Ευάγγελος Αβέρωφ – Τοσίτσας ο θρησκευόμενος πολιτικός

on .

Συμπληρώθηκαν φέτος 33 ολόκληρα χρόνια από την ημερομηνία εκδημίας του αείμνηστου Ευάγγελου Αβέρωφ – Τοσίτσα (2 Ιανουαρίου 1990). Αφιέρωμα στον μεγάλο αυτό ευπατρίδη πολιτικό είναι οι γραμμές που ακολουθούν.

Ο Ευάγγελος Αβέρωφ – Τοσίτσας, ο οποίος κάνοντας το σημείο του σταυρού έφυγε από το μάταιο τούτο κόσμο, δεν ήταν μόνο ο διεθνούς ακτινοβολίας πολιτικός ούτε μόνο ο καταξιωμένος πνευματικός άνθρωπος που αντιπροσωπεύει ένα εκτεταμένο και πολύμορφο συγγραφικό έργο εντελώς προσωπικού χρώματος. Ήταν μια προσωπικότητα με ορθό κοσμοθεωριακό προσανατολισμό, που στηριζόταν σε μια σωστή και γνήσια θρησκευτικότητα, από την οποία ήταν διαποτισμενη τόσο η αξιοθαύμαστη πνευματική του παραγωγή, όσο γενικότερα και η ζωή του.

Γόνος βαθύτατα θρησκευόμενης οικογένειας υπήρξε υπόδειγμα θρησκευόμενου πολιτικού. Εκκλησιαζόταν τακτικά και πάντοτε του άρεσε να απαγγέλει το σύμβολο της πίστεως. Βοηθούσε με κάθε τρόπο στην ανέγερση και τον εξωραϊσμό ιερών ναών και μονών. Σεβόταν τους εκπροσώπους της Εκκλησίας. Τιμούσε την Ελληνορθόδοξη κληρονομιά.

Με συγκίνηση και νοσταλγία αναπολώ τις ατέλειωτες πνευματικές μας συζητήσεις στους περιπάτους στους δρόμους της Κηφισιάς και στις εξοχές του Μετσόβου. Απόλυτα ενημερωμένος στα εκκλησιαστικά θέματα με έκανε κοινωνό των ανησυχιών του για το μέλλον του Οικουμενικού Πατριαρχείου στην Πόλη, για τη θρησκευτική αδιαφορία των νέων μας, για την κρίση του πολιτισμού και για την πνευματική προκοπή του αγαπημένου μας Μετσόβου. Στις συζητήσεις του αναδεικνυόταν επίκαιρος και αιώνιος, ρεαλιστής και ιδεαλιστής, ιστορικός αλλά και μεταφυσικός. Ήταν ο άνθρωπος με τα πλατιά ενδιαφέροντα και τη συνείδηση του χρέους προς την ελληνορθόδοξη κληρονομιά, τον τόπο και τον καιρό μας.

Η θρησκευτικότητα του Ευάγγελου Αβέρωφ δεν ήταν τυποποιημένη, επιφανειακή και υποκριτική, όπως συμβαίνει με πολλούς πολιτικούς, που την εκδηλώνουν εντελώς τυπικά στις επίσημες δοξολογίες και εκκλησιαστικές τελετές είτε για λόγους κοινωνικής προβολής και ψηφοθηρίας του θρησκευόμενου ελληνικού λαού είτε γιατί οι εθιμοτυπικοί κανόνες το επιβάλλουν. Εμφορούμενος από υγιή θρησκευτικά βιώματα ο Ευάγγελος Αβέρωφ με θαυμαστή παρρησία τα εξωτερίκευε, όπου και όταν χρειαζόταν.

Μαρτυρία θρησκευτικής ομολογίας αποτελούν τα κείμενα του, από τα οποία παραθέτουμε μερικά αντιπροσωπευτικά αποσπάσματα, όπου διαφαίνεται έντονα ο ελληνορθόδοξος πνευματικός του προσανατολισμός.

