Αναγκαία η ύπαρξη και δράση της «Ομόνοιας»!..

on .

 Μετά από πολύχρονη αδράνεια, ακινησία και απραξία φαίνεται ότι κάτι άρχισε να κινείται στον Βορειοηπειρωτικό χώρο. Ξεκίνησε η δραστηριοποίηση της «Ομόνοιας», του μοναδικού οργάνου συμφερόντων του Βορειοηπειρωτικού ελληνισμού. Η αρχή έγινε. Θέλουμε να πιστεύουμε ότι η δραστηριοποίησή της θα συνεχιστεί επ’ αγαθώ των Ελλήνων της Εθνικής Μειονότητας που ζει, εργάζεται και επιβιώνει στην Αλβανία. Τις προηγούμενες μέρες οι: Βασίλειος Κάγιος και Γεώργιος Τζομάκας, πρόεδρος του ΚΕΑΔ Ευάγγελος Ντούλες επισκέφτηκαν υπεύθυνους της ελληνικής κυβέρνησης και των ελληνικών κοινοβουλευτικών κομμάτων, καθώς και τον Ηπειρώτη Πρόεδρο της Βουλής των Ελλήνων και έθεσαν τα προβλήματα της μειονότητας και την ανάγκη εφαρμογής των κατοχυρωμένων μειονοτικών δικαιωμάτων εκ μέρους του αλβανικού κράτους.
Η οργάνωση «Ομόνοια», για να φρεσκάρουμε τη μνήμη μας, ιδρύθηκε στη Δερβιτσάνη το 1990, αμέσως μετά την κατάρρευση του Χοτζικού καθεστώτος. Κέντρο της οργάνωσης ορίστηκε η πόλη των Αγίων Σαράντα. Ιδρύθηκε με αποκλειστικό γνώμονα και σκοπό τη διασφάλιση των μειονοτικών δικαιωμάτων των Ελλήνων της Βορείου Ηπείρου.
Την ίδρυσαν άντρες πατριώτες και συνετοί. Συμβόλιζε, πιστεύω να συμβολίζει ακόμα, την αγάπη, την ομοψυχία και την ενότητα του ελληνικού μειονοτικού κόσμου. Αγκάλιασε όλους τους Έλληνες, ανεξάρτητα από κομματική και ιδεολογική τοποθέτηση, σε μια εποχή, μάλιστα που ο φόβος και ο τρόμος φώλιαζε ακόμη στις καρδιές των ανθρώπων.
Οι Έλληνες Βορειοηπειρώτες στην «Ομόνοια» εναπέθεσαν τις προσδοκίες τους για την αναγέννηση του τόπου. Στα πρώτα χρόνια της ιδρύσεώς της απετέλεσε το εφαλτήριο, την κινητήρια δύναμη, που ενέπνεε ελπίδες για ευνοϊκή έκβαση των προβλημάτων. Με τη δράση της είχε κερδίσει τις καρδιές των ανθρώπων. Έδιωξαν οι άνθρωποι τον φόβο, την αναξιοπρέπεια, την καταφρόνια και κυνήγησαν το όνειρο. Οι όποιες διαφωνίες που υπήρχαν, φαινόμενο θεμιτό και υγιές, λειτουργούσαν συνθετικά και συνέβαλλαν στην ομοψυχία και την ενότητα της μειονότητας.
Δυστυχώς, με το πέρασμα του χρόνου, τα πράγματα διαφοροποιήθηκαν, πήραν άλλη τροπή. Το ραβδί της Κίρκης άγγιξε τους ηγέτες, τους διαμόρφωσε και προσέδωκε στην οργάνωση άλλη μορφή και σχήμα. Έτσι δημιουργήθηκε μια ρευστή, μια θολή κατάσταση και κάποια αχρείαστη διαμάχη, η οποία, δυστυχώς, δεν εξυπηρετούσε τα συμφέροντα και τους πόθους του ελληνικού μειονοτικού κόσμου.
Η «Ομόνοια» κατέληξε να διχάζει, αντί να ενώνει. Επικράτησαν προσωπικές στρατηγικές, με αποτέλεσμα η οργάνωση να οδηγηθεί σε απαξίωση και παρακμή. Χρόνο με το χρόνο άρχισε να αδρανοποιείται, χωρίς να καταφέρει να ανακάμψει και να διαδραματίσει το ρόλο για τον οποίον ιδρύθηκε. Η αδράνεια, η απραξία και η «χειμερία νάρκη» συνεχίστηκε για πολλά χρόνια, σε σημείο εφησυχασμού και αυτοδιάλυσης.
Ο Βορειοηπειρωτικός κόσμος τους ηγέτες της «Ομόνοιας» τους θέλει μπροστάρηδες, βοηθούς και συμπαραστάτες στα προβλήματά τους. Τους θέλει να εργάζονται για θέματα που αφορούν την μειονότητα, όπως θέματα εκπαιδευτικά, θρησκευτικά, πολιτικά, περιπτώσεις περιουσιών και γενικά τους θέλει να προσφεύγουν στα διεθνή φόρα όταν καταπατούνται τα μειονοτικά δικαιώματα από την αλβανική κυβέρνηση.
Για όλα αυτά φάνηκε ότι οι ηγέτες της «Ομόνοιας» δεν επιδιώκουν να φέρνουν τα όποια προβλήματα στην επικαιρότητα και να απαιτούν και από το ελληνικό και από το αλβανικό κράτος την επίλυσή τους.
Ας είναι, ποτέ δεν είναι αργά. Η πρωτοβουλία των ηγετών της «Ομόνοιας» να επισκεφθούν και να θέσουν τα προβλήματα στην ελληνική κυβέρνηση και στα ελληνικά κόμματα είναι καλοδεχούμενη και από πολλές απόψεις ικανοποιητική. Η αφύπνιση αυτή μακάρι να συνεχιστεί, γιατί η «Ομόνοια» υπήρξε το «αποκούμπι» και σ’ αυτήν κατέφευγαν οι άνθρωποι να ζητήσουν βοήθεια. Η ύπαρξη της «Ομόνοιας» είναι αναγκαία και απαραίτητη. Εάν παύσει να υπάρχει ως ζωντανός οργανισμός, οι μειονοτικοί Έλληνες θα νιώθουν μετέωροι, δεν θα έχουν σε ποιους να πουν τα βάσανα και τα παράπονά τους.
Είναι ανάγκη οι ηγέτες των Βορειοηπειρωτών να αφήσουν τις μικροδιαφορές και όλοι μαζί, να βοηθήσουν την οργάνωση να ανακάμψει για να επιτελέσει το ρόλο της. Η επίσκεψη των ηγετών της «Ομόνοιας» στην Αθήνα έτυχε ευρείας επιδοκιμασίας από τους Βορειοηπειρώτες. Το θέμα της Ελληνικής Εθνικής Μειονότητας στην Αλβανία κινδυνεύει να αποτελματωθεί και να ξεχαστεί, γεγονός που θα αποτελέσει καίριο χτύπημα και τελική κατάληξη. Αυτό και μόνο να αναλογιστούν οι ηγέτες της μειονότητας και να αρθούν στο ύψος των περιστάσεων, παραμερίζοντας μικροφιλοδοξίες και αναλαμβάνοντας δράση, ώστε να γίνει γνωστό στους Έλληνες της Μητρόπολης το Βορειοηπειρωτικό ζήτημα γιατί, όπως φαίνεται, οι Έλληνες στο σύνολό τους το αγνοούν.