Ο γάμος στο Πωγώνι…

on .

 Η αξία που παρουσιάζουν τα κάθε λογής στοιχεία του λαϊκού μας πολιτισμού είναι αναμφισβήτητα ανυπολόγιστη. Ήθη, έθιμα, παραδόσεις, τραγούδια, φανερώνουν τη δυναμικότητα της φυλής μας και τη συνέχειά της στο πέρασμα των αιώνων. Η γνωριμία με τους απλούς και άδολους ανθρώπους των χωριών μας και τις καρδιές μας ηρεμεί και το πνεύμα μας δυναμώνει και τις γνώσεις μας πλουτίζει. Άνθρωποι ριζωμένοι στους αυστηρούς και κακοτράχαλους βράχους του τόπου τους, μεγαλωμένοι με πόνους και οδύνες, ζυμωμένοι με τις πατρογονικές παραδόσεις, δίνουν ανάγλυφη την εικόνα ανθρώπων που νοιάζονται και πασχίζουν και για τη δική τους ζωή και για τη χαρά των άλλων.

Πάντα μου έλεγε η μαλέκω Σίνα, η γιαγιά μου: «Παναΐα μου, Θεουλάκη μου, όλου του κόσμου τα παιδιά και τα δικά μου στο πάτω να ζήσουν, να κλείσω τα μάτια μου και να μη ‘δω τίποτε».

Και πόσες δυσκολίες, πόσες αναποδιές, πόσες προσπάθειες για επιβίωση στα δύσκολα και σκοτεινά χρόνια: «Μαζεύαμε τα μανούσια από τις γλογκιές για φαΐ και ρίχναμε στο νερό λίγα σπυριά ρύζι ν’ αρεντεύουν».

Βρέθηκα προσκυνητής και ρίζωσα για καλά σ’ αυτό τον τόπο. Νοσταλγικά αγναντεύω τον καταπράσινο κάμπο της Δερόπολης με τα όμορφα χωριά της αραδιασμένα στα ριζά των βουνών και αναπολώ λεβέντικες φιγούρες, ανεπανάληπτες εικόνες γυναικών να σέρνουν στους γάμους και στα πανηγύρια τον «Δεροπολίτικο» και ν’ αχολογούν οι ρεματιές και τα «Μπουγάζια».

Σ’ αυτά τα μέρη δημιουργικά δένεται το χθες με το σήμερα και το αύριο. Φαίνεται ότι οι κάτοικοι αυτής της ακριτικής περιοχής κρατιούνται γερά στις ρίζες τους και συνεχίζουν να ζωντανεύουν και ν’ ανασταίνουν τα παλιά, μ’ έναν τρόπο μοναδικό και ακατάβλητο από τον χρόνο.

Πολλά και ιδιότυπα τα έθιμά τους, θαυμαστές οι παραδόσεις τους, ξεχωριστά χρωματισμένοι οι θρύλοι τους. Και αυτή η φτώχεια του τόπου τους είναι η ίδια η εικόνα και η στάση της ζωής τους. Ιδιαίτερο χρώμα παρουσιάζουν στα χωριά του Πωγωνίου τα έθιμα τα σχετικά με τον «γάμο».

Σήμερα, όπως συμβαίνει παντού, πολλά από τα έθιμά μας ίσως παραμερίστηκαν ή παραγκωνίστηκαν από τα ψευδώνυμα εκπολιτιστικά ρεύματα, από τον καταλυτή μηχανικό πολιτισμό, που έφτασε μέχρι το μικρότερο χωριουδάκι.

Κάτι όμως παραμένει ακόμα. Κάποια γεύση απόμακρων τελετουργικών εθίμων που μας θυμίζουν μακρινές εποχές, αγνές, απλές, αληθινές. Οι γεροντότεροι έχουν πολλά ακόμη να θυμηθούν, ν’ αναπολήσουν και να μας γοητέψουν με τη λάμψη της διήγησής τους και τη βαθιά ανθρώπινη γνώση και σοφία τους. Η ανάπλαση στη μνήμη μας όλων των γεγονότων των σχετικών με το γάμο είναι πραγματική μυσταγωγία.

Τα έθιμα του γάμου αποτελούν κώδικα ηθικό, φυσικό δίκαιο και κανένας, και να ήθελε, δε μπορούσε να ξεφεύγει από τα δεσμά του. Η καταπάτηση ή παραμέληση πατρογονικών εθίμων ήταν παράπτωμα βαρύ, πράξη κολάσιμη. Οι παραβάτες αντιμετώπιζαν την περιφρόνηση και τον αποτροπιασμό των συντοπιτών τους. Ξέπεφταν στην συνείδηση των συγχωριανών τους και η επικοινωνία μαζί τους αποκλειόταν.

Ο γάμος ακολουθούσε μια σειρά από πράξεις τελετουργικές, φαινομενικά τυπικώς, αλλά ουσιαστικά τόσο βαθιά ριζωμένες, που η παραμικρή αμέλεια ή ολιγωρία, μπορούσε να δημιουργήσει δυσκολίες, ακόμη να παρεμποδίσει και αυτή την τέλεση του ιερού μυστηρίου.

