Ο Προκόπης Παυλόπουλος ως Πρόεδρος Δημοκρατίας…

on .

Έκλεινα το προηγούμενο άρθρο μου επισημαίνοντας πως ο Προκόπης Παυλόπουλος αρνήθηκε να εφαρμόσει ως Πρόεδρος της Δημοκρατίας- όπως είχε το δικαίωμα και την υποχρέωση από το Σύνταγμα- αυτά που υποστήριξε δημόσια ως βουλευτής και μέλος της Μόνιμης Ειδικής Επιτροπής Θεσμών και Διαφάνειας της Βουλής για τα Ηπειρωτικά Κληροδοτήματα. Και ιδού η απόδειξη: Σε εκτέλεση του Ομόφωνου Πορίσματος της Επιτροπής της Βουλής (1-2-2011), συνεχίστηκαν εκ μέρους μας οι προσπάθειες για την οριστική επίλυση του σοβαρού αυτού προβλήματος για την πόλη και το νομό Ιωαννίνων. Το έτος 2013, επί τρικομματικής κυβέρνησης Σαμαρά, Βενιζέλου και Κουβέλη, με διατάξεις του νομοσχεδίου για τις Κοινωφελείς Περιουσίες, καταργούνταν τα τρία διατάγματα που συντηρούσαν το αντισυνταγματικό και παράνομο καθεστώς των Ηπειρωτικών Κληροδοτημάτων. Το νομοσχέδιο εγκρίθηκε, αναρτήθηκε στο διαδίκτυο και ήταν έτοιμο να ψηφιστεί από τη Βουλή. 

Στο μεταξύ, παραιτήθηκε από την κυβέρνηση το κόμμα του Κουβέλη, έγιναν, ως συνήθως οι «αδιαφανείς παρασκηνιακές παρεμβάσεις», τις οποίες κατάγγειλε δημόσια ο πρώην Πρόεδρος της Βουλής, Απόστολος Κακλαμάνης. Αυτός έφερε το θέμα, για τρίτη φορά, στην Επιτροπή Θεσμών και Διαφάνειας, πάρθηκε νέα απόφαση, παρόμοια με τις δυο προηγούμενες, συντάχθηκε νέο Σχέδιο Νόμου που καταργούσε το καθεστώς των Ηπειρωτικών Κληροδοτημάτων, και το θέμα σταμάτησε εκεί, γιατί μεσολάβησαν, το 2015, οι εκλογές, με τις οποίες, ως γνωστό, ο ΣΥΡΙΖΑ ανήλθε στην εξουσία. 

Έληξε τότε και η θητεία του Προέδρου της Δημοκρατίας Κάρολου Παπούλια και με πρόταση της νέας κυβέρνησης η Βουλή ψήφισε ως Πρόεδρο τον Προκόπη Παυλόπουλο. Η εκλογή αυτή, σύμφωνα με όσα εξέθεσα στο προηγούμενο άρθρο μου, δημιούργησε στην Επιτροπή Αγώνα την ελπίδα ότι ο νέος Πρόεδρος θα αποδειχτεί συνεπής προς τις προηγούμενες διακηρύξεις του και θα αναλάβει την πρωτοβουλία, με βάση το Σύνταγμα το οποίο επανειλημμένα είχε επικαλεστεί, να δώσει οριστική λύση στο θέμα. 

Στα παραπάνω προστέθηκαν δυο ακόμα ενθαρρυντικά περιστατικά: Είχε κυκλοφορήσει στο μεταξύ το νέο επιστημονικό σύγγραμμα του καθηγητή του Δημοσίου Δικαίου Προκόπη Παυλόπουλου, στο οποίο ο συγγραφέας διακήρυττε, με έμφαση, πως «στη νομική επιστήμη πρωτεύουσα σημασία δεν έχει η γνώση του περιεχομένου του κανόνα δικαίου, αλλά η λειτουργία του στο χώρο του δημοκρατικού κράτους και η συνακόλουθη επάρκειά του να υπερασπισθεί το οχυρό της Δημοκρατίας».

