Το άλλο έγκλημα του ‘22…

on .

«Εναρκτήριο λάκτισμα» στον κύκλο των φετεινών επιφυλλίδων άμα τη ινδικτιώνι, την έναρξη δηλ. του νέου εκκλησιαστικού έτους -η Ίνδικτος (από τη λατινική λ. Indictio = ένδειξη, ορισμός, μήνυμα, κήρυξη, επαγγελία, διάγγελμα, διάταγμα) πριν εξελιχθεί σε εορτολογικό γεγονός αναφερόμενο στην έναρξη και «τον διά του Χριστού αγιασμό του νέου εκκλησιαστικού έτους», σήμαινε την αρχή του οικονομικού έτους και της ανά δεκαπενταετία προσδιοριζόμενης φορολογικής πολιτικής των Ρωμαίων- και η στήλη μας πρωτίστως λογοτεχνική και ύστερα δημοσιογραφική, ξεκινάει με την οφειλόμενη απόδοση μνήμης στα 100 χρόνια από την τραγωδία του μκρασιατικού ελληνισμού το 1922.

Όσα διαδραματίστηκαν κατά τις χαλεπές εκείνες μέρες είναι λίγο πολύ γνωστά τόσο από τα σχολικά ιστορικά εγχειρίδια όσο και από τα πολλά –και ενδιαφέροντα- αφιερώματα τόσο στον Γραπτό όσο κα στον Ηλεκτρονικό Τύπο. Ήταν μια εθνική τραγωδία με πολλούς –δυστυχώς αρνητικούς– πρωταγωνιστές.

Όσο κι αν κοινά, οικουμενικά παραδεκτός κανόνας στη μελέτη των γεγονότων του παρελθόντος είναι ότι «δεν υπάρχει «αν» στην Ιστορία», αφού αυτή λειτουργεί με γεγονότα (αυτά δηλ. που «γεγόνασι», που έχουν συμβεί) και όχι με υποθέσεις, όποιες κι αν είναι οι πεποιθήσεις εκείνων που την προσεγγίζουν, παρ’ όλα αυτά η περίοδος της ελληνικής ιστορίας από τον Μάιο του 1919 μέχρι και τα τέλη σχεδόν του 1922 έχει δώσει την αφορμή να χυθούν τόνοι φυσικής και ηλεκτρονκής μελάνης προκειμένου να δοθούν απαντήσεις σε μια σειρά από, στην πραγματικότητα ανύπαρκτα, «αν». Αυτό δεν αναιρεί την ερμηνευτική προσέγγιση των όποιων γεγονότων και την εντέλει συναγωγή χρήσιμων συμπερασμάτων. Άλλωστε, μόνο έτσι η Ιστορία αποβαίνει «δάσκαλος της ζωής» κατά τη ρήση του Ρωμαίου ρήτορα και πολιτικού Κικέρωνα («historia magistra vitae»). Είναι δε παραδεκτό πως το βεληνεκές ενός έθνους φτάνει τόσο μακριά όσο και η ιστορική του μνήμη.

Αν θελήσει κανείς να συμπυκνώσει τα αίτια της μικρασιατικής τραγωδίας  αναζητώντας τους υπεύθυνους του ολοκαυτώματος του Μικρασιατικού Ελληνισμού και του συνακόλουθου ξεριζωμού του Ελληνισμού της Ανατολής, ύστερα από 3000 χρόνια συνεχούς παρουσίας στη γη της Ιωνίας, θα καταλήξει στο σημείο σύγκλισης της πλειονότητας των ιστορικών ερμηνευτών, στο ότι δηλαδή η αχίλλειος πτέρνα της Ελλάδας ήταν ότι από τον Νοέμβριο του 1920 και εξής πολεμούσε χωρίς την πολιτική κάλυψη των Συμμάχων, της περιβόητης Αντάντ. Η μεταστροφή συντελέστηκε παρά τις αλλεπάλληλες προειδοποιήσεις τους μετά την επαναφορά του Κωνσταντίνου στο θρόνο. 

