ΜΕ ΚΑΛΗ ΠΡΟΘΕΣΗ

Γράφτηκε από τον/την ΚΟΥΛΑ ΤΖΑΛΜΑΚΛΗ-ΧΑΤΖΗΓΙΑΝΝΗ on . Posted in Με Καλή Πρόθεση

Με 63 κομμάτια ξεκίνησα για τις «νεροτριβιές» των Αγνάντων!..

Άλλη μια χρονιάρα μέρα διάβηκε, μέρα που γιορτάζεται σ’ όλη την Ελλάδα, αλλά διαφορετικά σε κάθε τόπο μας… Η βλοημένη η Καθαροδευτέρα… Και του χρόνου, φίλοι μου! Για τη μένα αυτή η μέρα, στα νηπιακά μου χρόνια, ήταν φόβος και τρόμος… Με παϊτόν, φτάναμαν στους Αμπελόκηπους… σε κείνο το λιβάδι πριν από το αεροδρόμιο, αριστερά… (Υπάρχει; μπα… ποιος ξέρει τι πολυκατοικίες έγιναν!). Εκεί, πήγαινε «η βλώρα» να κάνει τζιάμπα σεργιάνι, εκείνους που δεν απόσταιναν να πίνουν και «να μπ’δαν» και να σου προσφέρουν σαρακοστιανά (αν σε γνώριζαν…). Αρκουδιάρδες, κάτοικοι εκείνη της περιοχής, βάραγαν το ντέφι και ζόριζαν το βασανισμένο αρκούδι να χορέψει κι εκείνοι πλησίαζαν τους θεατές… να ρίξουν τον οβολό τους… πενταροδεκάρες!
Η «Κόσσα» ήθελε μεγαλεία, δεν κάθονταν καταγής ο κώλος της… έπιαναν το «παυσίλυπον!». Πού να ξέρετε τι ήταν αυτό το πράμα! Ήταν ο ομορφότερος τόπος αναψυχής!.. Λοιπόν, έχουμε και λέμε: η Βλώρα κι η Κόσσα, μια εποχή που διάβηκε… έκαναν τα Γιάννινα άνω κάτω! Καβγάδες… σατυρικά… παιγνίδια δηλαδή… Η Βλιώρα ήταν ο λαουτζίκος μάλλον. Κι η Κόσσα… μάλλον εχούμενοι κι εγγράμματοι! Πάτα μ’ το παπούτσι να γκαζώσουμε! Σα να ξέφυγα; Λοιπόν στο «Παυσίλυπον» η γωνία απέναντι από το «Αγροτικό» κι αν δεν ξέρετε και το «Αγροτικό» που είναι στη θέση του… δεν σας φταίω εγώ βέβαια! Το «Παυσίλυπον» ήταν μία όαση παιδάκια μου! Είχε περιποιημένο μεγάλο χώρο εξωτερικό, είχε προς το δρόμο το σπίτι… είχε συντριβάνι… υποστατικό… τραπεζάκια, καρέκλες… κι εκλεκτούς πελάτες… δηλαδή, αυτούς που καλοπαράγγελναν και καλοπλήρωναν! Μετά συγχωρήσεως… εκεί κάναμαν κούλουμα ή Καθαροδευτέρα… Μπορεί να στοίχιζε κάτι, αλλά το χαίροσαν! Και τα γκαρσόνια να μην έχουν μισθό.. αλλά, ό,τι κονόμαγαν απ’ τα πουρ-μπουό ή μπουρμπουάρ κατά την καθουμιλουμένη! Παϊτόν μας πήγαινε, παϊτόν μας γύριζε – την ώρα που είχαμαν συμφωνήσει. Μεγαλεία πράγματα!.. Και σαν παντρεύτηκα… τι κατάλαβα από Καθαροδευτέρες; Ετοιμασίες και φροντίδες παιδιών και καλάθια παραγιουμ’ζμένα, για ό,τι ρέγονταν στον καθένα μας που γιομίζαμαν το αυτοκίνητο (που τώρα είχαμαν!..). Και κάποτε, βρήκα ευκαιρία κι έκανα επανάσταση!.. Είχα ακούσει για τα νερά των Τζιουμέρκων που τρέχουν απ’ τις βουνοκορφές τις χιονισμένες. Είχα ακούσει για τις ονομαστές «νεροτριβιές» των Αγνάντων… και δήλωσα πως θα πάνω τα μάλνα μας στ’ Άγναντα… την Καθαροδευτέρα. Άιντε… πόσες βελέντζες και πόσες καρπέτες είχα; Καμιά δεκαριά! Πώς ξεκίνησα με εξήντα τρία (63) κομμάτια αδερφάκια μ;
Η θυγατέρα μ’ ήταν νιόπαντρη… κι είχα συμπεθέρια τώρα… που μόλις άκουσαν ότι θα πάω στις νεροτριβιές των Αγνάντων... έφτακαν τα σκουτιά στον αριθμό 63!
Τα φορτώσαμαν εμείς οι συμπεθέροι και φτάκαμαν στην Άγναντα πουρνίσιο! Μάθαμαν πως οι νεροτριβές ήταν κοινοτικές… κι οι υπάλληλοι είχαν αργία! (Φαίνεται κουμούνια θα νάηταν…). Ούτε καφέ δεν έπιαμαν… Τώρα… πότε θα μπορούσαμαν να ματάρθουμε; Το τι βρισίδι άκ’σα από τον γλυκόστομο αγαπημένο σύζυγο δεν λέγεται… ήταν Πειραιώτ’κα. «Λέγε μωρή… πού πάμε τώρα…» και τα τοιαύτα. Κι είπα εγώ η μωρή… «Δεν πάμε ως τον Άη Γιώργη;». «Και πού ξέρω γω πώς παν στον Αηγιώργη μωρή;». Βρήκα «τορό» και τον κατέβασα στον Άη Γιώργη. Φαίνεται πως ο άνθρωπος που είχε τη νεροτριβή εκεί… ήταν φουλ δεξιός!.. Μας καλοδέχτηκε, τα κατέβασε, μας έφκιαξε καϊβέ η γυναικούλα του… έριξαν τα 63 κομμάτια στις γούρνες… τ’ ανάδευσαν, τάβγαλαν, τ’ άπλωσαν, τα στέγνωσαν κ.τ.λ. Εμείς, είχαμαν ένα σωρό σαρακοστιανά για να πονιάσουμε και κατεβάζουμε το αυτοκίνητο στο Λούρο και το βάζουμε στην άκρη κάτω από μια συκιά που είχε φύλλα τότε… Βγάλαμαν τα φαγουλάτα μας και πατήσαμαν ένα «μπλετς… τι μπλετς!» (φαγοπότι θα πει… γιατί είπιαμαν και νερό…). Τώρα, παρακολούθησα την Καθαροδευτέρα… Καλά ήταν… δεν απόστασα… απόστασαν άλλοι. Νάστε γεροί, κοσμάκη μου, να χαίρεστε, να μη δακρύσει μάτι σας…
email: Αυτή η διεύθυνση ηλεκτρονικού ταχυδρομείου προστατεύεται από τους αυτοματισμούς αποστολέων ανεπιθύμητων μηνυμάτων. Χρειάζεται να ενεργοποιήσετε τη JavaScript για να μπορέσετε να τη δείτε.