Το τροπάριο της Κασσιανής

on .

 Απόψε στους ναούς μας θα ψαλεί το περίφημο τροπάριο της Κασσιανής μοναχής. Πρόκειται για μια ποιητική επεξεργασία της σκηνής που ξετυλίγεται στο σπίτι του Σίμωνα του Φαρισαίου με πρωταγωνίστρια την ανώνυμη πόρνη του Ευαγγελίου, η οποία λίγο πριν το πάθος μύρωσε τον Κύριο. Το τροπάριο της Κασσιανής ακολουθεί τους κανόνες της ρυθμικής ποιήσεως, της οποίας η μετρική διαφέρει από την αρχαία ποσοτική μετρική και από τη νεότερη στιχουργική τεχνική. Αυτή δεν λαμβάνει υπόψη ούτε την ποσότητα των συλλαβών, ούτε τον αριθμό αυτών, ούτε την ομοιοκαταληξία, αλλά βασίζεται στο ρυθμό που προσδίδεται στο ποίημα από τη μελωδία.

Από λογοτεχνική άποψη το ποίημα είναι αριστουργηματικό. Η ποιήτρια κατορθώνει σε λίγους στίχους να περιγράψει με τον πιο χαρακτηριστικό τρόπο την τραγική κατάσταση της αμαρτωλής γυναίκας, τα αισθήματά της κατά τη μετάνοια, τη βεβαιότητα για την εκ μέρους του Θεού παροχή συγνώμης και κυρίως την ευγνωμοσύνη της για τον Κύριο.

Στο τροπάριο της Κασσιανής διακρίνει κανείς «το βάθος των αισθημάτων, τη ζωηρότητα της περιγραφής, την πρωτοτυπία των ιδεών, την ανεξαρτησία της σκέψεως, τις εύστοχες παρομοιώσεις, τους οξυνούστατους παραλληλισμούς και τις πετυχημένες συμμετρικές αντιθέσεις».

Κεντρική έννοια του τροπαρίου είναι η μετάνοια, η οποία για τους πατέρες της Εκκλησίας δεν είναι μια αποφασιστική στιγμή, αλλά μια αποφασιστική ζωή. Είναι μια αναμοχλευτική δύναμη καθάρσεως διάνοιας, αισθημάτων και βουλήσεως. Η μετάνοια είναι η υπέρβαση της ενοχής. Η άφεση εξ αντικειμένου που μας προσφέρει δεν είναι ένας ιερός αυτοματισμός ή μια μαγική ενέργεια, αλλά η επανατοποθέτηση του ανθρώπου στη σχέση του με το Θεό, η οποία επιτυγχάνεται με τη μεταβολή της θέσεώς του ελεύθερα και ενσυνείδητα. Δικαιολογημένα, η υμνολογία της ημέρας αναφωνεί: «Δεινόν η ραθυμία, μεγάλη η μετάνοια».

Κείμενο (Κασσιανής μοναχής)

Κύριε, η εν πολλαίς αμαρτίαις περιπεσούσα γυνή, την Σην αισθομένη θεότητα, μυροφόρου αναλαβούσα τάξιν, οδυρομένη, μύρα Σοι προτου ενταφιασμού κομίζει.

Οίμοι λέγουσα, ότι νυξ μοι υπάρχει, οίστρος ακολασίας, ζοφώδης τε και ασέληνος, έρως της αμαρτίας.

Δέξαι μου τας πηγάς των δακρύων, ο νεφέλαις διεξάγων της θαλάσσης το ύδωρ. Κάμφθητί μοι προς τους στεναγμούς της καρδίας, ο κλίνας τους ουρανούς τη αφάτω Σου κενώσει· Καταφιλήσω τους αχράντους Σου πόδας, αποσμήξω τούτους δε πάλιν τοις της κεφαλής μου βοστρύχοις· ων εν τω Παραδείσω Εύα, το δειλινόν, κρότον τοις ωσίν ηχηθείσα, τω φόβω εκρύβη. Αμαρτιών μου τα πλήθη και κριμάτων Σου αβύσσους τις εξιχνιάσει, ψυχοσώσται Σωτήρ μου;

Μη με την Σην δούλην παρίδης, ο αμέτρητον έχων το έλεος.

Μετάφραση

Κύριε, η γυναίκα που έπεσε σε πολλές αμαρτίες, μόλις πήρε αίσθηση της θείας Σου παρουσίας, παίρνοντας θέση μυροφόρας, θρηνώντας, μύρα για Σένα πριν απ’ την ταφή σου φέρνει.

Αλλοίμονον, έλεγε, με ζώνει νύχτα, μανιώδης πόθος ακολασίας, ζοφερός και ασέληνος έρωτας της αμαρτίας.

Δέξου μου τις πηγές των δακρύων, Συ που νεφέλες κάνεις το νερό της θάλασσας. Σκύψε στοργικά και άκουσε τους στεναγμούς της καρδιάς μου, Συ που κατέβασες στη γη τα ουράνια με την άγια ενσάρκωσή Σου. Θα φιλήσω τα άχραντα πόδια Σου, και θα τα σκουπίσω με τις πλεξίδες της κεφαλής μου (Τα πόδια εκείνα), τα οποία στον Παράδεισο η Εύα, το δειλινό, τα άκουσε σαν κρότο, και κρύφτηκε από το φόβο.

Τα πλήθη των αμαρτιών μου και τα βάθη των κριμάτων Σου ποιος θα τα ερευνήσει, λυτρωτή μου Σωτήρα; Μη με αφήσεις εμένα τη δούλη σου, Συ που έχεις αμέτρητη ευσπλαχνία.