Στη Ζωσιμαία Παιδαγωγική Ακαδημία Ιωαννίνων σε ομιλία του το 1962 προς τη σπουδάζουσα νεολαία της Ηπείρου είπε μεταξύ άλλων και τα εξής: « Εύχομαι να μη λησμονήσετε ποτέ την μεγάλην αλήθειαν ότι η πίστης εις τον Θεόν αποτελεί το μόνον ασφαλές θεμέλιον της ζωής σας. Αι σημεριναί εκτυφλωτικαί επιτυχίαι της επιστήμης δεν αποτελούν συνηγορίαν υπέρ του αθεϊσμού, αλλά αντιθέτως φέρουν τον άνθρωπον εγγύτερον προς την ιδέαν του Θεού. Οι μεγάλοι σκαπανείς της επιστημονικής προόδου εξέρχονται από τα εργαστήρια των με ενισχυμένη την πίστιν εις τον Θεό… Είναι τουλάχιστον αφελές ημείς, με τα περιωρισμενα οπτικά πεδία, ν’ αμφισβητούμεν την ύπαρξιν μιας υπερκοσμίου δυναμεως, της υπερκοσμίου δυνάμεως η οποία αποτελεί το καταφύγιον της ασθενούς ανθρώπινης ψυχής μας, εις πάντα πόνον και ιδία όταν αντιμετωπίζωμεν το αγχώδες κενόν του θανάτου. Προσωπικώς δεν διστάζω, καθ’ ην στιγμήν καθίσταται εις πολλούς της μόδας ν’ αμφισβητούν την ύπαρξιν του Θεού και να χλευάζουν την θρησκείαν, να δηλώσω ότι και εις τον Θεόν πιστεύω και βαθύτατα θρησκεύομαι». (Εύαγ.Άβέρωφ, Μερικά κείμενα, Άθήναι 1963, σ.14).

Σέ έρευνα της εφημερίδας «Απογευματινή» με θέμα «Πότε και που πιστεύετε» ό Ευάγγελος Αβέρωφ απάντησε με καθαρότητα και σαφήνεια στις ερωτήσεις πού του τέθηκαν. Στην πρώτη ερώτηση, αν ό Χριστιανισμός ανταποκρίνεται στην πνευματική υποδομή πού έχει ανάγκη σήμερα ό κόσμος, η απάντησή του ήταν: «Νομίζω πώς ό Χριστιανισμός ανταποκρίνεται πλήρως στην πνευματική υποδομή του σημερινού κόσμου. Γιατί το κήρυγμά του είναι πριν απ' όλα κήρυγμα αγάπης και δικαιοσύνης, πού είναι σήμερα πολυτιμότερο από κάθε εποχή». Στο δεύτερο ερώτημα, αν η κατάκτηση του διαστήματος επηρέασε το θρησκευτικό συναίσθημα του κόσμου, απάντησε ως εξής: «Η κατάκτηση του διαστήματος δεν πιστεύω να επηρεάζει σοβαρά το θρησκευτικό συναίσθημα. Άλλωστε πού μάς οδηγεί ή κατάσταση αυτή; Στο να συνειδητοποιούμε πληρέστερα πως «φεγγάρι» δεν  σημαίνει «Διάστημα» και ότι το τελευταίο είναι αχανές, δίχως τέλος...Πιστεύω ότι ή πλειονότητα των ανθρώπων αγαπά την Εκκλησία. Το θέμα είναι πόσοι την αγαπούν από πίστι και πόσοι από συνήθεια" (Απογευματινή, 6-3-73, σ.7).

Στο υπέροχο βιβλίο του «Στο μοναστηρι τού Άϊ-Νικόλα», που μεταφράστηκε και στα γαλλικά με πολύ κολακευτικά για το συγγραφέα σχόλια, εξωτερικεύει με λογοτεχνικές γραμμές και αισθητικές εικόνες τα γνήσια και ειλικρινή πληθωρικά θρησκευτικά του βιώματα. Στο βιβλίο αυτό, όπου συναντώνται ή ιστορία και ό θρησκευτικός στοχασμός, φαίνονται, καθαρά οι θρησκευτικές ανατάσεις και πτήσεις τού Ευάγγελου Αβέρωφ, ή δοξολογική του αναφορά και ό απεριόριστος σεβασμός του προς το Θεό καθώς και ή αγάπη του για τον άνθρωπο.

