26 χρόνια από την «Δίκη των πέντε»!

on .

OMONOIA DIKH TON PENTE

• Δεν σβήνουν εύκολα από τη μνήμη περιπέτειες όπως αυτή που έζησε πριν από ακριβώς 26 χρόνια ο δημοσιογράφος Βαγγέλης Παπαχρήστος, ένας εκ των πέντε ηγετών της Βορειοηπειρωτικής Οργάνωσης ΟΜΟΝΟΙΑ που σύρθηκαν από το αλβανικό καθεστώς σε δίκη για… εσχάτη προδοσία.
Πρόκειται για ένα ιστορικό γεγονός, το οποίο έλαβε διεθνείς διαστάσεις κι ευτυχώς είχε αίσιο τέλος για τους πέντε μειονοτικούς, καθώς οι βαριές κατηγορίες με τις οποίες τους φόρτωσαν, αποδείχθηκαν τελείως ανυπόστατες.
Με αφορμή την φετινή επέτειο της περίφημης «Δίκης των πέντε», όπως έμεινε γνωστή, ο κ. Παπαχρήστος περιγράφει στον «Π.Λ.» με έναν ιδιαίτερα γλαφυρό τρόπο τα συναισθήματα του ίδιου, των συγκατηγορουμένων του και των οικογενειών τους, κάνοντας ιδιαίτερη μνεία στην πίστη του προς την Παναγία, στην γιορτή της οποίας ξεκίνησε η μεγάλη αυτή περιπέτεια.

