Επιστροφή στα όνειρα…

on .

- Σε μια ζοφερή πολιτική και διεθνή, τοξική ατμόσφαιρα γύρω μας, με όσα φώτα παλιά ή led λαμπάκια προσπαθούν να μας ανεβάσουν την εορταστική ψυχολογία, όλοι, μικροί, μεγάλοι, αναζητούμε κάπου να αράξουμε και να ονειρευτούμε ένα πιο ελπιδοφόρο μέλλον. Το «καλάθι του νοικοκυριού» ή της «νοικοκυράς», μάλλον μας μελαγχολεί και μόνον σαν «καθιέρωση», και πολλούς τους γυρίζει πίσω ακόμη και σε δυσκολότερες εποχές.

- Σε αυτή τη δυσφορία, δεν είναι καλύτερο αραξοβόλι από μια επιστροφή στις παιδικές αναμνήσεις, ακόμη και σε δυσκολότερα χρόνια. Τότε που οι παραδόσεις αποτελούσαν καταφύγιο και μια πηγή ελπίδων.

- Να μη πούμε για τα άτακτα καλικαντζαράκια που έφερναν με το παραμύθι της γιαγιάς στο παραγώνι, πολλά γέλια εκτόνωσης μιας ανησυχίας. Ακόμη να αναζητήσουμε εκείνα τα μηνύματα που έφερναν στο σπίτι τα κούτσουρα στο τζάκι που τριζοβολούσαν και ερμηνεύονταν σαν μακρινά χαιρετιστήρια SMS, από ταξιδεμένους και απόντες οδοιπόρους, «κάποιος μας μελετάει»! Ήταν επικοινωνιακά κατασταλτικά «εμβόλια» ελπίδας ότι, «έχει ο Θεός» και θαρθούν καλύτερες μέρες.

- Και σήμερα, στις μεγάλες ηλικίες, οι αναμνήσεις αυτές, έχουν μια δόση καταλλαγής των φόβων που προκαλεί, μια έρπουσα τοξική πληροφόρηση. Από τις παιδικές χριστουγεννιάτικες αναμνήσεις του σχολικού αλφαβητάριου, κάποιοι στίχοι ανέρχονται από το υποσυνείδητο, πηγαία και ανακουφιστικά. Ας θυμηθούμε τους στίχους του Τέλλου Άγρα: 

Είδα χθες βράδυ στ’ όνειρό μου,

το γεννημένο μας Χριστό,

τα βόδια επάνω Του εφυσούσαν,

όλο το χνώτο τους ζεστό.

Το μέτωπό Του ήταν σαν ήλιος,

και μέσα η φάτνη φτωχική,

άστραφτε πιο καλά από μέρα,

με κάποια λάμψη μαγική.

Στα πόδια Του έσκυβαν οι μάγοι,

κι έμοιαζε τ’ άστρο από ψηλά,

πως θα καθίσει σαν κορώνα,

στης Παναγίτσας τα μαλλιά.

Βοσκοί πολλοί και βοσκοπούλες,

Τον προσκυνούσαν ταπεινά,

ξανθόμαλλοι Άγγελοι εστεκόνταν,

κι έψελναν λαγούτα του «ωσαννά».

 

Μα κι από Αγγέλους κι από μάγους,

δε ζήλεψα άλλο πιο πολύ,

όσο της μάνας Του το στόμα,

και το ζεστό-ζεστό φιλί.

 

- Η κατάληξη του ποιήματος, κρατάει κάτι από την οικογένεια, και από εκεί ξεκινάει όλη η εικονογραφία της βρεφοκρατούσας Παναγιάς που αποτελεί υψηλό σύμβολο λατρείας. Όλες τις εικόνες του σκηνικού της φάτνης, τις έβλεπαν τα παιδιά στο κατώγι τους, στο στάβλο, και με την φαντασία τους, η οπτασία να υπερβαίνει κάθε εγκόσμια δυσχέρεια.

- Αλλά, εκείνο που γέμιζε τα παιδιά τις παραμονές των Χριστουγέννων, ήταν όλες οι άλλες παραδοσιακές εργασίες του σπιτιού, τις οποίες η παράδοση δεν ξέχασε ποτέ, ακόμη και σε πολύ δύσκολες εποχές. Οι μανάδες μαζί με το ζύμωμα για το ψωμί, έβρισκαν λίγη ζύμη με «καθάριο» για να φτιάξουν κολιαντίνες για τα παιδιά που θα τους έλεγαν τα κάλαντα, αλλά και κάποια λαχταριστά «μπαντούσια», να τα γευτούν ζεστά ζεστά στο ξεφούρνισμα των ψωμιών.

