Ο Μέγας Κωνσταντίνος

on .

• Οι  Χριστιανοί των πρώτων αιώνων βίωναν μία καθημερινή ζωή μέσα στο μαρτύριο, καθώς διώκοντο από τους ειδωλολάτρες ως μέλη μίας απαγορευμένης μυστικής “εταιρείας”, ο δε Χριστιανισμός χαρακτηρίζονταν: «απαγορευμένη εταιρεία» (collegium illicitum). Έτσι ο Χριστιανισμός τους πρώτους τρεις αιώνες θεωρούνταν από τις αρχές της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας ως «απαγορευμένη εταιρεία» και «superstitio nova, extrena & malefica» δηλ. «νέα και κακοποιός δεισιδαιμονία.». 

Οι λιθοβολισμοί και τα βασανιστήρια, έφεραν στην Εκκλησία του Χριστού τους πρώτους μάρτυρες, τους πρώτους Άγιους.  Αλλά όπως μετά τη σταύρωση Κυρίου, ήλθε η Ανάσταση Του, έτσι και μετά τους διωγμούς εμφανίσθηκε ένας Θεόσταλτος και φιλόχριστος Ηγεμόνας, ο Κωνσταντίνος, ο οποίος έβαλε τη βάση για μία χριστιανική πολιτεία και αναδείχθηκε ως ο πρώτος χριστιανός Βασιλέας και Αυτοκράτορας της οικουμένης. Κατά τη διάρκεια της βασιλείας του ο Χριστιανισμός, για πρώτη φορά, γνώρισε το σταθερό έδαφος της επίσημης αναγνωρίσεως στην αχανή Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία με το διάταγμα των Μεδιολάνων. Έπειτα από την αναγνώριση αυτή, η παλιά ειδωλολατρική Αυτοκρατορία βαθμιαίως άλλαξε και έγινε μια Χριστιανική Αυτοκρατορία που στόχο της είχε να εφαρμόσει επί γης την Βασιλεία των Ουρανών. 

Ο Κωνσταντίνος ο Α΄, στα λατινικά: Flavius Valerius Constantinus, γεννήθηκε στις 27 Φεβρουαρίου, του 280 μ. Χ. στη  Ναϊσσό, τη σημερινή Νίς της Σερβίας. Ήταν υιός της Ελένης, χριστιανής, η οποία λέγεται ότι ήταν ταπεινής καταγωγής και του Καίσαρα Κωνστάντιου του Χλωρού. Το 306 μ.Χ. ο Κωνστάντιος πέθανε στη Βρετανία. Οι ρωμαϊκές λεγεώνες ανακήρυξαν τον υιό του Κωνσταντίνο, στο Εβόρακο, τη σημερινή Υόρκη της Αγγλίας, Αύγουστο της Δύσης. Ακολούθως ο Κωνσταντίνος έλαβε μέρος σε μια σειρά εμφυλίων πολέμων, στους οποίους αναδείχθηκε στρατιωτικός ηγέτης καθώς νίκησε τους αντιπάλους του. 

Τον Οκτώβριο του 312 μ. Χ. την παραμονή της μάχης της Μιλβίας γέφυρας με τον Μαξέντιο, ο Κωνσταντίνος είδε σε ενύπνιο το φωτεινό σταυρό του Κυρίου, που σχηματιζόταν με τα ελληνικά γράμματα «Χ-Ρ», και την επιγραφή «Εν τούτω νίκα». Κατά τον Ευσέβιο αυτό ήταν σημείο θεοσημίας, στο οποίο ο Θεός έχρισε τον Μ. Κωνσταντίνο, βασιλέα και προστάτη των Χριστιανών της οικουμένης. Ο Κωνσταντίνος έδωσε διαταγή και κατασκευάσθηκε η πρώτη χριστιανική σημαία, η οποία ονομάσθηκε «λάβαρον» και πράγματι με τη βοήθεια του Θεού οδήγησε τα στρατεύματά του στη νίκη. 