Γλαφυρή αφήγηση
Ιδού λοιπόν τι γράφει ο Βαγγέλης Παπαχρήστος για την «Δίκη των πέντε» που ξεκίνησε στα Τίρανα ανήμερα του Δεκαπενταύγουστου του 1994:
«Στο καλό και η Παναγιά μαζί σου», ήταν τα λόγια της αείμνηστης μητέρας μου κάθε πρωί σαν έβγαινα από το σπίτι. Αυτά και τα λόγια όλων των μανάδων.
«Στο καλό, να προσεύχεσαι και να ζητάς πάντοτε την βοήθεια της Παναγίας», τα λόγια των μητέρων όταν ξεπροβοδούσαν τα παιδιά τους τους πρώτους μήνες του 1991 για την Μητέρα Ελλάδα. Πάντοτε με το όνομα της Παναγίας. Της Πλατυτέρας. Της Μητέρας του Χριστού.
«Υπεραγία Θεοτόκε, σώσον υμάς». Αυτό θυμήθηκα κι εγώ το βράδυ της 14ης Αυγούστου 1994 στο κελί των φυλακών. Την παραμονή της γιορτής της Κοίμησης της Θεοτόκου που έτυχε συνάμα να είναι και η παραμονή της έναρξης της δίκης στα Τίρανα κατά των πέντε ηγετών της Ομόνοιας.
Βρήκα στα πράγματά μου μια λαμπάδα που είχε μείνει από την Μεγάλη Πασχαλιά. Την έκοψα σε πέντε κομμάτια και παρακάλεσα τον δεσμοφύλακα να δώσει από ένα κομμάτι στους φυλακισμένους φίλους μου. «Σε παρακαλώ, δώσε από ένα κομμάτι στους φίλους μου. Αύριο ξημερώνει μια μεγάλη θρησκευτική γιορτή», του είπα. Έβαλα το αναμμένο κομμάτι της λαμπάδας από τον αναπτήρα του δεσμοφύλακα στο ανατολικό μέρος του κελιού, γονάτισα κι άρχισα την προσευχή: «Παναγιά μου Μεγαλόχαρη. Εσύ που γέννησες τον Προστάτη και Σωτήρα μας. Εσύ που κάνεις τόσα θαύματα, κάνε κι αυτή τη φορά το θαύμα σου. Βοήθησέ μας. Δεν έχουμε καμία σχέση με τις κατηγόριες. Για δημοκρατία και δικαιώματα αγωνιστήκαμε…».
Τι είχε προηγηθεί; Καλύτερα ας αναφερθούμε στην έκθεση του UNPO «Οργανισμού μη αντιπροσωπευόμενων εθνών και λαών», η οποία αναφέρει τα εξής: «...Στις 18 Απριλίου ή αστυνομία μπήκε στα σπίτια πολλών ηγετών της οργάνωσης της Ελληνικής Μειονότητας ΟΜΟΝΟΙΑ, χωρίς ένταλμα και ερεύνησε, επίσης χωρίς ένταλμα, τα γραφεία της ΟΜΟΝΟΙΑΣ σ’ όλη την Αλβανία. Πήραν μαζί τους αρχεία του γραφείου και πολλά άλλα αντικείμενα από τα γραφεία και τα σπίτια. Ο κύριος όγκος αυτών των υλικών - στοιχείων δεν έχει επιστραφεί. Τότε ούτε πρωτόκολλα, ούτε άλλα επίσημα χαρτιά συντάχθηκαν που να καταγράφουν το τι κατασχέθηκε κατά τη διάρκεια μιας επιχείρησης που η αστυνομία και οι μυστικές υπηρεσίες χαρακτηρίζουν ως "κεραυνοβόλα" ή "αστραπιαία" ενέργεια. Τριανταπέντε ηγετικά μέλη της ΟΜΟΝΟΙΑΣ συνελήφθησαν. Οι περισσότεροι κρατήθηκαν για τρεις ημέρες, αλλά καμία κατηγορία δεν απαγγέλθηκε εναντίον τους. Σύμφωνα με τούς ηγέτες της Ελληνικής κοινότητας, υπήρξε μια προσπάθεια τότε από την αστυνομία να τρομοκρατήσουν το λαό στις ελληνικές περιοχές, με ανοιχτή επίδειξη δυνάμεως και με τυχαίες ανακρίσεις. Στις 27 Μαΐου 70 άτομα ανακρίθηκαν ως "μάρτυρες", χωρίς την παρουσία δικηγόρων. Στις 28 Μαΐου, ό πρόεδρος της ΟΜΟΝΟΙΑΣ Σ. Κυριαζάτης, από τούς Αγίους Σαράντα, συνελήφθη επίσης και ανακρίθηκε. Το μόνο άτομο που ήρθε σε επαφή με δικηγόρο, κατά τον πρώτο μήνα, ήταν ο Θ. Βεζιάνης, ο όποιος έχει διπλή υπηκοότητα, αλβανική και αμερικάνικη...
Διάφορες κατηγορίες αποδίδονταν εναντίον των πέντε Ελλήνων, Αλβανών υπηκόων, οι οποίοι κρατούνταν. Με τον καιρό οι κατηγορίες, που διαμορφώθηκαν και οριστικοποιήθηκαν, περιλάμβαναν την πάρα πολύ σοβαρή κατηγορία της έσχατης προδοσίας κατά του αλβανικού κράτους, η οποία συνεπάγεται ως ελάχιστη ποινή την δεκαετή φυλάκιση, φθάνοντας έως και την ποινή του θανά¬του...
Η δίκη διεξήχθη σε μια μικρή δικαστική αίθουσα στα Τίρανα, μ' ένα χώρο για εξήντα άτομα στα έδρανα για το κοινό. Η πρόσβαση στο δικαστήριο επιτρεπόταν μόνο σε άτομα πού είχαν επίσημη πρόσκληση ή άδεια εκδοθείσα από το Δικαστήριο (ή το Υπουργείο των Εξωτερικών) για να παρακολουθήσουν τη δίκη.
Ο περιορισμένος αριθμός ανθρώπων που μπόρεσαν να παρακολουθήσουν τη δίκη προκάλεσε αναταραχή έξω από την αίθουσα του δικαστηρίου την πρώτη ημέρα της δίκης. Μερικοί ηγέτες της Ε.Μ. εμποδίστηκαν να εισέλθουν στο δικαστήριο, μερικά από τα μέλη των οικογενειών των κατηγορουμένων προφανώς δεν είχαν άδεια, και ένας αριθμός από Έλληνες δικηγόρους και δημοσιογράφους -ανταποκριτές καθώς επίσης και πολιτικά πρόσωπα της Ελλάδας απωθήθηκαν από την αστυνομία, όταν αυτοί αρνήθηκαν να φύγουν από τις πόρτες της αίθουσας του δικαστηρίου. Συμπλοκές ξέσπασαν με την αστυνομία, όταν αύτη προσπάθησε να εμποδίσει τους εικονολήπτες να μαγνητοσκοπήσουν διαμαρτυρόμενους Έλληνες, Αλβανούς υπηκόους, που φώναζαν για τα ανθρώπινα δικαιώματα και την απελευθέρωση των κρατουμένων. Γενικά η αστυνομία ενήργησε αδικαιολόγητα επιθετικά και απρεπώς.
Μερικές γενικές παρατηρήσεις σχετικά με την κατηγορία και τις εντυπώσεις οι όποιες προκλήθηκαν κατά την αρχή της δίκης:
Κατά πρώτον, η κατηγορία έχει διαμορφωθεί κατά τέτοιον τρόπο, ώστε δεν είναι ξεκάθαρο ποιες συγκεκριμένες πράξεις ή ενέργειες των κατηγορουμένων απαγορεύονταν από το νόμο, και ποιο νόμο παραβίασαν αυτοί.
Κατά δεύτερον, υπάρχει ένα ερώτημα ως προς την ανεξαρτησία της δικαιοσύνης, καθώς και του δικαστηρίου, σ’ αυτήν την συγκεκριμένη δίκη. Το θέμα το όποιο εκδικάζεται είναι άκρως πολιτικό, και ο τρόπος με τον οποίον η δίκη διεξάγεται και με τον οποίο παρουσιάζεται στο αλβανικό κοινό, με άφησε με την ισχυρή εντύπωση, ότι η δίκη ήταν στενά συνδεδεμένη με ένα στόχο τακτικής της κυβέρνησης και μπορεί να κατασκευάστηκε για να υπηρετήσει έναν τέτοιο πολιτικό σκοπό.
Κατά τρίτον, η δίκη δεν είναι αληθινά δημόσια. Η είσοδος στην αίθουσα του δικαστηρίου είναι επιλεκτική, μόνον η αλβανική κρατική τηλεόραση μπορεί να μαγνητοσκοπήσει την εκδίκαση και καταλαβαίνω ότι η διαδικασία της δίκης μεταδίδεται στο κοινό κατά επιλεκτικό τρόπο».

***
Η Παναγία που κάθονταν σίγουρα πάνω από τα κεράκια μας, μας άκουγε με υπομονή. Με συμπόνοια. Άκουγε την προσευχή μας. Τον πόνο και την αγάπη μας. Ήμασταν σίγουροι πως θα ‘κανε το θαύμα της. Την άλλη μέρα, 15 Αυγούστου, την Ημέρα της Λαμπρής, ο εισαγγελέας αναγκάστηκε να αποσύρει το πρώτο μέρος της κατηγόριας. Μιας κατηγορίας (εσχάτη προδοσία) που ήταν αβάσιμη, αλλά θανατηφόρα.
Η ΠΑΝΑΓΙΑ έκανε το θαύμα της.