Λ. Μαβίλης – Βαρώνος Μιχ. Τοσίτσας: Σκακιστικοί βίοι παράλληλοι…

on .

 Το σκάκι δεν μπορεί να χαρακτηριστεί μόνο ως το κορυφαίο πνευματικό άθλημα. Περιλαμβάνει αρκετά στοιχεία επιστήμης αλλά και τέχνης. Εύλογα μπορεί να χαρακτηριστεί και ως ένας ξεχωριστός κόσμος με δικούς του κανόνες. Αυτός όμως ο κόσμος, πολλές φορές αποτελεί και μια μικρογραφία της κοινωνίας μας. Οι ιδιαίτερες λοιπόν και λεπτεπίλεπτες τεχνικές του, η ιστορική διαδρομή του, η σύγκριση με την ανθρώπινη ζωή και κοινωνία αλλά και η συμβολή του στην διανοητική ανάπτυξη, προκάλεσαν το ενδιαφέρον πολλών σημαντικών προσωπικοτήτων ανά τους αιώνες, είτε από τον χώρο της φιλοσοφίας, είτε της λογοτεχνίας ακόμη από την πολιτική όπως τους παρουσιάζει και ο Παναγής Α. Σκλαβούνος στο βιβλίο του «Οι άγνωστες πτυχές του ελληνικού σκακιού». Ο Γκαίτε, είχε χαρακτηρίσει το σκάκι ως «λυδία λίθος του νου».

Ένας από τους γνωστότερους και σημαντικότερους Έλληνες σκακιστές του 19ου αιώνα ήταν ο Λορέντζος Μαβίλης. Την περίοδο των σπουδών του στη Γερμανία, τα έτη 1881 – 1889, ήταν ένας εκ των ιδρυτών του Ακαδημαϊκού Σκακιστικού Συλλόγου του Μονάχου, ενώ η σκακιστική του πορεία, του επεφύλασσε πολλές σημαντικές διακρίσεις. Υπήρξε πρωταθλητής λύσης σκακιστικών προβλημάτων Γερμανίας αλλά και πρωταθλητής Βαυαρίας. Αξίζει να σημειωθεί πως μέντοράς του στο σκάκι υπήρξε ο συγγραφέας Ιάκωβος Πολυλάς.

Σε πολλές από τις παρτίδες του, ο Μαβίλης, συνήθιζε να χρησιμοποιεί ψευδώνυμα. Κάποια από αυτά ήταν « Λ. Γραικός», «Μ.», «Τριστάνος» (το όνομα αυτό το παίρνει από τον μυθικό μεσαιωνικό ιππότη ο οποίος σύμφωνα με την γερμανική παραλλαγή του μύθου είχε και σημαντικές επιδόσεις στο σκάκι), ενώ ο Παλαμάς, μας δίνει πληροφορίες και για την χρήση των ψευδωνύμων «Κερκυραίος» και «απλός ντιλετάντες».

Το 1912, ο Μαβίλης θα σκοτωθεί στη μάχη του Δρίσκου, ως επικεφαλής του λόχου των εθελοντών Γαριβαλδινών. Η τελευταία λέξη που είπε ήταν «Vivat »,  σε απάντηση προς τον στρατηγό Ριτσιώτη Γαριβάλδη, όταν πήγε να τον δει στο πεδίο της μάχης λίγο πριν ξεψυχήσει. Τι σήμαινε για εκείνον όμως αυτή η λέξη; Στο μονόγραμμα που είχε φτιάξει για τον Ακαδημαϊκό Σκακιστικό Σύλλογο του Μονάχου, υπήρχε το V, που συμβόλιζε την προστακτική του  Vivat = Ζήτω!

Μια ακόμη σημαντική προσωπικότητα που ασχολήθηκε με το σκάκι, ήταν και ο Βαρώνος Μιχαήλ Τοσίτσας. Η οικογένεια Τοσίτσα δραστηριοποιήθηκε εμπορικά στο Λιβόρνο της Ιταλίας, που εκείνη την περίοδο είχε χαρακτηριστεί και ως πρωτεύουσα του νέου Ιταλικού σκακιού και ως εκ τούτου ήταν σίγουρη η μύηση του σε αυτό.  Μάλιστα, δύο Έλληνες έμποροι από την ελληνική κοινότητα του Λιβόρνο, ο Ματθαίος Μαυρογορδάτος και ο  Λαυρέντιος Σκαραμαγκάς αναφέρονται και από τον σπουδαίο Ιταλό σκακιστή  Emilio Orsini, ως βασικοί συντελεστές ανάπτυξης του σκακιού στο Λιβόρνο του 19ου αιώνα.

Ο Βαρώνος Μιχαήλ Τοσίτσας, το 1910, θα γράψει και θα κυκλοφορήσει στα γαλλικά το πρώτο βιβλίο από Έλληνα για το σκάκι και συγκεκριμένα για το άνοιγμα παρτίδας. Το βιβλίο είχε τίτλο  «Michel A. Tossizza: Etude Explicative d’ une Partie d’ Echecs, Le Gambit Evans, Paris 1910» και πραγματευόταν το Γκαμπί του Evans, του Άγγλου καπετάνιου και σπουδαίου σκακιστή William Davies Evans που επισκέφτηκε την Ελλάδα και έπαιξε σκάκι στην Κέρκυρα με σημαντικούς Έλληνες σκακιστές. Τεκμήριο μάλιστα αυτής της επίσκεψης αποτελεί και η μεγάλη σκακιέρα που χάρισε στην Αναγνωστική Εταιρεία Κέρκυρας, η οποία υπάρχει και σήμερα εκεί. Στην πίσω πλευρά της γράφει: Δώρον Πλοιάρχου  Evans, 1842.