημένες κοινωνικές, πολιτικές και οικονομικές αρχές, συμπυκνούμενες στον όρο «καθεστώς»), συνιστά συντηρητικότητα και εκείνον που χαρακτηρίζουν τη συμπεριφορά του ως άτομο και ως πολίτη, συντηρητικό. Αντίστοιχα, τον εμφορούμενο από πνεύμα αμφισβήτησης των κατεστημένων αρχών και δημιουργικής ανανέωσης, διάθεσης σύγκρουσης με το ξεπερασμένο και σάπιο παλιό, χωρίς τη δογματική νοοτροπία άρνησης και ισοπέδωσης  των δοκιμασμένων αξιών, δεν μπορούμε παρά να χαρακτηρίζουμε ως προοδευτικό. Και από τέτοιους προοδευτικούς, χωρίς εισαγωγικά, έχει ανάγκη η κοινωνία και ο τόπος μας για να πάνε μπροστά. 

Αρκετά με τους «λύκους» ντυμένους «προβιά» αρνιού, αφού,όπως εύστοχα επισημαίνεται στα ευαγγελικά μας κείμενα (Ματθ. 7,15) «εν ενδύμασι προβάτων λύκοι άρπαγες». Και τέτοιοι, «λύκοι με προβιά αρνιού» κυκλοφορούν πολλοί γύρω μας, αλιεύοντας αφελείς και ανυποψίαστους, «χρήσιμους ηλίθιους», εύκολα θύματα. Η συμπεριφορά μας στις επί θύραις εθνικές εκλογές, κορυφαία στιγμή αναμφίβολα του δημοκρατικού πολιτεύματος, θα δοκιμάσει την κρίση μας ως σκεπτόμενοι (μακριά από τον αφθόνως καθημερινά προσφερόμενο μιντιακό, ιδίως τηλεοπτικό, «σανό» και τη σκοπούμενη χειραγώγηση) και υπεύθυνοι πολίτες.

ΓΙΑΝΝΗΣ ΓΙΩΣΑΣ, Φιλόλογος - Συγγραφέας