Κατά την ανάληψη δε των καθηκόντων του, έκανε επίσης μια σαφέστατη δήλωση που μας δημιούργησε την εντύπωση ότι απευθύνεται σε πολλούς αποδέκτες: «Δεν θα περιοριστώ -είπε- στην τυπική άσκηση των καθηκόντων μου, αλλά θα ασκήσω και όλα τα δικαιώματα που απορρέουν από το Σύνταγμα». Ανατρέξαμε τότε στο Σύνταγμα και στο άρθρο 33 διαβάσαμε τον όρκο που έδωσε κατά την ανάληψη των καθηκόντων του, ενώπιον εκπροσώπων της πολιτικής και εκκλησιαστικής ηγεσίας, και είπε: «Ορκίζομαι… να φυλάσσω το Σύνταγμα και τους νόμους, να μεριμνώ για την πιστή τους τήρηση …και να υπηρετώ το γενικό συμφέρον και την πρόοδο του Ελληνικού Λαού».

Τώρα πια, είπαμε, δεσμεύτηκε με όρκο ότι θα κάνει εκείνα που υποστήριζε και διακήρυττε ως βουλευτής και ως καθηγητής του Δημοσίου Δικαίου και η δέσμευση αυτή αφορούσε και το δικό μας θέμα, γιατί είχε σχέση με την εφαρμογή του Συντάγματος της οποίας υπήρξε θιασώτης. Επιπλέον, είχε το δικαίωμα αλλά και την υποχρέωση «να μεριμνά για την πιστή τήρησή τους από τον πρωθυπουργό και τους υπουργούς που είχαν ορκιστεί ενώπιόν του -και αυτοί- «να φυλάττουν το Σύνταγμα και τους νόμους που συμφωνούν με αυτό και να υπηρετούν το γενικό συμφέρον και την πρόοδο του Ελληνικού Λαού».

Λίγο πιο πριν μάλιστα και ο νέος πρωθυπουργός, από το Φεβρουάριο του 2015, είχε δηλώσει στη Βουλή  πως «είμαστε κάθε λέξη από το Σύνταγμα αυτής της χώρας». Και οι λέξεις του Συντάγματος που μας αφορούσαν ήταν απλές και κατανοητές στον καθένα και έλεγαν «Η διοίκηση και η διαχείριση των Κληροδοτημάτων γίνεται σύμφωνα με τη βούληση του διαθέτη» (άρθρο 109, παρ.3) Εξίσου απλές και κατανοητές για μας είναι και οι λέξεις που περιλαμβάνονται στην ακροτελεύτια διάταξη του Συντάγματος (άρθρο120), που λένε: «Ο σεβασμός στο Σύνταγμα και τους νόμους που συμφωνούν με αυτό και η αφοσίωση στη Δημοκρατία αποτελούν θεμελιώδη υποχρέωση όλων των Ελλήνων». Το Σύνταγμα βλέπετε δεν εξαιρεί από αυτήν την υποχρέωση ούτε τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας ούτε τον πρωθυπουργό, αντίθετα τους την επιβάλλει με τον όρκο που δίνουν όταν αναλαμβάνουν τα αξιώματά τους.

Μια απλή και ευγενική συζήτησή του με τον πρωθυπουργό της χώρας που είχε δημόσια ταυτιστεί «με την κάθε λέξη του Συντάγματος» -είπαμε μέσα μας- και το θέμα μας λύθηκε. Συζητήσαμε το θέμα με τον εκλεκτό συμπατριώτη μας Βασίλη Λαμπρίδη, συνταξιούχο αρεοπαγίτη, ο οποίος γνώριζε τον Παυλόπουλο από την εποχή που και οι δυο υπηρετούσαν στην Προεδρία της Δημοκρατίας. Γνώριζε πολύ καλά το θέμα και πρόθυμα δέχτηκε να μας κλείσει, με την παρουσία του, ραντεβού με τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας. Ετοιμάσαμε το απαραίτητο Υπόμνημα και συναντηθήκαμε στο Μέγαρο της Προεδρίας. Του υπενθυμίσαμε πράγματα που γνώριζε πολύ καλά, διατυπώσαμε την παράκληση για μια ευγενική και σύμφωνη με τον όρκο που είχε δώσει παρέμβασή του, ώστε να δοθεί η πρέπουσα λύση στο θέμα, την οποία επανειλημμένα και δημόσια είχε υποστηρίξει. Του εγχειρίσαμε δε το σχετικό Υπόμνημα και φεύγοντας πήρα το θάρρος να του επισημάνω ότι: «Ο προκάτοχός σας επιδίωκε από το αξίωμα που κατείχε (δηλαδή από το αποτέλεσμα που έπεται) να αποκτήσει κάποια αξία (την ιδιότητα ή το προσόν που προηγείται), ελπίζουμε όμως ότι εσείς θα θελήσετε να δώσετε αξία στο αξίωμα που κατέχετε».

