Γιορτές και πανηγύρια στην προ κορωνοϊού εποχή…

on .

Βρισκόμαστε στην καρδιά του καλοκαιριού, με τον Αύγουστο να μη θυμίζει τίποτα απ’ το παρελθόν. Ο κορωνοϊός σημάδεψε για τα καλά τη ζωή μας και οι επιπτώσεις του είναι εμφανέστερες από ποτέ, αφού είναι πάλι υποχρεωτική η μάσκα και λίαν ανησυχητική η ελάττωση του τουρισμού και οι επιπτώσεις της στην οικονομία.

Η απειλή του γίνεται αισθητή στις γιορτές με την εκκωφαντική(;) βουβαμάρα… Οι ιερές ακολουθίες στις εκκλησίες, με τις αποστάσεις των πιστών και οι χωρίς εναγκαλισμούς ευχές δημιουργούν μια ξένη στην ιδιοσυγκρασία μας κατάσταση, καθώς αρκούμαστε στη μακρόθεν «καλημέρα» και στην ανταλλαγή ευχών, μ’ ένα πικρόγλυκο χαμόγελο, που «λέει» πολλά… Γυρίζουμε χρόνια πίσω και λέμε: «Κάθε πέρσι και καλύτερα, κάθε φέτος και χειρότερα!..»
Οι γιορτές της εκκλησίας ήταν πανηγύρια και πανηγύρι σήμαινε γιορτή για το κάθε σπίτι, για όλο το χωριό και για όλη την περιοχή, αφού έρχονταν και από τα περίχωρα οι χριστιανοί να πάρουν τη χάρη της Παναγίας ή του Αγίου που γιόρταζε και ν’ ανταμώσουν συγγενείς και φίλους στην εκκλησία, στο μεσοχώρι και στο ολοήμερο γλέντι. Οι ξενιτεμένοι περίμεναν το πανηγύρι για να βρεθούν στο χωριό και ήταν ολοφάνερη η χαρά και αυτών που έρχονταν και εκείνων που τους περίμεναν!
Από την παραμονή ετοιμαζόταν το σπίτι, ενώ τα ζυμωτά πρόσφορα, που μοσχοβολούσαν στον φούρνο, μας άνοιγαν την όρεξη, γιατί είχαμε κι εμείς μερίδιο στο νόστιμο αυτό ψωμάκι, με το «καθάριο» αλεύρι. Σε εποχή που το καθημερινό ψωμί ήταν ανάμικτο με σιτάρι και καλαμπόκι, στο πανηγύρι έδινε τη θέση του στο «καθάριο», που, μαζί με το ψητό και την τυρόπιτα, που μοσχοβολούσε τυρί και βούτυρο της αγελάδας μας, τόνιζαν την επισημότητα της ημέρας… Χαιρόμασταν το καινούργιο φόρεμα και τις ασημένιες καρφιτσούλες, που μας έφερνε ο χρυσοχόος πρωτογιός και αδερφός μας από τα Γιάννενα, που η μάνα τον καμάρωνε για «την ομορφιά και τη λεβεντιά του».
Οι οδοιπορίες σε μοναστήρια και ξωκλήσια ήταν κάτι μαγικό. Αποβραδίς με το γαϊδουράκι φορτωμένο τ’ απαραίτητα, εμείς τα παιδιά, αδέρφια και ξαδέρφια, ακολουθούσαμε ή προπορευόμασταν σε μονοπάτια με δέντρα και θάμνους, με ρυάκια και χωράφια, χαζεύοντας τις χελώνες και τους σκαντζόχοιρους, που μας καλωσόριζαν στο βασίλειό τους, ενώ, στη θέα κανενός φιδιού, πεταγόμασταν ένα μέτρο πίσω! Οι στάσεις στις βατσινιές για βατόμουρα ήταν συχνές αλλά και πάλι τρέχαμε μπροστά. Λαχταρούσαμε να φτάσουμε και αναγάλλιαζε η ψυχή μας περνώντας