Ο εορτασμός σταθμών στην ιστορία των λαών…

on .

 Υπάρχουν σταθμοί στη ζωή και στην ιστορία των Λαών που σημαδεύουν αποφασιστικά την παραπέρα πορεία τους. Σε εξαιρετικές μάλιστα περιπτώσεις αυτοί οι σταθμοί αποβαίνουν ορόσημα πραγματικά, υψώνονται σαν βίγλες, απ’ την ψηλότερη κορφή των οποίων ένας Λαός μπορεί εποπτικά να αγναντέψει όλη την πορεία της μετέπειτα διαδρομής του και να κάνει αποδεκτή την αντίληψη πως ο ορθός προσδιορισμός του παρελθόντος προσφέρει τη δυνατότητα ορθής ερμηνείας και αξιοποίησης  αυτών που συμβαίνουν γύρω μας και ανοίγουν ευοίωνες προοπτικές για την παραπέρα αποδοτική πορεία του Λαού.

Αυτός είναι και ο λόγος για τον οποίο Λαοί και Ιδρύματα αισθάνονται την ανάγκη να καθιερώσουν, κατά διαστήματα, επέτειους εορτασμούς αξιομνημόνευτων γεγονότων που σημάδευσαν την πορεία τους προκειμένου να δώσουν στους μεταγενέστερους τη δυνατότητα και την υποχρέωση να εκτιμήσουν την προσφορά των πρωτεργατών τους και να σκεφθούν αν οι ίδιοι ακολούθησαν με συνέπεια το δρόμο που χάραξαν οι δημιουργοί τους. Εδώ ακριβώς βρίσκεται και το βαθύτερο νόημα του εορτασμού τους.

Αυτό συνέβη με το Πανεπιστήμιο της Πάδοβας, ιδρυμένο το 1222, ένα από τα παλιότερα Πανεπιστήμια της Ιταλίας και από τα πιο φημισμένα της Ευρώπης. Κατά τη διάρκεια της μακραίωνης πορείας του είχε αποβεί το προπύργιο του Ουμανισμού και της Αναγέννησης, κέντρο των Ελληνικών σπουδών, που συνέβαλε καθοριστικά στη διάδοση των Ελληνικών γραμμάτων στη Δύση. 

Αποφάσισε να γιορτάσει πανηγυρικά τα 800 χρόνια της λειτουργίας του. Και τι έκανε; Δημιούργησε την περίφημη μέχρι σήμερα «Sala di Quaranta» (Αίθουσα των Σαράντα), την οποία κόσμησε με τα πορτρέτα και τα οικόσημα των Σαράντα πιο λαμπρών προσωπικοτήτων από όλο τον κόσμο που φοίτησαν και αποφοίτησαν κατά καιρούς από το Πανεπιστήμιο, προκειμένου να τις προβάλλει στο διηνεκές ως παραδείγματα προς μίμηση. Ανάμεσα σ’ αυτές τις λαμπρές προσωπικότητες και ο δικός μας Ιωάννης Καποδίστριας, ο οποίος αποφοίτησε από το Πανεπιστήμιο με τρία διδακτορικά διπλώματα που τον όπλισαν με όλα τα απαραίτητα εφόδια τα οποία του επέτρεψαν να έχει μια λαμπρή σταδιοδρομία, να αναλάβει διεθνή αξιώματα και πρωτοποριακές πρωτοβουλίες που τον ανέδειξαν ως τον πιο φωτισμένο διπλωμάτη και πολιτικό της εποχής του.

Σταθμός στην ιστορία της Ρωσίας η ίδρυση της Πετρούπολης το 1703, την οποία το 1712 ο Μέγας Πέτρος κατέστησε πρωτεύουσα του Ρωσικού Κράτους εκπληρώνοντας τον προαιώνιο πόθο της Ρωσίας -με την προνομιούχο γεωγραφική θέση της στη Βαλτική, από όπου ήταν δυνατή η επικοινωνία της με τον οικονομικό και πνευματικό κόσμο της Κεντρικής και της Δυτικής Ευρώπης- να ικανοποιήσει τις φιλοδοξίες των Ρώσων Αυτοκρατόρων να αποβούν πρωταγωνιστές των διεθνών εξελίξεων. Αυτός ήταν και ο λόγος για τον οποίο 100χρόνια αργότερα κάλεσαν στην Πετρούπολη τον Έλληνα Ιωάννη Καποδίστρια από τα Επτάνησα και του ανέθεσαν τα ηνία της εξωτερικής πολιτικής αναγνωρίζοντας τα ανεκτίμητα προσόντα του.

