Το «φαίνεσθαι» και το «είναι»…

on .

Όσα εκπληκτικά (με αρνητικό περιεχόμενο) είδαν και συνεχίζουν να βλέπουν το φως της δημοσιότητας γύρω από τη δομές φιλοξενίας παιδιών με την επωνυμία «Κιβωτός του κόσμου» και τον π. Αντώνιο, επαναφέρουν στο τραπέζι της συζήτησης και του προβληματισμού το μέγα όσο και διαχρονικό ζήτημα της υποκριτικής ανθρώπινης συμπεριφοράς, της χαώδους απόστασης ανάμεσα σε αυτό που  φαίνεται και σε αυτό που πραγματικά συμβαίνει.

Από της συγκροτήσεως των πρώτων οργανωμένων κοινωνιών το δίδυμο της αντίφασης «φαίνεσθαι» και «είναι» κυριαρχεί και καθορίζει τη ζωή μας, σε όλες τις εκφράσεις και εκφάνσεις της. Μεγάλοι δραματουργοί, τραγωδοί και φιλόσοφοι, Αρχαίοι και Νεότεροι, αφιέρωσαν σελίδες επί σελίδων στην ερμηνεία της αντίφασης αυτής και στο γιατί οι άνθρωποι είναι επιρρεπείς στο να μπλέκονται στα δίχτυα της και να σαγηνεύονται από το ψιμμυθιωμένο αποτέλεσμά της. Ξεχωριστή για την κατανόηση της αντίφασης αυτής είναι η Τραγωδία του Ευριπίδη «Ελένη». Υπαίτια του Τρωικού Πολέμου, του μακροβιότερου πολέμου της αρχαιότητας, όλοι θεωρούσαν την αρπαγή της από τον Πάρη. Το «φαίνεσθαι» που στην κοινή αντίληψη επικράτησε, άλλο ήταν από το «είναι». Κι΄ αυτό δεν ήταν άλλο από τον μύχιο πόθο των Αχαιών να κάνουν δική τους την πλούσια περιοχή της Ιωνίας. Θύμα του φαίνεσθαι του εαυτού του ο Νάρκισσος, σύμφωνα με την Ελληνική Μυθολογία, διάφορο του είναι, τον οδήγησε εντέλει στον πνιγμό.

Το ΕΙΝΑΙ, εκφράζει και είναι το συνώνυμο της αλήθειας, αυτό που συμβαίνει, είναι η απτή πραγματικότητα. Απεναντίας, το ΦΑΙΝΕΣΘΑΙ είναι το ψευδές, το επιφαινόμενο, το εύληπτο (εύκολα προσλαμβανόμενο), είναι η επιθυμητή και προβαλλόμενη εικόνα ή του εαυτού μας ή των πραγμάτων και καταστάσεων, που επιδιώκουμε και επιθυμούμε να γίνουν από τους άλλους αποδεκτές και αληθείς. Διαχρονικό το φαινόμενο δεν ανακαλύπτει κανένας την Αμερική επισημαίνοντάς το. Η αλματώδης τεχνολογική ανάπτυξη των τελευταίων χρόνων, ιδιαίτερα στον τομέα της τεχνολογίας των επικοινωνιών, οδήγησαν το φαίνεσθαι να έχει καταστεί η κυρίαρχη και πρώτη επιλογή τόσο για τους απλούς ανθρώπους (ποτέ ο άνθρωπος δεν ήταν τόσο «νάρκισσος» όσο στην εποχή μας), όσο, και κυρίως, για όλους όσους στοχεύουν στην ποδηγέτηση και τον έλεγχο των μαζών. 

Γιατί συνιστά επιλογή πολιτικής λειτουργίας, η επιλογή για την δημιουργία καταναλωτικών προτύπων (του homo consumens , κατά τον Έριχ Φρομ), η επιλογή για την επικράτηση χρηματοπιστωτικών και τραπεζικών λειτουργιών, η επιλογή ελέγχου και χειραγώγησης των πολιτών. Ακόμη, η επιλογή δικαιολόγησης ιμπεριαλιστικών πολιτικών εκ μέρους των ισχυρών της Γης και εφαρμογής μέτρων για διεύρυνση των κατοχών τους ή επιβεβαίωση των κεκτημένων τους. Ανομολόγητη, πλην υπαρκτή, σε κάθε τους ενέργεια η διάθεση για ηγεμονία, περιφερειακή ή παγκόσμια. Σημερινό παράδειγμα ο πόλεμος στην Ουκρανία, όσο κι αν άλλα είναι αυτά που φαίνονται, αυτά  που θέλουν να μας δείχνουν.

Το εγχώριο και διεθνές πολιτικό σύστημα απεμπόλησε το ΕΙΝΑΙ και εκμεταλλευόμενο την θυμική λειτουργία των ανθρώπων και την ασύνειδη επιλογή του συναισθήματος αντί της λογικής, υιοθέτησε το ΦΑΙΝΕΣΘΑΙ, «τα ψεύτικα τα λόγια τα μεγάλα», καθώς θα πει ο ποιητής, τις ανέξοδες υποσχέσεις. Αδιάλειπτος ο αγώνας του να κερδηθεί η μάχη των εντυπώσεων. Το «ίματζ» πρώτο μέλημα των πολιτικών, γι΄ αυτό και περιβάλλονται από ομάδα επικοινωνιολόγων, για το τι θα πουν, πώς θα το πουν, πότε θα το πουν, πού και πώς θα εμφανιστούν. Η πολιτική λειτουργία από λειτούργημα κατάντησε, δυστυχώς, συνώνυμο της απάτης, γνωρίζοντας πολύ καλά ότι το ασύνειδο, το θυμικό, το συναίσθημα είναι ευάλωτα στην εικόνα, οι προσλαμβανόμενες παραστάσεις και εικόνες εκλαμβάνονται ως γνώσεις και το υποκείμενο χωρίς να το θέλει γίνεται χρήστης και θύμα.