Μια «εκ βαθέων» δοξολογική και ευχαριστιακή αναφορά του συγγραφέα προς την πηγή κάθε αγαθού, το Θεό, είναι το γραφόμενο:

«Ύμνους άναπέμπομεν Σοι,

 Κύριε!

Ανέστη ό Άη Νικόλας τού

 Μετσόβου!

Ευχαριστούμεν Σε, Κύριε!» (σελ. 39).

Στο ίδιο βιβλίο (σ.40) ό συγγραφέας μιλάει για την εσωτερική πληρότητα και γαλήνη, πού χαρίζει στον άνθρωπο ή ζωντανή επαφή με την απόλυτη αρχή του κόσμου, το Θεό, όταν τον πλησιάζει κανείς όχι νοησιαρχικά, άλλα βιωματικά.

«...Πήγα και κάθησα στα βορινά στασίδια. Είχα απέναντί μου τούς πολεμιστές άγιους, λεβέντες, παρθενικούς, ζωντανούς με τη ζωή τους των αιώνων. Κοίταξα εκεί όπου, πριν από χρόνια, είχα πρωτοξύσει λίγη, τόση-δα, από την πηχτή μαυρίλα, και όπου είχε ξεσκεπαστεί κάτι σα μάτι.

Ήταν άγιος Νέστορας.

Οι πίκρες, οι σιχασιές, είχαν 

ξεχαστεί.

Ναι. Είχαν εξαφανιστεί. 

Δεν υπήρχαν.

Ένα βαθύτατο μυστήριο με πλημμύριζε... Μια γαλήνη πού ερχόταν από πολύ μακριά και πήγαινε πολύ πιο πέρα από το θάνατο. Δεν μπορούσα να πω την αρχή και το τέλος αυτής της γαλήνης...

Τα ταξίδια μου σέ μακρινές χώρες φαίνονταν μικρά. Οι τόσες πολύβουες πολιτείες πού είχα ιδεί μίκραιναν κι' αυτές. Γνωριμίες με μεγάλα πρόσωπα, αγώνες κι' ομιλίες στα τρίστατα τού κόσμου, φαίνονταν γεγονότα ξεθωριασμένα, σύντομα και ασήμαντα. Τούτο το ταξίδι της γαλήνης φαινόταν πολυσήμαντο και δίχως τελειωμό....

... Εγώ μια φορά ήμουν χαρούμενος, ζεστός, γαλήνιος.

Οι φωνές των ανθρώπων πού έκαναν το μικρό τους ταξίδι πλησίαζαν. Πρόφθασα να σταθώ στο κέντρο της εκκλησιάς και να κοιτάξω ψηλά, κατά τη θολωτή οροφή της. Είδα επιβλητικό τον Παντοκράτωρα, κοίταξα τα αυστηρά του μάτια, έκαμα πάλι το σταυρό μου και είπα: 

-Σ' ευχαριστώ, Θεέ μου. Δεν τ' άξιζα! Γιατί ήσουν τόσο καλός μαζί μου;» (Ευάγγελου Αβέρωφ -Τοσίτσα, Στο μοναστήρι τού άη Νικόλα, Αθήνα 1978, σ.4).

