Προσκήνιο-Παρασκήνιο
ΠΡΟΣΩΠΙΚΗ ΠΕΡΙΠΤΩΣΗ!..
Παρακολουθώντας αυτές τις μέρες την πολύ ενδιαφέρουσα «σειρά» του διακεκριμένου δημοσιογράφου Αλέξη Παπαχελά για την 10ετία του ’60 (νομίζω επιτέλους πως αποτελεί το… άνοιγμα του «Φακέλου της Κύπρου»), θυμήθηκα και την «προσωπική μου περίπτωση». Την αναφέρω σαν μία… σπαρταριστή μαρτυρία.
20 Ιουλίου 1974, ανήμερα τ’ Αϊ-Λιός ξεκίνησα πρωί – πρωί φορτωμένος στο αυτοκίνητο με ολόκληρη την μικρή οικογένειά μου και τα μπαγκάζια της για 10ήμερες διακοπές στο ομώνυμο ξενοδοχείο της Γερακινής Χαλκιδικής όπου είχα κλείσει ένα «Μπάκαλοου». Ανηφορίζοντας στις Πολτσές του Μετσόβου και βλέποντας τον κόσμο που κατευθύνονταν για τον Αϊ-Λιά, άνοιξα το ραδιόφωνο, το οποίο επίμονα έπαιζε… δημοτική μουσική με λεβέντικα τραγούδια.
Στην αρχή δεν έδωσα σημασία, αλλά αργότερα στα Τέμπη μας προσπερνούσαν καμιόνια γεμάτα φαντάρους που κατευθύνονταν προς τη Μακεδονία τραγουδώντας επίσης πατριωτικά τραγούδια και στην συνέχεια και κάποια τανκς, όταν άξαφνα άρχισαν να μεταδίδονται ειδήσεις: Πάμε να… επιτεθούμε στην Τουρκία με κήρυξη γενικής επιστράτευσης! Ακολουθούσαν λεπτομέρειες για το ποιοι επιστρατεύονταν και πώς και πού. Σταμάτησα σε μια άκρη για να ιδώ τα έγγραφα που είχα μαζί μου και διαπίστωσα ότι αυθημερόν θα έπρεπε να παρουσιαστώ στα Γιάννινα!
Ήδη κόντευα να φτάσω στην Χαλκιδική και ήταν μεσημέρι. Αποφάσισα να προχωρήσω, να φάμε να αναπαυθώ και να επιστρέψω. Παρακινδυνευμένη απόφαση! Βρήκαμε στο ξενοδοχείο τον «μπουφέ» στρωμένο και όλο το προσωπικό να έχει φύγει επιστρατευόμενο. Για ποια ανάπαυση μιλάμε; Όπως είμαστε γυρίσαμε, αλλά τρομάξαμε να βάλουμε βενζίνη στις ουρές των βενζινάδικων και πήγα στο Αστυνομικό Τμήμα για να δηλώσω τη θέση μου.
Ο δρόμος ήταν γεμάτος από στρατιωτικά καμιόνια, τανκς και παντός είδους οχήματα γεμάτα κόσμο, επιστράτων, ενώ στον κάμπο της Λάρισας είχαν προστεθεί και τα παντός είδους γεωργικά τρακτέρ, θεριζοαλωνιστικά κλπ.
Κατάκοπος έφτασα τα μεσάνυχτα στην Καλαμπάκα και αγνοώντας τις… διαταγές βρήκα ένα δωμάτιο στο ξενοδοχείο «Διβάνη», όπου άφησα την οικογένεια και πήγα στην αστυνομία για να δηλώσω το αδύνατον της σημερινής παρουσιάσεώς μου στον στρατό. Μου έδωσαν χαρτί για τη θέση μου, αλλά ήταν δική μου η ευθύνη το να μη προχωρήσω. Την ανέλαβα και το πρωί ξεκούραστος αναχώρησα και έφτασα στα Γιάννινα αφήνοντας την οικογένεια ασφαλή στο σπίτι.
Παρουσιάστηκα σε… ένα κοτέτσι (κυριολεκτικά) στο Επισκοπικό μαζί με άλλους συναδέλφους διαφόρων ειδικοτήτων. Επειδή δεν ξέραμε τι να κάνουμε ρωτήσαμε στην παρακείμενη «επιστρατεύουσα αρχή» και μας είπαν να ανοίξουμε τον φάκελο που είχαμε, όπου βρήκαμε ότι Διοικητής της μονάδος (Κι.Ν.Χ.Ε.) Κινητό Χειρουργικό Νοσοκομείο Εκστρατείας θα αναλάμβανε ο αρχαιότερος. Ήμουν Λοχαγός (Ιατρός) και οι άλλοι όλοι κατώτεροι.
Σε λίγες μέρες… αργίας και απορίας ήρθε για επιθεώρηση ο Συνταγματάρχης (Γενικός Αρχίατρος) με το επιτελείο του Βασώνης, στον οποίο ως επικεφαλής είπα ότι εκεί είμαστε απολύτως άχρηστοι, ενώ αν αποσπούσε ολόκληρη την μονάδα στο 406 Γ.Σ.Ν. που βρίσκονταν στην Ακαδημία, θα βοηθούσαμε και το Νοσοκομείο και εγώ συγκεκριμένα τους πολίτες στο Παρακείμενο Δημοτικό Νοσοκομείο όπου ήμουν Δ/ντής της Ουρολογικής Κλινικής, η οποία έμεινε χωρίς γιατρό.
Θεωρήθηκε ορθή η εισήγησή μου και έγινε όπως το είπα. Κοιμόμαστε σπίτι και πηγαίναμε το πρωί με νέα από την «Ντόιτσε Βέλε». Έτσι μάθαμε την ρήση του Κίσιγκερ ότι στην Ελλάδα επίκειται… αλλαγή και παραλίγο να με συλλάβουν όταν την είπα.
Αντί αυτού οι δύο μη υγειονομικοί αξ/κοί του 406 Γ.Σ. Νοσοκομείου με οδήγησαν στο Κ.Ψ.Μ. και είδαμε οι τρεις μόνοι την Ορκωμοσία του Κ. Καραμανλή. Εκεί τους είπα ότι είμαι προσωπικός φίλος του Υ.Εθ. Άμυνας Ευάγγελου Αβέρωφ. Μου απάντησαν: Όλα καλά, αλλά αν πειράξουν τον Ιωαννίδη θα γίνει χαμός από εμάς τους κατώτερους που μας υποσχέθηκε ότι θα είμαστε οι… μέλλοντες κυβερνήτες.
Στο μεταξύ, ο Κώστας Σεπετάς, επίστρατος κι αυτός, μου τηλεφωνεί λέγοντας: Έλα αμέσως στο μαγαζί. Είμαι εδώ με τον Στρατηγό. Ο υποστράτηγος Γιάννης Πύρρος, Μέραρχος της VIIIης Μεραρχίας, είχε τοποθετηθεί επί Ιωαννίδη και ήταν οικογενειακός φίλος του. Τον είχα γνωρίσει.
Μόλις έφτασα αρπάζει την εικόνα της Παναγίας που είχε πίσω του ο Κώστας λέγοντας: Σας ορκίζομαι στην Παναγιά και την οικογένειά μου ότι θα θέσω την Μεραρχία στην Υπηρεσία της Νέας Κυβέρνησης και της Πατρίδας. Φύγετε αμέσως για την Αθήνα και μεταφέρετε το μήνυμά μου στον Αβέρωφ.