ΜΕ ΚΑΛΗ ΠΡΟΘΕΣΗ

Γράφτηκε από τον/την ΚΟΥΛΑ ΤΖΑΛΜΑΚΛΗ-ΧΑΤΖΗΓΙΑΝΝΗ on . Posted in Με Καλή Πρόθεση

Με την Μήλα ή έκανες καινούργιο σκώτι.. ή ήθελες να τη φονεύσεις!..
•  Εδώ και πολλά – πολλά χρόνια, εκεί που είμασταν μαζεμένο όλο το αγαπημένο γυναικίσιο σόι και καφεποτίζομασταν πρωινιάτκα… να, καταφτάνει κι η Μήλα μας, βογκώντας και υδρωκοπώντας και σκούζοντας «ούι – ούι… κύμα καύσιμο…»!
Βάλαμαν τα γέλια όλες… «Καύσωνος μωρή, λέγεται».
«Και τότε, γιατί λέμε υγρά καύσιμα;..» μας αποστόμωσε!
Είναι αλήθεια πως τα χάσαμαν και δεν ξέραμαν τι να της πούμε… κι όταν της εξηγήσαμαν, πάλι μας αποστόμωσε.. «α… μουρ… του ίδιου είνι… καταλάβαταν…».
Με την Μήλα μας, ή έκανες καινούργιο σκώτι… ή ήθελες να την φονέψεις μ’ό,τι εξοργιστικό μας ρωτούσε… που ούτε τα μικρά δεν είχαν τέτοιες απορίες…
Η μανούλα της η Λένκω την άφησε σαράντα ημερών ορφανή σαν χάθηκε μέσα σε δυο μέρες… από τη γρίπη του «17». 1917, τότε που χάθηκαν χιλιάδες και χιλιάδες άνθρωποι. Απόμειναν ορφανά έξι παιδιά της θείας Λένκως… και τα μάζεψε η μάνα της και κυραμάνα μου… μαζί με τον πατέρα τους… που ήταν 38 χρονών, και ο δάσκαλος του χωριού τους.
Το δεύτερο από τα παιδιά της πεθαμένης θείας μου, ήταν κι ο Λώνης μας ο μέγας γλεντζιές, κυνηγός ακούραστος, δάσκαλος τέλειος… χαλόστομος άφταστος… και πρέπει να σας εξηγήσω πως στο χωριό μας, λέμε… «χαλέ» το αποχωρητήριο.
Το χωριό μας είναι ένα μικρό χωριό -σας το ματάειπα- και σχεδόν όλοι μας συγγενείς! Τα καταφέρνουν όμως… νάναι σκοτωμένοι όλοι… για κομματικά και καταπατημένες βοσκές… με μια χούφτα χορτάρι… και με ό,τι άλλο μπορείς να φανταστείς… για να στηθεί καβγάς.
Προπολεμικά σ’ ένα πανηγύρι του Αη-Λιός… τσακώθηκαν… Βασιλικοί με Βενιζελικούς… κι έφεραν άλλα βιολιά… οι Βασιλικοί… κι ο Λώνης είχε μεθύσει και άρχισε να φωνάζει διάφορα… «π’τανλίκια» αισχρά θα πει, αν δεν το ξέρετε…
Μια καψαρή θεία πάει κοντά του κι άπλωσε τη χούφτα της να του βουλώσει το στόμα… και της το δάγκασε, σαν παλιόσκυλο, και την πήραν τα αίματα ποτάμι…
Και μια φορά που πήγαν για κυνήγι αγριόγιδων στις πλαγιές του Βίκου, ο θείος μας Ευριπίδης… τον πέρασε για αγριόγιδο, όπως ήταν μελαχρινός και κουρνιασμένος πίσω από ένα μάρμαρο… και του την άναψε… αλλά τη γλύτωσε μ’ ένα διαμπερές τραύμα στον καρπό του χεριού. Έσκουζε ο Ευριπίδης… «σκότωσέ με Λώνη μου… θα σε σκότωνα!..».
Δεν είχε σκοτωμό ο Λώνης μας τον σκότωσε ο χαμός της δεκατριάχρονης Ρένας του που σκοτώθηκε από… κεραυνό γυρνώντας από το γυμνάσιο του Τσεπελόβου τον Μάη του 57 (1957). Έβγαλε τον καρκίνο που δεν παλεύονταν τότε.
Τώρα, το σπίτι στο χωριό το κρατά ανοιχτό ο μεγάλος γιός του ο Αντρέας μας, δάσκαλος κι εκείνος. Κι η αυλή – ο οβορός που βάραγαν τα «τακούτσια» είναι γεμάτος λουλούδια.
Σας κούρασα; Μου φαίνεται πως σας μιλάω φίλοι μου. Γειά σας. Θα συνεχίσω με μνήμες μου…
email: Αυτή η διεύθυνση ηλεκτρονικού ταχυδρομείου προστατεύεται από τους αυτοματισμούς αποστολέων ανεπιθύμητων μηνυμάτων. Χρειάζεται να ενεργοποιήσετε τη JavaScript για να μπορέσετε να τη δείτε.