ΜΕ ΚΑΛΗ ΠΡΟΘΕΣΗ

Γράφτηκε από τον/την ΚΟΥΛΑ ΤΖΑΛΜΑΚΛΗ-ΧΑΤΖΗΓΙΑΝΝΗ on . Posted in Με Καλή Πρόθεση

Από ένα σκαλοπάτι είχαν για κρεβάτι τα λεβεντόπαιδα!..
Καλά να πάθουν είπα, αφού δεν είχαν πάρει την άδεια από την Ασφάλεια... Τους βγήκι ξ’νό το πάρτυ...
Βρέθηκαν στο ΦΙΞ τα λεβεντόπαιδα τ’ ατίθασα, να γλεντάν τα νειάτα τους σε μία σκάλα υπογείου με γκρο τσιμέντο... Σκάρας Πάνος... ένας Κώστας Χατζής (κουρεύς) δυο... Θεόφιλος Μαρτέκης (περιπτεριούχος) τρεις... κι ο αδερφούλης μου (μπακαλόπλο) τέεεσσερις!.. Από ένα σκαλοπάτι είχαν για κρεβάτι! Τους είχαν πάει οι μανάδες τους και τσιόλια διάφορα καθαρά... αλλά τα ματάπαιρναν για πλύμα... στην ψείρα φορτωμένα...
Η πρωινή καθαριότητα γένονταν στην αυλή που είχε είσοδο από τη Δαγκλή. Κρύο νεράκι και άγιος ο Θεός... Η φυσική τους ανάγκη (που λέγεται κομψά... Το χέσιμο (τραντάφλα μπροστά σας) γένονταν... ακροβατώντας και ισορροπώντας πάνω απόναν μακρύ λάκκο με δοκάρια στην αράδα όσο να στηρίζονται τα ποδάρια!!! Κι άλλοι να περιμένουν και να κοιτάν... και ν’ αστειεύονται κιόλις. Εκεί, έπεσε μέσα, το λεβεντόπαιδο ο Άγγελος Χατζής... (Άγγελο τον έλεγαν κι Άγγελος ήταν ο γιος του Χατζή Πελερέν, σε λίγους μήνες εκτελέστηκε στο Σταυράκι...). Τώρα τους στεφανώνουν και τους δοξολογούν. Εκεί κι η υπέροχη Πρίντζου... Εκεί κι ο καλός μου φίλος ο Χρήστος ο Πρέντζας από την Καλούτσια. Κάθε βράδυ κάναμαν την βόλτα μας και διασκεδάζαμαν με το χιούμορ του!..
Εκείνο το βράδυ που τον πήραν στο Φιξ, χωρίζοντας μου λέει... «μωρέ Κούλα... το μαγαζί τόχετε κλειστό... να τ’ ανοίξουμε μαζί να με πληρώνετε για μπακαλόπλο; (Ο πατέρας του ήταν μπακάλης). Να ρωτήσω τον θείο του είπα (ο αδερφός της μάνας μου, ήταν επιθεωρητής Οικονομικών Εφοριών...). Είχε πιαστεί εγγυητής για έναν χωριανό μας που του είχε μπει η φανέλλα μέσα στο κρέας... από τις βουρδουλιές στο Φιξ... από τους σαδιστές τους υπερπατριώτες... που όταν τα τσάκωναν, γένονταν πρώτοι φίλοι με τους Εαμοβούλγαρους (τι ήταν κι αυτός ο τίτλος; Οι βούλγαροι δεν ήταν με τον άξονα;).
Να με σχωρνάτε που σας πάω... από πέτρα σε λ’θαρ, αλλά τόσα πόχω στο σκατοκέφαλό μου πού να τα προλάβω... Μη νομίζετε πως τάχω μόνο με κείνους τους δοσίλογους!.. Έχω ράματα για τ’ γούνα τς για κάτι κουμούνια που νύχτα – σκοτάδι τρύπαγαν τον χωματόδρομο κι έσπερναν νάρκες κι ορφάνεψε κόσμος και ντουνιάς... και χάθηκαν παιδάκια που έπαιζαν... και απόμειναν χωρίς ποδάρια άνθρωποι που ήθελαν να βγάλουν το ψωμί τους κουβαλώντας για πούλημα τον παιδεμό τους στο χωράφι και το λόγγο... Γιατί γίνκαν αυτά; Τι βγάλαμαν; Τα μάτια μας...
email: Αυτή η διεύθυνση ηλεκτρονικού ταχυδρομείου προστατεύεται από τους αυτοματισμούς αποστολέων ανεπιθύμητων μηνυμάτων. Χρειάζεται να ενεργοποιήσετε τη JavaScript για να μπορέσετε να τη δείτε.