Προξενιό, αρραβωνιάσματα, προικιό και προικοσύμφωνα, προλήψεις για το γάμο, οι προετοιμασίες στα σπίτια της νύφης και του γαμπρού, το λούσιμο του γαμπρού και της νύφης, το αρμάτωμα του «μπαργιακιού», το στόλισμα της νύφης, το ξύρισμα του γαμπρού και η γαμπριάτικη φορεσιά, η γαμήλια πομπή (το ψίκι), η υποδοχή των συμπεθέρων, η στέψη στην εκκλησία, η υποδοχή της νύφης στο σπίτι του γαμπρού, τα τάματα, το τραπέζι του γάμου, τα «ντολιά» και ο «ντολήπασης», οι τηγανίτες της νούνας, η αποχώρηση των συμπεθέρων και των κουμπάρων, το ξεστόλισμα της νύφης, τα «πιστρόφια» (αντίχαρα), τα διπλοκαλέσματα (γαμπρολόγια), πράξεις φαινομενικά απλές αλλά βαθύτατα συμβολικές, συνδυασμένες με τα απαράμιλλα γαμήλια τραγούδια, αποτελούν την κορύφωση της Χαράς.

Από τα αρραβωνιάσματα, τελετή ξεχωριστά σημαδιακή και σημαντική, μέχρι και τα «πιστρόφια», υπήρχαν ιδιαίτερες και ιδιότυπες ευχές, ένας πίνακας θαυμαστών πράξεων, τραγουδιών και ευχών, που δημιουργούσε κλίμα ευφορίας, ατμόσφαιρα αφροντισιάς, τροφοδότηση της ίδιας της ζωής στην πιο λαγαρή της έκφραση.

Ακόμη και σήμερα ακούγονται βαριά και κατανυκτικά τα τραγούδια του γάμου, χαρακτηριστικό της ψυχοσύνθεσης και του πολιτισμού του λαού μας, που πέρασε χρόνια και χρόνια μέσα από το καμίνι της σκλαβιάς, της ανέχειας, της ταπείνωσης και της αθλιότητας.

Πόθοι και όνειρα, προσδοκίες και ελπίδες, όλα ανάκατα στο νου και την καρδιά, περιτρέχουν τον χρόνο και παραμένουν μάρτυρες μιας εποχής που έκλαψε, πόνεσε, τραγούδησε και ανάστησε τον μύθο του Ανταίου. Τραγούδια σαν τα παρακάτω, γεμάτα φρεσκάδα, απλότητα και εκφραστικότητα, ακούγονται και σήμερα σε όλα τα χωριά του Πωγωνίου:

Σήμερα ειν’ άσπρος ουρανός

σήμερα είν’ άσπρη μέρα

σήμερα ανταμώθηκαν

αϊτός και περιστέρα. 

Και το άλλο:

Αξίζ’ η μέρα η σημερινή

φλουριά με το ταγάρι

π’ αντάμωσε τα δυο παιδιά

και τάκανε ζευγάρι.

Τα τραπέζια του γάμου, τα «ντολιά» με την πικάντικη σάτυρά τους και όλες οι πράξεις του γάμου, που τηρούνται με σεβασμό και ευλάβεια, συνθέτουν ένα τραγούδι, το τραγούδι της χαράς και της νιότης. Όλα μας οδηγούν στις αστείρευτες βρυσομάνες του προγονικού μας πλούτου, του μοναδικού παραδοσιακού μας παρελθόντος, που παρουσιάζεται ζωντανό και ακμαίο και μπορεί να οδηγήσει τα βήματα του Νέου Ελληνισμού ψηλότερα.

Η νύφη, η Πωγωνήσια νύφη, στολισμένη με σιαγιάκι, ντουλαμά τριανταφυλλάτο, κοντούρες, κάλτσες με πλουμιά, κορώνα και τσιαπράκια, με χαμηλωμένα μάτια, ντροπαλή μέσ’ τη χαρά της, προκαλεί τον θαυμασμό όταν, λυγερή και αεράτη, σέρνει μετά τα «στέφανα» το χορό συμπαρασύροντας όλους τους καλεσμένου στη δική της χαρά.

Όλα τούτα δείχνουν σαν να ανήκουν σε άλλη εποχή. Πολλές φορές μας προξενούν απορία και στεκόμαστε μπροστά τους. Παλιότερα όμως ήταν η ίδια η ζωή, που ένωνε τους ανθρώπους κάτω από τις ίδιες χαρές και τις ίδιες λύπες, ελεύθεροι στα χωριά τους ν’ ανασαίνουν τον αέρα των βουνών τους και να γίνονται με ικανοποίηση τις μικροχαρές της ζωής.

Έζησα πολλά χρόνια κοντά τους. Ανάσανα τον αέρα της αφροντισιάς τους, γεύτηκαν τις χαρές και τις πίκρες τους και σε κάθε στιγμή διαπίστωνα τους ακατάλυτους δεσμούς του «τώρα» με το «τότε», την ίδια την πατρίδα να ξεπηδάει απ’ αυτά τα απομεινάδια των ζωηρών εκφάνσεων του λαού μας.