- Στη κουζίνα η γιαγιά, στο τζάκι, πάνω σε μαυρόπλακα που πυρωνόταν στην πυροστιά, έριχνε με προσοχή τον χυλό για να προετοιμάσει τις «αλλαγκίτες», τις «κρέπες» που λέμε σήμερα, για να φτιάξει το Χριστουγεννιάτικο γλυκό, στο ταψί, στρώνοντας «αλλαγκίτες» και τριμμένα καρύδια εναλλάξ, ποτίζοντας το σύνολο με μέλι και πετμέζι. Γύρω γύρω, τα μικρά παιδιά, θεατές της τελετουργίας, περίμεναν καμιά άκρη της αλλαγκίτας ζεστή, σαν πρόγευση γλυκού. Αυτή η ανάμνηση στους μικρούς τότε θεατές αυτής της Χριστουγεννιάτικης μυσταγωγίας με τα σπάργανα του Χριστού, όποιος την έζησε, ποτέ δεν την ξέχασε. Και σήμερα μεγάλος, στους επίκαιρους διαλογισμούς επιστροφής στα όνειρα, νοιώθει στη γλώσσα του μια αίσθηση γλύκας. Τα κάλαντα των Χριστουγέννων και της Πρωτοχρονιάς, ήταν αγώνας μιας εκστρατείας των παιδιών, που η καλή υποδοχή από τις νοικοκυρές στο σπίτι για το φιλοδώρημα, σε χρήματα ή σε είδος με πρώτη την κολιαντίνα, χαιρετίζονταν με το τέλος της παράσταση φεύγοντας με τους στίχους:

Σε τούτο σπίτι πούρθαμε πέτρα να μη ραγίσει

Κι ο νοικοκύρης του σπιτιού χρόνια πολλά να ζήσει.

- Όλο το δωδεκαήμερο οι γιορταστικές μέρες, ονομαστικές εορτές, και συμβολικές ιεροπραξίες, πρωτοχρονιάς και αγιασμού των υδάτων, γιορτάζοντας με τήρηση πανάρχαιων κανόνων, που συνοδευόταν με έθιμα αλληλεγγύης και συνδρομής στους πάσχοντες και μοναχικούς ανθρώπους, μαζί με συνεστιάσεις, οι οποίες, συνδυαζόταν με ερανικές προσφορές για τα σχολεία, γέμιζαν κάθε αισθητική απαίτηση διασκέδασης, καλύπτοντας παράλληλα κοινωνικά «προγράμματα» κοινωφελών στόχων και ανακούφισης πασχόντων.

- Στην επιστροφή αυτή, ο αγιασμός των υδάτων, πέραν από την τελετουργία στην εκκλησία, όπου όλοι γέμιζαν ένα μπουκάλι αγίασμα για το σπίτι να το δοκιμάσουν όλοι, και το υπόλοιπο να μείνει στο εικονοστάσι για κάθε περίσταση.

- Ο Αγιασμός των υδάτων, σε χωριά που είχαν πολλές πηγές ύδρευσης των κατοίκων, γινόταν ένας «διαγωνισμός» πλειοδοσίας ποια πηγή θα αγιαστεί. Και εκεί σε μια ατμόσφαιρα, φαιδρής και χαρούμενης «λαογραφίας», απροσδιόριστης αρχαιότητας και παράδοσης, η πομπή προς μια πηγή αναστρεφόταν, αν κάποιος κάτοικος έκανε μεγαλύτερη προσφορά να αγιασθεί μια άλλη πηγή. Αξέχαστες αναπολήσεις, σε μια εορταστική ατμόσφαιρα στο ανοιχτό περιβάλλον συχνά συνοδευόμενη με μουσικό τακίμι που κατέληγε σε κοινό τραπέζι σε κλειστό χώρο.

- Η όλη εορταστική ατμόσφαιρα των ημερών αυτών, που είχε μάλιστα προηγηθεί μια περίοδος νηστείας, περιλαμβάνεται στην παλιά ρήση: «βίος ανεόρταστος μακρά οδός απανδόχευτος». Κάποιος από τους πολλούς κοινωνιολόγους και ψυχολόγους που ψαχουλεύουν σήμερα, τις συνέπειες του covid και της πανδημίας, στο ίδιο συμπέρασμα καταλήγουν με αυτή την παραδοσιακή πιστοποίηση. Η επιστροφή στην παράδοση το θέλει. Γι’ αυτό και κλείνουμε αυτή την περιπλάνηση με ευχές:

«Χαρούμενες Γιορτές, και ευτυχισμένος ο καινούργιος Χρόνος»

- Και οι περιπλανήσεις του μέτοικου συνεχίζονται του...Χρόνου!

 

ο  μέτοικος