Ο Αϊ-Γιάννης και οι δοξασίες του…

on .

Η γιορτή του Γενεσίου του Αγίου Ιωάννη στις 24 Ιουνίου, στην περίοδο δηλαδή των θερινών τροπών του ήλιου, υποβάλλει στη δημιουργία πολλών δοξασιών και ιδιόμορφων εθίμων, που δίδουν στη μέρα αυτή μια ιδιαίτερη θέση στο λαϊκό καλαντάρι. Η γιορτή αυτή είναι ταυτισμένη, κυρίως, με δύο κύκλους εθίμων, δηλαδή με τις φωτιές που ανάβονται από την παραμονή και με τις πολύμορφες μαντικές πράξεις που τελούνται τότε με σκοπό να φανερωθεί, ιδιαίτερα στις κοπέλες, το ριζικό, η τύχη τους. Από την εθιμολογία αυτή πηγάζουν και οι προσωνυμίες «Φανιστής» και «Ριζικάρης» του Αγίου αντίστοιχα. 

Μια άλλη προσωνυμία του ως «Ριγανά» οφείλεται στη συνήθεια να μαζεύουν τότε ρίγανη και άλλα αρωματικά φυτά, όχι μόνο για το φαγητό αλλά και για μαγικοθεραπευτικούς σκοπούς, όπως το λεγόμενο «τ’ Αϊ Γιαννιού το βοτάνι», που οι κοπέλες μαζεύουν τελετουργικά, το βράζουν στη συνέχεια, και με το νερό αυτό λούζονται, για να αποκτήσουν  ωραία μαλλιά.

Οι φωτιές ανάβονται συνήθως σε σταυροδρόμια κατά γειτονιές με ανταγωνιστική διάθεση, κάθε γειτονιά θέλει να ανάψει τη μεγαλύτερη φωτιά. Σ’ αυτήν ρίχνουν και εύφλεκτα παλιοσύνεργα του χωρικού νοικοκυριού (κοφίνια, καλάθια) και απαραίτητα το μαγιάτικο στεφάνι.

Μικροί και μεγάλοι κάνουν, πηδώντας τις φλόγες, και μία επωδική ευχή για καλή υγεία και απαλλαγή απ’ το κακό. Η ευχή «πηδώ το χρόνο τον παλιό και πάω στον πιο καλό» είναι γνωστή σε πολλά μέρη και θυμίζει την  αρχαία ανάλογη: «έφυγον κακόν, εύρον άμεινον» μία ευχή που προδίδει συναίσθηση της εποχικής μεταβολής. Γι’ αυτό οι φωτιές τ’ Αϊ-Γιάννη εντάσσονται στις λεγόμενες «διαβατήριες τελετές», τελετές που προσδιορίζουν αλλά και αντιμετωπίζουν τους κινδύνους που καραδοκούν. 

Την κυριότερη έκφραση των πολλών και ποικίλων μαντικών ενεργειών της ημέρας αποτελούν ο κλήδονας, μια μαντική πρακτική, πανελλήνια γνωστή. Την παραμονή δηλαδή της γιορτής, πηγαίνει ένα παιδί και φέρνει «αμίλητο» νερό στο σπίτι όπου έχουν συμφωνήσει να γίνει κλήδονας. Το αμίλητο νερό το βάζουν σε μια στάμνα και μέσα ρίχνουν τα ριζικάρια, από ένα φρούτο δηλαδή ή κάποιο μικρό αντικείμενο, με ένα χαρακτηριστικό σημάδι, για να ξεχωρίζει ο κάτοχός του. 

Σκεπάζουν έπειτα το σταμνί μ’ ένα κόκκινο πανί, βάζουν πάνω μια κλειδαριά δήθεν για να το κλειδώσουν (εξ ου και η εσφαλμένη γραφή Κλείδονας) και το αφήνουν τη νύχτα έξω στο ύπαιθρο για να «αστρονομηθεί», να δεχθεί τη μαγική επήρεια των άστρων. 

Την επαύριο φέρουν  το σταμνί στο σπίτι, μαζεύονται όλοι γύρω - γύρω και ένα παιδί βγάζει τα ριζικάρια, ενώ οι άλλοι τραγουδούν ένα αλληγορικό δίστιχο «παραμάντεμα»:

Μαλαματένια κλειδαριά ανάμεσα στα σκέλια

έρχομαι και παρακαλώ με το κλειδί στα χέρια…»

Γινόταν τότε πανζουρλισμός -το παραμάντεμα αναφερόταν στην κοπέλα στην οποία ανήκε. Δήλωνε κατά κάποιο τρόπο την «τύχη της» στενά συνυφασμένη με τον μέλλοντα σύζυγό της. Και καθώς παρευρίσκονταν κι οι νεαροί της γειτονιάς, γίνονταν κι οι σχετικοί υπαινιγμοί μέσα σε πειράγματα και γέλια. 

Το γεγονός αυτό δημιουργούσε τη γνωστή παροιμιακή φράση ότι: «Αυτά τα λέν στον Κλείδονα». Ο κλήδονας δεν αποτελεί το μόνο μαντικό μέσο στην εποχικά κρίσιμη μέρα τ’ Αϊ- Γιαννιού. Ονειρομαντεία, μολυβδομαντεία, αβγομαντεία, υδατομαντεία, κηρομαντεία, κατοπτρομαντεία, σταχτομαντεία και κάθε άλλο είδος μαντικής αυτοτελώς ή σε συσχετισμό με τον κλήδονα συναντάται τη μέρα αυτή. Στην Κρήτη π.χ. τα κορίτσια παίρνουν από το αμίλητο νερό του κλήδονα και το μεσημέρι το ρίχνουν σ’ ένα πηγάδι. 

Η κοπέλα στέκει στο χείλος του, κρατώντας ένα καθρέφτη, με τρόπο ώστε οι ακτίνες του ήλιου να αντανακλώνται στο νερό, στην επιφάνεια του οποίου, όπως λέγουν, σχηματίζεται το είδωλο του μέλλοντα συζύγου της. 

Τα πυρολατρικά και μαντικά έθιμα της 23/24 Ιουνίου, από τα πιο εντυπωσιακά της λαογραφίας μας, έχουν υμνηθεί από τον έντεχνο λόγο. Ας θυμηθούμε πόσα τραγούδια μιλούνε για τις φωτιές του Αϊ Γιαννιού, κυρίως όμως ας θυμηθούμε τους στίχους του Σεφέρη για τη μοίρα μας, που είναι «χυμένο μολύβι» και για τα παιδιά «που ανάβουν τις φωτιές» και φωνάζουν, μπροστά στις φλόγες μέσα στη ζεστή νύχτα. Τη νύχτα εκείνη του Αϊ- Γιάννη:

Φωτιές του Αϊ-Γιάννη

   (Γ. ΣΕΦΕΡΗ)

Η μοίρα μας χυμένο μολύβι δεν μπορεί ν’ αλλάξει

δεν μπορεί να γίνει τίποτε.

Έχυσαν το μολύβι μέσα στο νερό κάτω από τ’ αστέρια

κι ας ανάβουν οι φωτιές.

Αν μείνεις γυμνός μπροστά στον καθρέφτη τα μεσάνυχτα

βλέπεις

Βλέπεις τον άνθρωπο να περνά στο βάθος του καθρέφτη

τον άνθρωπο μέσα στη μοίρα σου, που κυβερνά το κορμί σου

μέσα στη μοναξιά και στη σιωπή. Τον άνθρωπο

της μοναξιάς και της σιωπής

κι ας ανάβουν οι φωτιές. 

(Μέτσοβο)