Η παλινόρθωση του εξόριστου μονάρχη παρέσχε μια πρώτης τάξεως αφορμή στις Δυνάμεις να απαγκιστρωθούν από τις δεσμεύσεις τους προς την Ελλάδα και να επιζητήσουν την αναθεώρηση της Συνθήκης των Σεβρών. Σε αυτό συνετέλεσαν οι κατά συρροή λαθεμένοι πολιτικοί χειρισμοί του πολιτικού προσωπικού της εποχής,  τόσο από την πλευρά του Ελ. Βενιζέλου, ο οποίος επιδιώκοντας άκαιρα το ξεκαθάρισμα των  πολιτικών του λογαριασμών με τους φιλοβασιλικούς του αντιπάλους, προκήρυξε μεσούντος του πολέμου τις εκλογές της 1ης Νοεμβρίου του 1920, όσο και από την κυβέρνηση που προέκυψε (Δ. Ράλλη, Γούναρη κλπ.), η οποία υποτιμώντας τις προειδοποιήσεις των Συμμάχων επενέφεραν τον Βασιλιά Κων/νο. Καθόλου λιγότερο εσφαλμένοι δεν ήταν και οι χειρισμοί της τότε στρατιωτικής ηγεσίας, η οποία συνεπαρμένη από τον εθνικιστικό οίστρο της Μεγάλης Ιδέας «απλώθηκε πέρα από το στρώμα της» φτάνοντας άστοχα ως τα βάθη της Ανατολίας, καθιστάμενη έτσι «βούτυρο στο ψωμί» του παμπόνηρου επιχειρησιακά Κεμάλ Ατατούρκ.

Αλλά, αμέσως μετά τη Μικρασιατική Καταστροφή, ακολούθησε μία ακόμα που δεν έχει καταγραφεί στη νεοελληνική συνείδηση και που παραμένει άγνωστη στους περισσότερους μέχρι και σήμερα. Αφορά στην Ανατολική Θράκη και στην εκεί προαιώνια παρουσία του Ελληνισμού. «Πρόκειται για μία βαθιά ήττα του ελληνισμού, που αγγίζει σε ιστορική και γεωπολιτική σημασία την ίδια τη Μικρασιατική Καταστροφή και που τη συμπληρώνει, ακριβέστερα την ολοκληρώνει σχεδόν εξίσου τραγικά στις πιο κρίσιμες πτυχές της» (Το άλλο έγκλημα του ΄22,  ειδική έκδοση εφημ. ΤΑ ΝΕΑ , 2022). 

Είναι χαρακτηριστικά όσα αναφέρει στο εισαγωγικό του σημείωμα ο  Γεώργος Π. Μαλούχος: «Το 1922 και το 1923, στο διάστημα ανάμεσα στη Μικρασιατική Καταστροφή και τη Συνθήκη της Λωζάννης, η τότε έγκριτη εφημ. «Ελεύθερον Βήμα» αποτυπώνει μέρα με τη μέρα όλα τα γεγονότα αυτής της δεύτερης τραγωδίας του Ελληνισμού και της Ελλάδας. Που βουτηγμένη στα πολιτικά πάθη και τη συνεπαγόμενη πολιτική αστάθεια παρακολουθούσε απαθής τον πολυπληθέστερο και ακμαίο Ελληνισμό της Ανατολικής Θράκης ξαφνικά να εκδιώκεται βίαια από τους τόπους του και τα εθνικά της όνειρα να σβήνουν εξίσου».

Μόλις λίγες εβδομάδες μετά την τραγωδία στη Μικρά Ασία, υπογράφεται μία από τις πιο επώδυνες για την Ελλάδα και τον Ελληνισμό συνθήκες των τελευταίων δύο αιώνων: η Συνθήκη των Μουδανιών ( 11 Οκτωβρίου 1922) καθορίζοντας γραμμή υποχώρησης του ελληνικού στρατού τη δεξιά όχθη του Έβρου... Για άλλη μα φορά οι «φίλοι» και «σύμμαχοί» μας, παρότι αναφανδόν ταχθήκαμε στο πλευρό τους κατά τον Α΄ Μεγάλο ( Παγκόσμιο) Πόλεμο (1914-18), σε αντίθεση με την Τουρκία, η οποία ήταν στο αντίπαλο στρατόπεδο, πήραν πίσω την ευνοϊκή για μας Συνθήκη των Σεβρών (10  Αυγούστου 1920) αναθεωρώντας την πολτική τους έναντι της διαλυμένης οθωμανικής αυτοκρατορίας, όπως η αλλαγή των συμφερόντων τους και μόνο επέβαλε. Αυτό αν το αντιληφθούμε, ότι δηλ. τα κράτη δεν έχουν φίλους παρά μόνο συμφέροντα, θα είμαστε πιο προσεκτικοί στους διπλωματικούς μας χειρισμούς, χωρίς να μας θεωρεί αναφανδόν δεδομένους καμία πλευρά. Άλλωστε, αυτό δε σημαίνει διπλωματία; Παρότι λόγιο ενδογενές δάνειο από τη γαλλική λ. diplomatie, η ετυμολογία του (από το αρχαιοελλην. «διπλόω-ω») παραπέμπει στο «διπλούν», όχι δηλαδή στη μονομέρεια.