ΜΕ ΚΑΛΗ ΠΡΟΘΕΣΗ

Γράφτηκε από τον/την ΚΟΥΛΑ ΤΖΑΛΜΑΚΛΗ-ΧΑΤΖΗΓΙΑΝΝΗ on . Posted in Με Καλή Πρόθεση

Πήγαν οι εκδρομείς και σκαρφάλωσαν στο Βραδέτο!..
Πάσχα Κυρίου, Πάσχα και χάρηκε η Ελλαδίτσα μας και μπήκαν φράγκα στις άδειες τζιέπες των Ελλήνων που έκαναν τον εαυτούλη τους δούλο και υπηρέτη… για να ταΐσουν και φιλοξενήσουν Έλληνες που έλιαζαν το σκατό τους για να παν τουρίστες χρονιάρες μέρες κάπου στην όμορφη Ελλαδίτσα μας.
Μου είπαν για τους ξενώνες του χωριού της μάνας μου πως ήταν «πλήρες» που λέει κάποια καημένη που σκοτώνει την γραμματική μας…
Γκιζέρσε –που λέτε- το πλήθος ώσπου τούπεσε ο κώλος περβατώντας… Γλούπιασαν σα λυκούρια καταπεινασμένα… φαγιά ονομαστά για τη νοστιμάδα τους… κι όχι σαν εκείνα που μας παρουσιάζει στην εκπομπή του ο φίλος μας κοντογείτονας…
Κάτι τσιρλιπιπί… ένα φύλλο μακεδονίσι… ένα αβγό μελάτο… μια ντοματούλα, ψίυχα καστραβέτσ’… μια τζίδα (εβραίικο) πάπα (ψωμί)…
Πήγαν –απ’ λέτε- οι Έλληνες εκδρομείς και σκαρφάλωσαν στο Βραδέτο κι αγνάντεψαν τη μεγαλοπρέπεια αυτού του τόπου που λέγεται ΖΑΟΡΙ!
Όλα μας τα χωριά είχαν την περιφάνεια τους…
Τα άλογα του Ζαλόγγου έφτασαν ως την Ζωοδόχο και φρενάρουν τ’ αυτοκίνητα να μην τα χτυπήσουν… κι αυτά… τινάζουν κλωτσιές στ’ αυτοκίνητα και κάνουν και κάποιες ζημιούλες…
Αφήστε που μας έφεραν τη Ριρίκα… Τη νεαρή τζιομπανοσκύλα… και τς μπήκε ο διάολος στο βρακί της κι «έσερνε» κι είπε ο κύριος κτηνίατρος να τα ξεχωρίσουμε με τον κύριο Άργο γιατί η δις Ρίκα δεν είχε χρονίσει ακόμα!..
Και τα ξεχώρισαν και πάθαμαν των παθών μας τον τάραχον…
Να θρηνεί ο Άργος, να γουρλιέται… νάρχεται η πρίτσου και να του γυρνάει τα οπίσθια και να την κάνει κομμάτια στο κορμάκι το μαύρο. Και να της βάζει μπαλσαμόλαδο η νύφη και να την γιατροπορεύει ώσπου αρρώστησε η νύφη μου χειρότερα απ’ τη Ριρίκα…
Κι εγώ, το ζώον, έφαγα μαγειρίτσα προπολεμική απ’ τη συμπεθέρα μου… και τα χρειάστηκα…
Και τώρα πρέπει να σιάξουμε τα λουλούδια, αργήσαμαν κι όλας αλλά δε μας πήγε ο παλιόκαιρος…
Βάζουμε και τα καλλωπιστικά μας, βάνουμε και τα φαρμακευτικά μας, αλλά και τσιότσο σέλινο και ψια κρουμ’δούλ’ και μια στάλα μακεδονίσ’… αμ’τι; Τσακώνς τσιότσιο σέλινο και ρίχν’ς στ’ φασλάδα… τσακώνς ψια μακιδονίσ’ κι ψια κρουμδούλ’ ψια αγιόσμο και κάνς ένα μπουρανί να γλύφς τα δάχλα σ’…
Θα μ’πεις… σ’ένα στρέμμα τόπο δε γένονταν νάχετε και δυο μέτρα κηπάκο; Δε γένονταν… Τα κατούραγαν τρία σιρκά που είχαμαν γληγουρότερα…
Τώρα, θα μ’ πείτε, πώς τα θελ’ κι ου πράπας μας μι τα σ’κλιά μας… Τι λέτε μωρές, μπουρούμι ιμείς να κοιμ’θούμι αν δεν ακούμι τα σκ’λιά να γκλαμπανάν;
Όμορφη η εξοχή που ζιώ,σκέτο οξυγόνο, λέει. Τώρα, τι οξυγόνο πίνουμε ας μη το συζητήσουμε αδέρφια… Εκείνη η λάσπη η Αφρικανική που τρώμε και εισπνέουμε, είναι υγιεινή; Δεν πιστεύω να κάνει κακό στο αναπνευστικό;
Ξέρετε αδερφάκια τι ώρα είναι τώρα που σας γράφω; Τρεισήμιση τα ξημερώματα… Ήρθαν τα δισέγγονά μου το βραδάκι και μου άνοιξαν την καρδιά… Τετάρτη είναι που γράφω…
Σας ασπάζομαι…
email: Αυτή η διεύθυνση ηλεκτρονικού ταχυδρομείου προστατεύεται από τους αυτοματισμούς αποστολέων ανεπιθύμητων μηνυμάτων. Χρειάζεται να ενεργοποιήσετε τη JavaScript για να μπορέσετε να τη δείτε.