Επίθεση κατά του Αναστασίου από τον Γκαζμέντ Καπλάνι

on .

ANASTASIOS ALBANIA

• Τη «σκυτάλη» από το Αλβανικό επίσημο κράτος, που όπως πρωτοσέλιδα έγραφε χθες ο «Πρωινός Λόγος», δια του Υπουργείου Εξωτερικών του «ζητά και τα ρέστα» για την εγκληματικότητα που υπάρχει στην Ελλάδα με δράστες Αλβανούς, πήραν οι γνωστοί ανθέλληνες δημοσιογράφοι.
Ξεχωριστή περίπτωση είναι ο Γκαζμέντ Καπλάνι, που παλαιότερα σπούδασε, ζούσε και εργαζόταν στην Ελλάδα και εδώ και μερικά χρόνια εγκαταστάθηκε στην Αμερική. Ο Καπλάνι, εξαπέλυσε μια περίεργη και σίγουρα άδικη επίθεση κατά του Αρχιεπισκόπου Αναστασίου, που είναι σύμβολο και κήρυκας της ειρηνικής συνύπαρξης των Αλβανών και των Ελλήνων. Συγκεκριμένα γράφοντας για το αποτροπιαστικό γεγονός της  δολοφονίας Αλβανού πολίτη στη Λευκίμη Κέρκυρας, αναμειγνύει εντελώς άτοπα και άστοχα τον Αρχιεπίσκοπο Αναστάσιο, καλώντας τον να πάρει θέση για το περιστατικό  και να συλλυπηθεί την οικογένεια του θύματος στο Βεράτι, όπως έπραξε με την οικογένεια του Κωνσταντίνου Κατσίφα. Ο στόχος του είναι προφανής: Επιχειρεί να πλήξει, όπως νομίζει, το κύρος του Αρχιεπισκόπου Αναστασίου, συσχετίζοντας το γεγονός της δολοφονίας του Κ. Κατσίφα με τη δολοφονία του Αλβανού στην Κέρκυρα. Είναι τραγικό, να βάζει κάποιος στη ζυγαριά δύο ψυχές, που έφυγαν για την άλλη ζωή. Αλλά, αφού συνέβηκε και αυτό, εκείνο που δεν λένε να εννοήσουν (ή και σκόπιμα να παραπληροφορήσουν) οι Αλβανοί, είναι πως μιλάμε για δύο διαφορετικές συνθήκες που οδήγησαν στην απώλεια δύο ζωών: Ο θάνατος του πρώτου προήλθε από κρατική βία, υπό αδιευκρίνιστες συνθήκες, και επί δέκα μέρες δεν παραδινόταν για ταφή το σώμα του και έτσι αναγκάστηκε να παρέμβει ο Αρχιεπίσκοπος Αναστάσιος με δημόσια έκκληση, για να τηρηθεί η ορθόδοξη τάξη. Ο θάνατος του δεύτερου προήλθε από τη μανία  ενός ατόμου, που θα υποστεί όλες τις συνέπειες.
Εκείνο βέβαια που κανείς δεν μπορεί να αμφισβητήσει είναι πως ο κ. Αναστάσιος με τη ζωή, τη δράση και το λόγο του είναι ένας κατ' εξοχήν ενωτικός παράγοντας. Διεθνώς, αλλά και στην ίδια την Αλβανία, του αναγνωρίζεται ότι αναζητά και προσπαθεί στην πρώτη γραμμή, με αμείωτο ζήλο, να επιτύχει την εξάλειψη των διαφορών και των διχασμών. Συνεχώς διακηρύττει ότι η Εκκλησία οφείλει να είναι αφετηρία αρμονικής συνεργασίας. Επιμένει στη θέση ότι το αντίδοτο στη μισαλλοδοξία δεν είναι οι γενικόλογες ηθικές παροτρύνσεις, ούτε οι νομικές διατυπώσεις και μηχανισμοί καταστολής. Αλλά επιβάλλεται η ενδυνάμωση μιας αγάπης, έμπρακτης και πολυδιάστατης, η οποία δεν περιορίζεται από σύνορα, προκαταλήψεις και διακρίσεις. Κι αυτές τις αρχές, πολύ δύσκολα μπορούν να τις δεχθούν οι Αλβανοί και το κράτος τους επιτέλους να γίνει κράτος δικαίου.

Η. Μ.