Αποφάσισαν, λοιπόν, το 2003 να γιορτάσουν πανηγυρικά αυτό το σημαντικό γεγονός της ίδρυσης της Πετρούπολης. Κατά τις επίσημες εκδηλώσεις θέλησαν να τιμήσουν τις μεγάλες προσωπικότητες που διαδραμάτισαν πρωτεύοντα ρόλο στην ανάδειξή της και οι τιμές αυτές επικεντρώθηκαν στο πρόσωπο του Ι. Καποδίστρια. Σε κεντρικό μάλιστα σημείο της πόλης, με συμμετοχή της UNESCO και με ειδικό πρόγραμμα ανεγέρθηκε ο μεγαλοπρεπής ανδριάντας προς τιμή του, που και σήμερα ακόμα κοσμεί την πρώην ρωσική πρωτεύουσα.

Σταθμός στην ιστορία της Ελβετίας η σύνταξη ενός πρωτοπόρου για την εποχή του Συντάγμάγος, με το οποίο καθιερώθηκε το Ομοσπονδιακό Κράτος της Χώρας, εξασφαλίστηκε η διεθνής ουδετερότητά της και έγινε Κράτος πρότυπο για όλο τον κόσμο. Συντάκτης αυτού του σωτήριου για τη χώρα Συντάγματος υπήρξε ο Ι. Καποδίστριας. Η Ελβετία «ευγνωμονούσα», τον έκανε Ελβετό υπήκοο και τον θεωρεί μέχρι σήμερα «ευεργέτη» και «σωτήρα» της.

Με αφορμή δε τα 200 χρόνια από την Επανάσταση του 1821, θέλησε προς τιμή της χώρας του Καποδίστρια να οργανώσει σχετικές εκδηλώσεις. Και τί έκανε; Στα πλαίσια αυτών των εκδηλώσεων, σε συνεργασία με το Σύλλογο Ελληνίδων Κυριών Γενεύης, στις 13 Οκτωβρίου 2021, κάλεσε τον Ιωάννη Σμαραγδή και πρόβαλε σε επίσημη παγκόσμια πρεμιέρα στη Γενεύη το ντοκιμαντέρ «Αναφορά στον Ιωάννη Καποδίστρια» που αποτελεί τον προπομπό της ταινίας που ετοιμάζει ο γνωστός Έλληνας σκηνοθέτης, με την οποία σκοπεύει να αποκαταστήσει το διεθνές κύρος της μεγάλης αυτής προσωπικότητας, εναντίον του οποίου οι νεοέλληνες διαπράξαμε το γνωστό ανομολόγητο έγκλημα.

Σταθμός -ορόσημο πραγματικό- για την εθνική μας ιστορία Η μεγάλη Επανάσταση του ‘21, κατά την οποία οι Έλληνες αποφάσισαν να καταθέσουν τη ζωή τους ως ενέχυρο της Ελευθερίας, κινούμενοι από ένα αίσθημα βαθύτατα ανθρωπιστικό που ήταν η ζωντανή παρουσία του Γένους, μοναδική και ανεπανάληπτη σύνθεση όλων των στοιχείων της πατροπαράδοτης ελληνικής παράδοσης. Αυτό το γεγονός θελήσαμε να το γιορτάσουμε το 2021 με αφορμή τη συμπλήρωση 200 χρόνων από την έναρξή του. Και πώς το γιορτάσαμε; Διορίστηκε από το επίσημο Κράτος μια Επιτροπή Εορτασμού, υπό τον βαρύγδουπο τίτλο «Ελλάδα2021», άχρωμη και άοσμη, κατά τη γνώμη μου, αν κρίνουμε από τα αποτελέσματά της, που προχώρησε σε εκδηλώσεις καθαρά επικοινωνιακού χαρακτήρα, χωρίς κανένα ουσιαστικό περιεχόμενο. Δεν μας έδωσαν τη δυνατότητα να συλλάβουμε το βαθύτερο νόημά του, με όλα εκείνα τα στοιχεία που συνδυάζουν αρμονικά τις αξίες του παρελθόντος με τις δυνάμεις, τις απαιτήσεις και-προπαντός-τα προβλήματα του παρόντος και τον τρόπο της αντιμετώπισής τους.