Το Διάταγμα των Μεδιολάνων

Ο Κωνσταντίνος μετά τη νίκη κατά του Μαξιμιανού εισήλθε θριαμβευτής στη Ρώμη. Η σύγκλητος αναγνωρίζοντας της αξία του, του απένειμε τον τίτλο του πρώτου «Αυγούστου». Ωστόσο ο Κωνσταντίνος  έφερε το αξίωμα του Ποντίφικα (Pontifex maximus), της εθνικής θρησκείας, αλλά απέφυγε να συμμετάσχει σε τελετές των ειδώλων. Ένιωθε ότι ήταν έτοιμος να προχωρήσει σε μία μεγάλη αλλαγή για τους μέχρι τότε διωκόμενους χριστιανούς. Το έτος 313 μ.Χ. συνέβη ένα κοσμοϊστορικό γεγονός. Ο Κωνσταντίνος συναντήθηκε μαζί με  το Λικίνιο και αποφασίσθηκε το λεγόμενο: «έδικτον του Μεδιολάνου»,  δηλαδή το διάταγμα που συνυπεγράφη μεταξύ τους στο σημερινό Μιλάνο, σύμφωνα με το οποίο θα σταματούσαν οι διωγμοί εναντίον των Χριστιανών της αυτοκρατορίας. Στους χριστιανούς-Ρωμαίους πολίτες δινόταν απόλυτη ελευθερία να λατρέψουν το Χριστό, να ανεγείρουν ναούς, να τελούν τις θρησκευτικές τελετές τους. 

Τα εννέα έτη ειρήνης διέκοψε η φιλοδοξία του Λικίνιου ο οποίος ήθελε να ανατρέψει τον Κωνσταντίνο και παράλληλα να στηρίξει τον κόσμο της παλιάς ειδωλολατρικής θρησκείας.  Την 3η Ιουλίου 324 μ.Χ.,  στη μάχη της  Αδριανούπολης ο Κωνσταντίνος νίκησε και τον Λικίνιο, έχοντας μαζί του το λάβαρο του Σταυρού. Η νίκη αυτή τον κατέστησε μονοκράτορα της Αυτοκρατορίας σε Ανατολή και Δύση.

Η ίδρυση της Νέας Ρώμης

Τον Νοέμβριο του 324 ο  Αυτοκράτορας Κωνσταντίνος βρέθηκε στην αρχαία πόλη των Μεγάρων, το Βυζάντιο, όπου χάραξε τα σημεία της νέας πρωτεύουσας της Αυτοκρατορίας. Τα μεγαλοπρεπή εγκαίνια της Νέας Ρώμης  έγιναν την 11η Μαΐου 330. Η νέα πρωτεύουσα ήταν κτισμένη στα σύνορα δύο ηπείρων, σε ένα στρατηγικό σημείο, που ένωνε την Ευρώπη με την Ασία. Ο Μέγας Κωνσταντίνος φρόντισε η νέα πρωτεύουσα της Αυτοκρατορίας του να οικοδομηθεί έχοντας ως πρότυπο την παλαιά και να διακοσμηθεί με μεγαλοπρεπή κτίρια και με ναούς που θα αναδείκνυαν την χριστιανική ταυτότητα της.  

Η Α’ Οικουμενική Σύνοδος

Η πιο σαφής έκφραση του εκχριστιανισμού του ρωμαϊκού κράτους στην εποχή του Μ. Κωνσταντίνου, ήταν η σύγκληση της Α’ οικουμενικής συνόδου της Νικαίας το 325 που έθεσε τα θεμέλια της χριστιανικής δογματικής διδασκαλίας και των κανόνων της Εκκλησίας. Ο Αυτοκράτορας όχι μόνο συγκάλεσε τη Σύνοδο και προήδρευσε στις συνεδρίες της αλλά και επηρέασε ουσιαστικά τις αποφάσεις της με συνέπεια την καταδίκη του Άρειου και των δοξασιών του από τους 318 Πατέρες της Εκκλησίας. 

 

Η κοίμηση του Μ. Κων/νου

Ο αυτοκράτορας Κωνσταντίνος έλαβε το βάπτισμά του, λίγο προ του θανάτου του από τον Ευσέβειο Καισαρείας, την 21η Μαΐου του 337. Για το πολυσχιδές έργο του η Ιστορία τον ονόμασε «Μέγα», η Εκκλησία τον ανακήρυξε Άγιο και «Ισαπόστολο».  Ο Μέγας Κωνσταντίνος ως υπεύθυνος Ηγεμόνας, με τη θρησκευτική πολιτική του άρχισε τη χριστιανική περίοδο στην ιστορία της Αυτοκρατορίας και θεμελίωσε το όραμα μίας χριστιανικής οικουμένης.