Πάνω απ’ όλα πρέπει να μπαίνει το συμφέρον της Χώρας!

on .

Ο πόλεμος στην Ουκρανία έδωσε για άλλη μια φορά την ευκαιρία στον πρωθυπουργό να δείξει, κατά πόσο αντιλαμβάνεται και ενεργεί με βάση το εθνικό συμφέρον ή αν ενεργεί ως υποτελής των ΗΠΑ, του ΝΑΤΟ ή της Ε.Ε.. Και αυτό στα πλαίσια των γεωπολιτικών δεδομένων, της σοβαρής και μόνιμης απειλής κατά της χώρας μας από τη νέο-Οθωμανική Τουρκία και της συγκριτικής αντιδράσεως της Τουρκίας. Ο Κυριάκος Μητσοτάκης, κατά τη γνώμη μου, έκανε

ένα σωστό και αρκετά σοβαρά λάθη. Το ότι συντάχθηκε με τις αποφάσεις της Ε.Ε. και του ΝΑΤΟ, μια και η χώρα μας είναι μέλος αμφοτέρων των οργανισμών, εκ πρώτης όψεως είναι σωστό. Παρόμοια ήταν η στάση της Τουρκιάς. Σωστό είναι, επίσης, το ότι έστειλε ανθρωπιστική βοήθεια, αφού αυτός που δοκιμάζεται πιο πολύ σε έναν οποιοδήποτε πόλεμο είναι οι άμαχοι ή γυναικόπαιδα, ηλικιωμένοι και άρρωστοι.
Το μεγαλύτερο, όμως, λάθος που διέπραξε είναι η αποστολή όπλων στην Ουκρανία. Έστω και αν έχει –που δεν έχει βέβαια– συμβολική σημασία. Αυτά τα όπλα στρέφονται εναντίον του Ρωσικού στρατού. Σκοτώνουν Ρώσους στρατιώτες. Εμμέσως, επομένως, εμπλέκει τη χώρα μας στη διαμάχη. Είναι μια πράξη αντίθετη στα εθνικά συμφέροντα, δεν επεβάλλετο από κανένα οργανισμό, και την οποίαν η Μόσχα ουδέποτε θα ξεχάσει.
Αρκετές είναι οι χώρες του ΝΑΤΟ και της Ε.Ε. που δεν θεώρησαν ότι εξυπηρετεί τα εθνικά τους συμφέροντα μια τέτοια ενέργεια. Γιατί, επομένως, ο κ. Μητσοτάκης να κάνει κάτι τέτοιο; Ήθελε προφανώς να δείξει στους Αμερικανούς και στο ΝΑΤΟ ότι είναι πιστός ακόλουθος, πιστός υποτελής. Δεν έλαβε υπόψη του ότι έχοντας ανοικτά μέτωπα με την Τουρκία στην Κύπρο και στο Αιγαίο δεν είναι σκόπιμο να δημιουργούμε εχθρούς ή να τους προκαλούμε. Αυτή την πρωτοφανή ενέργεια του πρωθυπουργού ο ώριμος πολιτικά λαός μας την αποδοκιμάζει, όπως έδειξαν σχετικές δημοσκοπήσεις.
Για να φανεί ακόμα καθαρώτερα το λάθος αυτό, χρήσιμο είναι να αντιπαραβάλουμε τη στάση της Τουρκίας και του Ισραήλ. Το μεν Ισραήλ, ο πιο πιστός σύμμαχος των ΗΠΑ, έμεινε εντελώς αμέτοχο και ουδέτερο σε όλη αυτήν την κρίση. Ούτε κυρώσεις ούτε αποστολές όπλων. Ούτε πιέστηκε από τις ΗΠΑ να κάνει το αντίθετο, να συμπαραταχθεί έμπρακτα με αυτές.
Η δε Τουρκία, μέλος του ΝΑΤΟ και υποψήφια προς ένταξη στην Ε.Ε., δεν επέβαλε κυρώσεις στη Ρωσία. Δε διέκοψε τις πτήσεις της Ρωσικής πολιτικής αεροπορίας. Και το δήλωσε ρητά ότι θίγονται τα οικονομικά και όχι μόνο συμφέροντά της, αν προχωρούσε σε κυρώσεις. Παρά το γεγονός ότι λίγο πριν τον πόλεμο είχε ενισχύσει τις Ουκρανικές δυνάμεις με μη επανδρωμένα αεροχήματα και παρά την υπογραφή αμυντικής συμφωνίας με το Κίεβο.
Έχασε η Τουρκία με αυτή την πολιτική; Δέχτηκε καμιά πίεση από το ΝΑΤΟ ή την ΕΕ ή από τις ΗΠΑ; Όχι μόνο δεν έχασε, αλλά βγήκε κερδισμένη. Παίζει τον ρόλο του μεσολαβητή και του ειρηνοποιού! Η χώρα που εισέβαλε στην Κύπρο και κατέχει με 42.000 στρατό την Κύπρο, η χώρα που καθημερινά παραβιάζει τον Ελληνικό εναέριο και θαλάσσιο εθνικό χώρο, παριστάνει τον διαιτητή και γίνεται αποδεκτή από όλους, και τη Δύση και τη Ρωσία. Δεν αποκλείεται στο τέλος να της απονεμηθεί και το βραβείο Νόμπελ ειρήνης!
Αυτόν τον ρόλο του διαμεσολαβητή θα μπορούσε κάλλιστα να τον διαδραματίσει η Ελλάδα, η οποία έχει ισχυρούς ιστορικούς δεσμούς με τη Ρωσία και έχει επίσης μεγάλη Ελληνική μειονότητα στην Ουκρανία, στην Μαριούπολη και στη γύρω περιοχή, και έχει καταδικάσει τη Ρωσική εισβολή. Με το να εμπλέξει τη χώρα μας στην ένοπλη σύγκρουση, κλώτσησε αυτόν τον ρόλο, με τον οποίο θα μπορούσε πολύ καλύτερα να βοηθήσει τον ελληνισμό της Μαριούπολης..