Και τι έπρεπε να κάνει για να τιμήσει επάξια αυτό το γεγονός; Να ανακηρύξει πρώτα το 2021 ως «Έτος Ιωάννη Καποδίστρια» που υπήρξε η κορυφαία μορφή του Απόδημου Ελληνισμού κατά την προεπαναστατική περίοδο και από τους σπουδαιότερους εκπροσώπους του Νεοελληνικού Διαφωτισμού. Να παρουσιάσει με εμπεριστατωμένες ομιλίες ειδικών ερευνητών επιστημόνων τα αναμφισβήτητα διεθνώς αναγνωρισμένα προτερήματά του και την ανεκτίμητη προς το Έθνος προσφορά του. 

Αυτά έκαναν το Ρώσο ερευνητή Γκρίγκορι Αρς, αναδεικνύοντάς τον, στο περισπούδαστο βιβλίο του, «Ο Καποδίστριας στη Ρωσία», ως τον «εξέχοντα πολιτικό ηγέτη της νεότερης Ελλάδας», να γράψει: «Αν ο Κοραής ήταν ο αρχιτέκτονας της πολιτικής αναγέννησης του Νέου Ελληνισμού, ο Καποδίστριας ήταν ο πολιτικός ηγέτης που θα έπαιρνε στους ώμους του το φορτίο της εθνικής αποκατάστασης». Ο δε δικός μας Ακαδημαϊκός Δάσκαλος Κωνσταντίνος Τσάτσος, ως Πρόεδρος της Δημοκρατίας, πρόσθεσε: «Αν ο Ελευθέριος Βενιζέλος δημιούργησε τη Μεγάλη Ελλάδα, ο Ιωάννης Καποδίστριας έφτιαξε την Ελλάδα». 

Αυτόν τον πολιτικό ηγέτη η Εθνική Τρίτη των Ελλήνων Συνέλευσις, το 1827, «θεωρούσα ότι η υψηλή επιστήμη του κυβερνάν την Πολιτείαν και φέρειν προς ευδαιμονίαν τα Έθνη, η εξωτερική και εσωτερική πολιτική, απαιτεί πολλήν πείραν και πολλά φώτα, ότι απαιτείται επικεφαλής της Ελληνικής Πολιτείας ο κατά πράξιν και θεωρίαν Πολιτικός Έλλην, δια να την κυβερνήσει κατά τον σκοπόν της πολιτικής κοινωνίας», με ομόφωνο ψήφισμά της τον εξέλεξε «εν ονόματι του Ελληνικού Έθνους, Κυβερνήτην της Ελλάδος, με επταετή θητείαν». 

Οι ίδιοι ομιλητές, σε ειδικά οργανωμένες από τα δημόσια Μ.Μ.Ε. προγραμματισμένες συζητήσεις να διερευνήσουν και να παρουσιάσουν στον Ελληνικό Λαό τις συνθήκες και τους πρωτεργάτες που ώθησαν τους δολοφόνους στο πρόσωπο του Καποδίστρια να πυροβολήσουν την Ευρωπαϊκή προοπτική της ερειπωμένης Ελλάδας, την οποία καταδίκασαν να μείνει για πολύ καιρό στην άθλια μοίρα των κοτζαμπάσηδων, των κομματαρχών, του τοπικιστικού πνεύματος και των ανομολόγητων συμφερόντων. Και αυτό ήταν απαραίτητο να γίνει, αν οι οργανωτές του εορτασμού και αυτοί που τους διόρισαν, επεδίωκαν να θίξουν βασικά θέματα που μας απασχολούν μέχρι σήμερα. Και τούτο γιατί ο ιός του κοτζαμπασισμού και του ραγιαδισμού, απ’τον οποίο προσβληθήκαμε κατά τα τετρακόσια χρόνια της σκλαβιάς, δεν εξαλείφθηκε εύκολα. Και το χειρότερο απ’όλα, για να μη γίνεται αισθητός και για να μην είναι πλήρως ιάσιμος, μεταλλάχθηκε, έγινε πιο επικίνδυνος και πιο ελκυστικός.