Δεν απέχει, όμως, πόρρω από τον ως άνω χώρο και η συμπεριφορά μας ως άτομα στην καθημερινότητά μας. Το εύκολο και απλό, το «εύπεπτο», υιοθετείται αντί εκείνου που απαιτεί προσπάθεια και εξειδικευμένες αναλύσεις. Αρνούμαστε την κατάδυσή μας στην ουσία, στην οποία βρίσκεται πάντα η αλήθεια και όχι στα ευκόλως προσφερόμενα επιφαινόμενα. Τρώμε «αμάσητα» ό,τι μας σερβίρεται, βάζοντας στο «μενού» μας όσο το δυνατόν πιο «εύπεπτες» τροφές. Όλοι έχουμε άποψη για όλα, χωρίς την απαραίτητη γνώση.Μαντρωμένοι στα παντοειδή «κοπάδια», καταντήσαμε αξιοθρήνητοι σανοφάγοι. Η πολυσχιδής και πολύπλευρη πληροφόρηση και παραπληροφόρηση, με την βοήθεια και συνέργεια όλων των μορφών των μίντια και του Διαδικτύου, μας δίνουν την ψευδαίσθηση της γνώσης και της συμμετοχής στα δρώμενα. Ψευδαίσθηση όμως ελευθερίας και δημοκρατίας και μεις σύγχρονοι δουλοπάροικοι. Πολιτική και οικονομία σε αγαστή συνεργασία και σύμπλευση, «χέρι-χέρι», μέσω των «πρόθυμων» μίντια και των αργυρώνητων δημοσιογράφων, μας προσφέρουν απλόχερα το φαίνεσθαι, την εικόνα που αυτοί προεπέλεξαν και σ΄ αυτή, δίκην εικονολατρών, μας προσκαλούν να γίνουμε προσκυνητές.

Το ΕΙΝΑΙ σπανίως ενδιαφέρει. Όταν δεν είναι επικαλυμμένο και δύσκολα διακρινόμενο, «λανσάρεται» με φανταχτερό περιτύλιγμα. Η αυθεντικότητα, η γνησιότητα και ο αυθορμητισμός κατάντησαν μειονεκτήματα σε κείνον που τα έχει. Η ουσία προσφέρεται θυσία στο βωμό του θεαθήναι, των εντυπώσεων. Απαθείς μάρτυρες και θύματα όλοι μας των όσων συμβαίνουν στην γεωπολιτική παγκόσμια σκακιέρα και στο ό,τι συμβαίνει στη χώρα μας. Με το βάρος της ένδειας να μεταφέρεται αδιαμαρτύρητα στην πλάτη των γνωστών υποζυγίων και οι υπεύθυνοι δημιουργίας των κρίσεων να καρπώνονται τα κέρδη των υπερσυσσωρεύσεων. Κάποιοι πολλαπλασιάζοντας τα δισεκατομμύριά τους και κάποιοι άλλοι χάνοντας τη ζωή τους σε πολέμους που άλλοι συνειδητά προκάλεσαν, ή άλλοι, πολλαπλασιάζοντας την φτώχεια τους ή εγκαταλείποντας τις εστίες τους ως πρόσφυγες και μετανάστες.

Στο ίδιο ΦΑΙΝΕΣΘΑΙ, σε διαφορετική κλίμακα, στα ράσα (που κατά το λαό «δεν κάνουν τον παπά») και την έξωθεν φιλεύσπλαχνη εικόνα, επιμελώς κατασκευασμένη, πίσω από βαρύγδουπους τίτλους και χαρακτηρισμούς («η λ. «δομές» ηχούν καθησυχαστικά, αν όχι παραμυθητικά, αν συνοδεύεται από τη λ. “φιλοξενία” ή “πρόνοια”, θα σημειώσει ο Παντελής Μπουκάλας στην ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ της Κυριακής, 27-11) «οχυρώθηκε» και ο πατήρ Αντώνιος, επιτελώντας μετά της συμβίας του το σε διάφορες φάσεις αποκαλυπτόμενο «θεάρεστο» έργο τους. Και όμως, η αλήθεια, η επένδυση στο «είναι», αποτελεί για τον καθένα μας τον καλύτερο, χωρίς αδιέξοδα, δρόμο, όσο κι αν αυτός είναι δύσκολος και επίπονος. Ιδίως σε μια εποχή, όπως η σημερινή, στην οποία τα προσωπεία αντικατέστησαν τα πρόσωπα και όπου όλοι μετέχουν ασθμαίνοντες σ΄ έναν αγώνα δρόμου επιδιώκοντας την όλο και καλύτερη εξωτερική τους εικόνα. «Τάφοι κεκονιαμένοι», σύμφωνα με την αγιογραφική έκφραση, που απέξω φαίνονται ωραίοι, όλοι όμως γνωρίζουμε τι κρύβουν μέσα τους. 

Γιάννης Γιώσας