Δεν πρέπει, βέβαια, να ξαφνιαζόμαστε για τις ενέργειες αυτές του κ. Μητσοτάκη. Διότι, πρώτον, δόγμα του, όπως το δήλωσε ο ίδιος, και απόφασή του να είναι δεδομένος και προβλέψιμος. Δεύτερο, ενεργεί σαν απόλυτος μονάρχης. Λαμβάνει αποφάσεις που αφορούν τη χώρα, σαν να πρόκειται για τσιφλίκι του, χωρίς να συμβουλευτεί κανένα ούτε πιθανόν ακόμα και τον υπουργό εξωτερικών. Η υπέρμετρη αλαζονεία τυφλώνει και εμποδίζει να ενεργήσει κάποιος με ιδιαίτερη προσοχή, όταν οι καταστάσεις είναι περίπλοκες. Και αυτό, δυστυχώς, και λυπούμαστε που το διαπιστώνουμε, είναι σοβαρό ελάττωμα στον χαρακτήρα του πρωθυπουργού.
Σοβαρή και ανεπίτρεπτη παράλειψη είναι επίσης το ότι στις συναντήσεις του με τους άλλους ηγέτες στους προαναφερόμενους οργανισμούς δεν αναφέρθηκε καθόλου στο παρόμοιο γεγονός της εισβολής και επί 48 έτη συνεχιζόμενης κατοχής του 37% του εδάφους της Κυπριακής Δημοκρατίας, του ξεριζωμού από τις πατρογονικές τους εστίες 200.000 Ελληνοκυπρίων και του συνεχιζόμενου παράνομου εποικισμού και δεν απαίτησε από τους «συμμάχους» να επιβληθούν παρόμοιες κυρώσεις στον εισβολέα.
Άλλο λάθος-παράλειψη: Ενώ η Γερμανία συνεχίζει να τροφοδοτείται από το Ρωσικό φυσικό αέριο – κατ’ εξαίρεση των κυρώσεων-, η χώρα μας στερείται μια τεράστια αγορά γεωργικών προϊόντων, κυρίως φρούτων, ροδάκινων και άλλων. Και βέβαια το κενό το συμπληρώνει η Τουρκία. Γιατί δε ζήτησε εξαίρεση από τις κυρώσεις, ώστε να μείνει ανοικτή η σημαντική αυτή αγορά;
Μυστήριο καλύπτει, επίσης, την επίσκεψη του Κυρ. Μητσοτάκη στην Τουρκία και τη συνάντησή του με τον Ερντογάν, σε μια στιγμή που φαινόταν ότι ο Ερντογάν, με την πολιτική του επιδέξιου ουδέτερου, στριμώχνεται. Ο πρώτος πρωθυπουργός που τον επισκέφτηκε και συναντήθηκε μαζί του. Και ενώ τρωγόπινε με τον «σουλτάνο», τουρκικά μαχητικά παραβίαζαν για άλλη μια αφορά τον Ελληνικό εθνικό εναέριο χώρο. Δεν αποκάλυψε ο κ. Μητσοτάκης, τι συζήτησε με τον Τούρκο πρόεδρο. Σύμφωνα, όμως, με τα Τουρκικά μέσα ενημέρωσης και τις δηλώσεις στενών συνεργατών του, στη συζήτηση τέθηκαν από τον Ερντογάν όλα τα θέματα, δηλαδή όλες οι Τουρκικές διεκδικήσεις. Ποιες μυστικές συμφωνίες συνήψε με τον Τούρκο πρόεδρο, είναι άγνωστο.
Το παράδοξο είναι ότι, λίγες μέρες μετά τη συνάντηση, ο Ερτογκάν δήλωσε αισιόδοξος ότι ανοίγονται νέες προοπτικές στην Ανατολική Μεσόγειο! Το μέλλον θα δείξει, κατά πόσο αυτό σχετίζεται με κάποιες μυστικές συμφωνίες. Είναι σαφές, κατά τη γνώμη μου, ότι η επίσκεψη αυτή έγινε με υπόδειξη των Αμερικανών. Ο Αμερικανός πρέσβυς στην Ελλάδα ενεργεί ως υπέρ-πρωθυπουργός σε πολλές περιπτώσεις.
Τελευταίο και σημαντικό: είναι καιρός ή μάλλον επείγον ο πρωθυπουργός, αντί να ενεργεί μόνος του για τόσο σοβαρά θέματα εξωτερικής και αμυντικής πολιτικής, να προχωρήσει στη σύσταση συμβουλίου εθνικής ασφαλείας, που θα λαμβάνει υπόψη όλα τα δεδομένα και θα συμβουλεύει τον εκάστοτε πρωθυπουργό για θέματα εξωτερικής πολιτικής και άμυνας.
Σε αυτό θα πρέπει να μετέχουν οι πρώην πρωθυπουργοί και υπουργοί εξωτερικών και άμυνας, καθώς και η ανώτατη στρατιωτική ηγεσία των ενόπλων δυνάμεων, καθώς επίσης και έγκριτοι και καταξιωμένοι επιστήμονες στον τομέα των διεθνών σχέσεων.
Τελικός σκοπός της εξωτερικής και αμυντικής πολιτικής δεν είναι η εξυπηρέτηση ιδιοτελών σκοπιμοτήτων, αλλά το συμφέρον της χώρας μας, το οποίο δε μπορεί να επαφίεται στις αποφάσεις ενός ανδρός.