την πόρτα της εκκλησίας. Νιώθαμε πάνω μας στοργικό το βλέμμα της Παναγίας και των αγίων, που, αν και αυστηροί, στα δικά μας μάτια ήταν κοντινοί και οικείοι. Τα καντηλάκια που τρεμόσβηναν μπροστά στις εικόνες και το θυμίαμα που μοσχοβολούσε γαλήνευαν την ψυχή μας, ενώ τ’ αστέρια έμοιαζαν με ανοιχτά παράθυρα στον ουρανό, απ’ όπου κατέβαινε η χάρη του Θεού και μας σκέπαζε τη νύχτα, σφαλίζοντας τα μάτια μ’ έναν γλυκό ύπνο, μέχρι το πρωί, που μας ξυπνούσε η προσταγή Του, με «της αυγής τ’ απαλό το χρώμα».
Ανήμερα στη γιορτή μεταλαβαίναμε από τον παππούλη, τον ντυμένο με χρωματιστά άμφια και μετά την απόλυση ακολουθούσαν τα κεράσματα και τα τραπέζια, παρέες-παρέες με ευχές, γέλια και καλή καρδιά. Δεν έλειπαν οι μικροπωλητές με ζαχαρωτά και ζηλευτά ψιλικά, που αγοράζαμε με το χιλιάρικο του καιρού εκείνου, που μας έδινε ο 80χρονος παππούς και πεθερός της μάνας μας, που όλο «πατέρα» και «πατέρα» τον έλεγε και για όλα τον ρωτούσε, στη θέση του πατέρα μας… Με την παραίνεσή της φέρναμε και σ’ αυτόν κάτι από το πανηγύρι, γεγονός που τον συγκινούσε και με χαμόγελο μας έδινε την ευχή του. Στο γλέντι που ακολουθούσε, με επιδέξιους ντόπιους μουσικούς και φημισμένα κλαρίνα και βιολιά μπαίναμε κι εμείς στον κύκλο και επιδεικνύαμε τις χορευτικές γνώσεις, που είχαμε αποκτήσει στο σχολείο.
Κάποιοι ρωτούν: Δεν είναι αντιφατικό να γιορτάζουμε την Κοίμηση της Θεοτόκου και τα μαρτύρια των Αγίων με τραπέζια και γλέντια; Φαίνεται εύλογο το ερώτημα αλλά για τους χριστιανούς ο θάνατος είναι η αρχή μιας νέας ζωής, αιώνιας, κοντά στον Νικητή του θανάτου, τον Χριστό. Η Παναγία και οι Άγιοι θυμίζουν την Ανάσταση και τη ζωή του μέλλοντος αιώνος. Η εκκλησία εξηγεί στους πιστούς ότι «τιμή Αγίου μίμηση Αγίου εστι» αλλά δέχεται το «εν χορδαίς και οργάνοις» του προφήτη Δαβίδ και τα αγνά ελληνικά έθιμα. Παροτρύνει να γίνονται όλα «ευσχημόνως και κατά τάξιν» για να δοξάζεται και όχι να βλασφημείται το όνομα του Θεού. Εξάλλου, η νηστεία και οι παρακλήσεις του 15Αυγούστου, η μετάνοια και η εξομολόγηση για τη Θεία Κοινωνία έχουν πένθιμο χαρακτήρα, όχι για τον θάνατο αλλά για την αιτία που έφερε τον θάνατο. Έσχατος εχθρός ο θάνατος, αίσχιστο κακό η αμαρτία. Αναπόφευκτο το πρώτο για όλους, συμφορά το δεύτερο για τους αμετανόητους. Αντί να «χτυπάμε ξύλο» για τον θάνατο, ας σπεύδουμε στη μετάνοια για να κάνουμε Καλό Δεκαπενταύγουστο και, με τη χάρη της Παναγίας, το συντομότερο, χωρίς κορωνοϊό, «αλλήλους περιπτυξώμεθα»!
Χρόνια Πολλά!