Φύγαμε με τη βεβαιότητα ότι, επιτέλους, το θέμα μας θα βρει το δρόμο του. Περιμέναμε όμως επί μήνες - είχαμε μάλιστα υποβάλει και σχετικά υπομνήματα στον πρωθυπουργό και προς τον αρμόδιο υπουργό -αλλά ούτε φωνή ούτε ακρόαση. Υποβάλαμε δεύτερο Υπόμνημα, με την παράκληση να έχουμε κάποια απάντηση. Καμιά όμως ανταπόκριση. Την επόμενη χρονιά ήλθε στην πόλη μας, κατά την επέτειο της απελευθέρωσής της και στον καθιερωμένο λόγο του δεν απέφυγε να θυμηθεί και «τους μεγάλους Ευεργέτες της Ηπείρου οι οποίοι μας διδάσκουν κυρίως σήμερα το νόημα της προσφοράς και της αλληλεγγύης…», ενώ ο ίδιος με την αδιαφορία του για το σεβασμό της βούλησής τους που, όπως είχε δηλώσει στο παρελθόν, «είναι συνταγματικά κατοχυρωμένη», έδειχνε ότι δεν είχε κατανοήσει πλήρως «το νόημα της προσφοράς και της αλληλεγγύης» των Ευεργετών μας.

Πήραμε πάλι το θάρρος και του υποβάλαμε τρίτο Υπόμνημα με το οποίο, χωρίς περιστροφές, του υπενθυμίσαμε τη δήλωση την οποία είχε κάνει ως Πρόεδρος της Δημοκρατίας, σε εκδήλωση των καθηγητών του Πανεπιστημίου Αθηνών (το Μάρτιο του 2016), σύμφωνα με την οποία «σε φάση παρακμής στην Ελλάδα βρίσκεται σήμερα το Κράτος Δικαίου…». Του επισημάναμε ότι αυτή «η παρακμή» οφείλεται σε όλους μας και κατ’ εξοχήν -κατά τον Αριστοτέλη- «στους τα πρώτα έχοντας».

Σε κάποιο από τα τρία Υπόμνήματά μας είχαμε επικαλεστεί το γεγονός ότι, προλογίζοντας το βιβλίο του για το Δημόσιο Δίκαιο, και αναφερόμενος σε γνωστό στίχο του Έλιοτ, διερωτήθηκε: «Πού ειν’ η ζωή, που τη σπαταλήσαμε ζώντας»; Διατυπώσαμε έπειτα την ελπίδα ότι, συνεπής προς αυτόν τον προβληματισμό του δεν θα θελήσει «να σπαταλήσει ζώντας» πέντε ολόκληρα χρόνια «ζωής» στο Προεδρικό Μέγαρο ντυμένος απλώς το χιτώνα του «πρώτου πολίτη της χώρας».

Και τελικά αυτό έπαθε! Και το έπαθε γιατί φαίνεται δεν είχε υπόψη του και την επίσης γνωστή παρακαταθήκη του Έλιοτ, σύμφωνα με την οποία «δεν είναι φρόνιμο να παραβαίνεις τους κανόνες, προτού να μάθεις πώς να τους τηρείς». Έτσι «κατασπατάλησε ζώντας», πέντε ολόκληρα χρόνια στο Προεδρικό Μέγαρο!

ΣΠΥΡΟΣ ΕΡΓΟΛΑΒΟΣ