Έγινε λαικισμός που επιδιώκει τάχα το συμφέρον του Λαού, ενώ, αργά ή γρήγορα αποδεικνύεται πως είναι επιζήμιός του και εξυπηρετεί μόνο τα συμφέροντα εκείνων που τον υποθάλπουν. 

Πολλά άλλα θέματα ουσιαστικά μπορούσαν και έπρεπε επίσης να αναπτυχθούν όπως το θέμα του Απόδημου Ελληνισμού και της προσφοράς του, πριν, κατά και μετά την Επανάσταση. Αυτό το μοναδικό παγκόσμιο φαινόμενο με τους φωτισμένους Εμπόρους - Εθνικούς Ευεργέτες και τους Μεγάλους Δασκάλους του Γένους διαδραμάτισε αποφασιστικό ρόλο στην πνευματική ανάταση του υπόδουλου Γένους που έφερε την Επανάσταση, στην εδραίωση του Νεοσύστατου Ελληνικού Κράτους και στην ακτινοβολία του απανταχού Ελληνισμού. Και όμως, το επίσημο Ελληνικό Κράτος το αγνόησε και μάλιστα διαχρονικά.

Παρόμοιες δημόσιες συζητήσεις έπρεπε να γίνουν, κατά τις οποίες να τεθούν τα ερωτήματα και να απαντηθούν σε θέματα όπως: αν είναι η πατρίδα που φτιάξαμε όπως ακριβώς την ονειρεύτηκαν οι πατέρες μας που κάηκαν στη φωτιά των μεγάλων αγώνων για να τη θεμελιώσουν με το αίμα τους, αν έχουμε φτιάξει Κράτος του νόμου και της αρετής και αν έχει εδραιωθεί βαθιά στην ψυχή μας η πίστη στην απεριόριστη δυνατότητα του Λαού μας να προσδιορίζει μόνος του τη ζωή του και τη μοίρα του.

Να εξεταστεί, τέλος, αν, για το σκοπό τούτο, χρειάζεται να ζωντανέψει ξανά, όπως τα χρόνια του ‘21, ένα γενναίο Διαφωτιστικό Κίνημα που θα είναι ουσιαστικά Κίνημα Παιδείας εντελώς απαραίτητο για μια ουσιαστική Ελευθερία, για πραγματική Εθνική Ανεξαρτησία.

Το μόνο πάντως που μένει από όλα αυτά είναι: ο Ηπειρώτης Πρόεδρος της Βουλής των Ελλήνων, σε συνεργασία με τους Επτανήσιους βουλευτές, να αποδεχθεί το αίτημα το οποίο του υποβλήθηκε επίσημα από δυο Ηπειρωτικούς επιστημονικούς Συλλόγους, την Εταιρία Λογοτεχνών και Συγγραφέων Ηπείρου και το Σύνδεσμο Αποφοίτων Ζωσιμαίας Σχολής Ιωαννίνων, να φιλοτεχνηθεί και να τοποθετηθεί στο προαύλιο της Βουλής, κοντά στον ανδριάντα του Ελευθερίου Βενιζέλου, του δημιουργού της Μεγάλης Ελλάδας, ο ανδριάντας του Ιωάννη Καποδίστρια που «έφτιαξε την Ελλάδα». Ίσως, έτσι, αποκτήσει κάποιο νόημα ο εορτασμός για τα 200 χρόνια από την Επανάσταση του 1821.