Μπροστά σε μεγάλες προκλήσεις ο κλάδος της γαλακτοβιομηχανίας!

on .

GALA MPOYKALIA ERGOSTASIO

• Kραταιά δύναμη του κλάδου των τροφίμων παραμένει η ελληνική γαλακτοβιομηχανία, η οποία, ωστόσο, αντιμετωπίζει σήμερα σημαντικές προκλήσεις, με βασικότερη την αναζήτηση ισορροπίας με τους παραγωγούς όσον αφορά στις τιμές του γάλακτος, σε μία περίοδο που τα κόστη παραγωγής και ζωοτροφών έχουν κυριολεκτικά εκτοξευθεί, αλλά και η διαφαινόμενη περαιτέρω μείωση της πρώτης ύλης.

Σε τιμές χονδρικής της προηγούμενης χρονιάς η αξία της ελληνικής βιομηχανίας γάλακτος ξεπερνά το 1,6 δισ. ευρώ, ενώ πριμοδοτείται την τελευταία διετία από την αύξηση των τιμών των προϊόντων. Πάντως, παρά τις πληθωριστικές πιέσεις στην εγχώρια αγορά, οι εξαγωγές αναπτύσσονται ικανοποιητικά, με «ναυαρχίδα» το γιαούρτι, που γράφει διψήφιο ρυθμό ανάπτυξης, ενώ ενδεικτική είναι και η υπεραπόδοση της φέτας. 

Όπως ανέφερε πρόσφατα ο Υπουργός Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων, Γιώργος Γεωργαντάς, στα μέλη της Διεπαγγελματικής Οργάνωσης Φέτας, οι εξαγωγές της διπλασιάστηκαν πέρυσι, φτάνοντας σε αξία τα 605 εκατ. ευρώ, έναντι 388 εκατ. ευρώ προ πανδημίας.

 

Μείωση στο γάλα

Παρά τα καλά νέα, πάντως, οι προκλήσεις που αντιμετωπίζει ο κλάδος σήμερα είναι μεγάλες.  Σύμφωνα με την ιστοσελίδα «powergame.gr», βιομηχανία και παραγωγοί αναζητούν πεδίο συνεννόησης για δίκαιες τιμές στο γάλα, την ώρα που τα υψηλά κόστη παραγωγής και ζωοτροφών δεν αφήνουν πολλά περιθώρια στη διαπραγμάτευση.

Παράλληλα, η αγορά είναι αντιμέτωπη με δυνητική έλλειψη στη βασική της πρώτη ύλη. Ενδεικτικά σημειώνεται ότι η παραδοθείσα ποσότητα νωπού αγελαδινού γάλακτος στο πρώτο δίμηνο του 2023 ήταν 106.207 τόνοι, σύμφωνα με τα τελευταία επίσημα στοιχεία του ΕΛΓΟ-Δήμητρα, ενώ στο σύνολο του 2022 οι παραδόσεις ανήλθαν σε 643.067 τόνους, από 668.351 τόνους το 2021. Τα τελευταία χρόνια παρατηρείται μείωση και στο πλήθος των παραγωγών, από 2.355 το 2021 σε 2.221 το 2022. Με βάση τον ΕΛΓΟ-Δήμητρα, τα στοιχεία για τους πρώτους μήνες του 2023 δείχνουν ότι το πλήθος των παραγωγών στη συγκεκριμένη κατηγορία του νωπού αγελαδινού γάλακτος ανέρχεται σε 1.818 τον Ιανουάριο και σε 1.801 τον Φεβρουάριο. Μείωση παρατηρείται στις παραδοθείσες ποσότητες και άλλων κατηγοριών, όπως στο νωπό γίδινο γάλα. 

Ψηλά οι τιμές

Με το κόστος ενέργειας, ζωοτροφών και άλλων δαπανών να ασκούν πιέσεις στις τιμές παραγωγού, υπάρχουν επιπτώσεις στις τιμές των τελικών προϊόντων, που διατηρούνται μέχρι σήμερα. Σύμφωνα με τα πρόσφατα στοιχεία που δημοσίευσε η ΕΛΣΤΑΤ, αν και ο πληθωρισμός υποχώρησε σε 3% τον Απρίλιο, παραμένουν και το 2023 οι αυξήσεις στα τρόφιμα, με την κατηγορία γαλακτοκομικά και αυγά να εμφανίζει ετήσια αύξηση 19,1%. Τα στοιχεία της «Στόχασις» για το 11μηνο του 2022 δείχνουν, με βάση τον Δείκτη Τιμών Καταναλωτή, ότι η μέση τιμή για το νωπό πλήρες γάλα αυξήθηκε 13% σε σχέση με το αντίστοιχο διάστημα του 2021. Πρόκειται για σημαντική αύξηση.

Έγιναν επενδύσεις

Παρά τις προκλήσεις, σύμφωνα πάντα με το δημοσίευμα του «powergame.gr», η επενδυτική κινητικότητα των τελευταίων ετών στον κλάδο άλλαξε τις ισορροπίες, ενδυναμώνοντας ταυτόχρονα τους μεγάλους παίκτες της αγοράς. Μεταξύ άλλων, κάνει αναφορά στην ολοκλήρωση της εξαγοράς της Vivartia από τη CVC Partners και εν μέσω πανδημίας την απόκτηση και της «Δωδώνη» και της Γκατένιο και πιο πρόσφατα, στα τέλη του 2022, η απόκτηση από τη «Δέλτα» του τυροκομείου Κουρέλλα. Αντίπαλον δέος, ο όμιλος της Ελληνικά Γαλακτοκομεία (Όλυμπος) και ο νέος πόλος που αναδείχθηκε με τη μεταβίβαση του μεριδίου που κατείχε η CVC στη ΜΕΒΓΑΛ σε μέλη της oικογένειας Χατζάκου και την είσοδο εν συνεχεία στο μετοχικό κεφάλαιο της μακεδονικής γαλακτοβιομηχανίας του Σπύρου Θεοδωρόπουλου.

Με τις παραπάνω κινήσεις οι μεγάλοι παίκτες της αγοράς είτε βρήκαν βηματισμό έπειτα από δοκιμασίες, όπως π.χ. η ΜΕΒΓΑΛ, που κατάφερε να μπει σε τροχιά ανάπτυξης μετά και την αναδιάρθρωση του δανεισμού της και πλέον να σχεδιάζει στρατηγική για το μέλλον με έναν ισχυρό μέτοχο, είτε ενίσχυσαν περαιτέρω τη θέση τους. Για παράδειγμα, η Vivartia απολαμβάνει συνέργειες, καθώς το χαρτοφυλάκιο των αποκτηθέντων δραστηριοτήτων της «Δωδώνη» λειτουργεί συμπληρωματικά με αυτό της «∆έλτα».