ΜΕ ΚΑΛΗ ΠΡΟΘΕΣΗ

Γράφτηκε από τον/την ΚΟΥΛΑ ΤΖΑΛΜΑΚΛΗ-ΧΑΤΖΗΓΙΑΝΝΗ on . Posted in Με Καλή Πρόθεση

Στη Βερανζέρου έκανε το στέκι του ο Λιάσας…
Στην Κατοχή θα σας πάω πάλι!.. Ασκόλαστη ήταν. Και νάχουμε και καταθκούς μας στας Αθήνας… (έτσι λέγαμαν οι ξέροντες γραμματική!..). Αυτούς τους καταδ’κούς μας ν’ αδιαφορήσεις για τι βάνουν στο στοματάκι τς… ή να μη πας να κλάψεις και να σκούξεις μαζί τς για τις ελλείψεις των πάντων;
Τώρα, δεν ξέρουμε πού να κρεμάσουμε τα φ’στάνια, τα πανταλόνια, τα μπουφάν… και πού να βάλουμε τα τσαρούχια μας… σα νάιμαστι σαρανταποδαρούσες… πάμι παρακάτου…
Θ’μνιέστι κανένας μιγάλους τον πρεβεζιάνο ψαροπούλη με το στριμένο μουστάκι. Εδώ, παραπάνου από τη διασταύρωση της Μητρόπολης… αναβαίνοντας για την πλατεία… αριστερά; Τον Λιάσα ντε… Ε, αυτός ο Λιάσας στην κατοχή, γίνκι… κούριερ παρακαλώ!.. Στη Βερανζέρου, σ’ ένα υπόγειο καφενεδάκι ήταν ο Γιαννιώτης μπακάλης ονόματι… Εκεί ήταν και το πρακτορείο για τα Γιαννινάκια μας... εκεί και το αντάμωμα των ξεριζωμένων για διάφορους λόγους, των Γιαννιωτών.
Ε, εκεί έκανε και το στέκι του ο Λιάσας!.. Κι άκουγα την Τάτα τη Σοφία Δεβέκου, την αδερφή του πατερούλη να λέει: να, σμάζουξα κάτ’ πράματα να τα στείλου κάτου μι του Λιάσα… Ή, θα φύγ’, η Λίτσα για κάτου (η Αθήνα) μι του Λιάσα… Με την κοριέρα την Ιταλική δεν κόταγε να ταξιδέψει κανένας… βάραγαν οι αντάρτες. Κι ύστερα… μας ήρθε βοήθεια από την Τουρκία… Το «Κούρτουλους» και τι σαβούρα δεν έφερνε!.. Σιύκα… σιύκα… σιύκα… σαβούρες που λέγαμαν κι ευχαριστώ. Τότε ήταν που έβαλα τη μάνα μου να χαλάσει τον προικιάτικο «τσιλτέ» της (στρώμα)… για να κάνουμε ρούχα!.. Χειμωνιάτκα χρειαζούμασταν, καλοκαιρνά κάτι μεταξωτά είχαμαν… Με κείνον τουν τσιλτέ τς έντ’τσα ολνούς!.. Πάσχαμαν κι από παπούτσια όμως.
Ο κυρ Μήτσιος ο Κωσταδήμας, που πρωτόφερε προπολεμικά «έτοιμα» παπούτσια από τας Αθήνας… τόκλεισε το μαγαζί στην Αβέρωφ… και δούλεψε εκεί στη Μητροπόλεως, στη στοά που είχε τα «σιολιάσματα» (γιατί βάναμαν και σιόλες παρακαλώ). Δούλεψε εκεί τα «τσόκαρα» τα οβραΐικα τα «καλία» (α, ρε φτωχοί, άνθρωποι σημερινοί… τι χάσαταν!..). Ναι, βέβαια, βάζαμαν καλία… αλλά όχι εκείνα που έβαζαν να πλύνουν τις πλάκες στον οβορό… Τα κάναμαν πολυκατοικίες με λουριά διάφορα από ζώνες φανταχτερές. Η μία, κοίταζε τα ποδάρια της άλλης.
Πώς, γίνονταν η πληρωμή όμως δεν καλοθυμάμαι!.. Με τι είδους; Το ιταλικό νόμισμα τα «μεντετερανέ» κόσιευαν!.. Τη μια μέρα είχε τόσες χιλιάδες κάτι τις… και την άλλη γίνονταν εκατομμύρια! Κι όμως ζήσαμαν στην επαρχία! Κι έζησαν κι οι μαυραγορίτες κι έκαναν περιουσίες τρανές!..
email: Αυτή η διεύθυνση ηλεκτρονικού ταχυδρομείου προστατεύεται από τους αυτοματισμούς αποστολέων ανεπιθύμητων μηνυμάτων. Χρειάζεται να ενεργοποιήσετε τη JavaScript για να μπορέσετε να τη δείτε.