Στο βιβλίο του «Ή άγια Παρασκευή του Μετσόβου», όπου περιγράφει με λογοτεχνική χάρη και επιστημονική ακρίβεια τον ιστορικό και ενδιαφέροντα ναό, γράφει τα έξης πού θυμίζουν ευσεβείς βυζαντινούς άρχοντες, επιβεβαιώνοντας για άλλη μια φορά τη θρησκεύουσα κοσμοθεωριακή του τοποθέτηση

«Ή παρούσα

τρίγλωσσος πλην ατελής βίβλος

διά χειρός του δούλου του

 Θεού Ευάγγελου

πόνημά τε και αφιέρωμα τούτου

έστω τω πανσέπτω Ιερώ Ναω

Άγιας Παρασκευής

Μετζόβου

έπ' εύκαιρία της έν έτει 

σωτηρίω 1972

ήμερα της Παναγίας

- Αυγούστου ιε' –

βαπτίσεως έν τω περικαλλεί τούτω Ναω

τού νεοφώτιστου

Ευαγγέλου

εγγόνου τού προσφιλεστάτου

 αδελφού Μιχαήλ

υιού τε άμα των πεφιλημένων ανεψιών αυτού 

Ιωάννου και Ελένης 

Αβέρωφ»

(Ευαγγέλου Αβέρωφ, Ή άγια Παρασκευή του Μετσόβου, Αθήναι 1972, σ. 16).

Ως Υπουργός Εθνικής Αμύνης, στις γεμάτες πατριωτική φλόγα και εθνικό παλμό ημερήσιες διαταγές του προς τις ένοπλες δυνάμεις της χώρας, ποτέ δεν λησμονούσε την επίκληση του ονόματος τού Θεού και πάντοτε επαναλάμβανε, προσαρμοσμένη στην περίπτωση, την προτροπή της θείας λειτουργίας: «’Άνδρες των Ενόπλων Δυνάμεων, άνω σχώμεν τας καρδιάς»!

Ακόμα και στο τέλος τού πρόχειρου οδηγού του για τους επισκέπτες της πινακοθήκης του Μετσόβου, την όποια ο ίδιος με πολύ μεράκι δημιούργησε, δεν ξεχνάει να ευχαριστήσει το Θεό με τις φράσεις: «Δόξα σοι Κύριε, 'πού με κάθε τρόπο μας βοήθησες και σέ τούτη την προσπάθεια!» (Εύαγ. Άβέρωφ·, Πρόχειρος οδηγός για τούς επισκέπτες της Πινακοθήκης του Μετσόβου, α.χ. κ τ. σ.6).

Από τα αντιπροσωπευτικά κείμενα πού παραθέσαμε, φαίνεται καθαρά ότι ό Ευάγγελος Αβέρωφ υπήρξε ένας θρησκευόμενος πολιτικός, ένας ολοκληρωμένος τύπος πνευματικού ανθρώπου ολόπλευρα διαμορφωμένος και αρμονικά ενταγμένος στο φυσικό, ιστορικό και κοινωνικό του περιβάλλον.

Με τη θρησκεύουσα κοσμοθεωριακή του τοποθέτηση ό Ευάγγελος Αβέρωφ αποδεικνύει ότι το θρησκευτικό πιστεύω δεν αποτελεί υπόθεση μόνο των απλοϊκών πιστών στην Εκκλησία, άλλα συναντάται και στην πολιτική, στη διπλωματία, στο εμπόριο, στην εκπαίδευση και οπουδήποτε άλλου. Και εδώ επιβεβαιώνεται αυτό πού έλεγε ό παγκοσμίου φήμης ’Άγγλος μηχανικός Ροβέρτος Πέρκς : «Ό βουλευτής, ό δικαστής, ό τραπεζίτης, ό δήμαρχος μιας πόλεως, ό μυθιστοριογράφος, ό έκδοτης μιας εφημερίδος, πας επαγγελματίας και πας ιδιώτης δύναται να εφαρμόζουν τα κηρύγματα τού Χριστού εις τας ειδικάς περιπτώσεις και εις τα προβλήματα, τα όποια έκαστος εξ' αυτών αντιμετωπίζει εν τω κύκλιω της δράσεως του».

Ό Γκαίτε γράφει ότι «ό άνθρωπος είναι δημιουργικός όταν είναι θρησκευτικός». Και ό Ευάγγελος Αβέρωφ υπήρξε πολύπλευρα δημιουργικός, επειδή ήταν βαθύτατα θρησκευόμενος.