Ποιος πληρώνει τον λογαριασμό;
Αν κανείς παρατηρήσει τη ρητορική και τη στάση ορισμένων ευρωπαϊκών κυβερνήσεων και ορισμένων κορυφαίων στελεχών της Ευρωπαϊκής Ένωσης, θα διαπιστώσει ότι φέρονται σαν να θεωρούν ότι όχι μόνο η Ευρώπη βρίσκεται “ante portas”, όπως θα έλεγαν οι Λατίνοι, στα πρόθυρα δηλαδή εμπλοκής σε μια μεγάλη πολεμική σύγκρουση, αλλά και ότι αυτό θα μπορούσε να είναι ακόμη και ευκταίο. Δεν υποτιμά κανένας τα όσα συμβαίνουν στην Ουκρανία, ούτε δίνει συγχωροχάρτι στη Ρωσία του Πούτιν για την παράνομη εισβολή το 2022, άσχετα αν αυτή προκλήθηκε από τις επαναλαμβανόμενες σφαγές των Ουκρανών υπερεθνικιστών του «Τάγματος του Αζώφ» στις ρωσόφωνες περιοχές και για τις οποίες υπήρχαν αλλεπάλληλα διαβήματα από την πλευρά της Μόσχας στον ΟΗΕ, ούτε αν οι ευρωπαϊκές «ευαισθησίες» γίνονται επιλεκτικά (βλέπε πλήρη ευρωπαϊκή αφωνία στην τουρκική εισβολή των Τούρκων στην Κύπρο το 1974 και στην κατοχή, η οποία διήκει μέχρι των ημερών μας).
Οι ανησυχίες των ευρωπαίων ηγετών ότι η Ευρώπη κινδυνεύει από τον ρωσικό επεκτατισμό του Πούτιν (έχει πλέον στις μέρες μας σημασία η προσωποποίηση των ηγετών), κρίνονται το λιγότερο υπερβολικές. Λησμονούν οι Ευρωπαίοι ότι οι Ρώσοι είχαν τη μερίδα του λέοντος στην συντριβή των ναζί και ότι τα νεότερα, τουλάχιστον, χρόνια δεν έδωσαν ποτέ τέτοια -επεκτατικά – δείγματα γραφής, τουναντίον με ό, τι συνέβη από το 1989 και εντεύθεν στις πρώην σοβιετικές δημοκρατίες.
Όμως, αυτό δεν σημαίνει ότι θα αποτελούσε λύση να είχε γίνει τότε παγκόσμιος πόλεμος, ούτε προφανώς να επιδιωχθεί τώρα η πολεμική κλιμάκωση. Αντιθέτως, τώρα είναι η ώρα να δοκιμαστούν τρόποι και μέσα να επιστρέψουμε στην ειρήνη και να σταματήσει η μηχανή του πολέμου, αρνούμενοι τη γνωστή των πολεμοκάπηλων ρωμαϊκή αρχή «si vis pacem, para bellum», αν θέλεις ειρήνη ετοιμάσου για πόλεμο. Το ότι η πρωτοβουλία για κατάπαυση του πυρός και ειρήνη στην περιοχή ανήκει στον Ντόναλντ Τραμπ (για τους δικούς του γνωστούς – απτόμενους αμερικανικών οικονομικών συμφερόντων- λόγους), απλώς υπογραμμίζει την ολιγωρία των Ευρωπαίων στην κατεύθυνση αυτή.
Σαφώς, ειρήνη δεν σημαίνει ότι δεν πρέπει να πάρει η Ρωσία το μήνυμα ότι από εδώ και πέρα αμφισβήτηση των συνόρων, απειλές κατά άλλων χωρών και παρεμβάσεις στο εσωτερικό τους δεν μπορούν και δεν πρόκειται να γίνουν δεκτές. Σημαίνει, όμως, ότι η μηχανή του πολέμου στην Ουκρανία σταματά και ότι ξεκινά ειρηνευτική διαδικασία που ταυτόχρονα θα αναγνωρίζει την πραγματικότητα ως έχει, θα κατοχυρώνει το δικαίωμα της Ουκρανίας να υπάρχει και θα προσφέρει σε όλες τις πλευρές εγγυήσεις ασφάλειας.
Μόνο στη βάση μιας μόνιμης ειρήνης –“si vis pacem para pacem”, αν θέλεις δηλαδή ειρήνη, ετοίμασέ την, αντιστρέφοντας την παραπάνω ρωμαϊκή αρχή- θα μπορούσε να γίνει οποιαδήποτε συζήτηση για το πώς θα μπορούσαν οι ευρωπαϊκές χώρες να συνεισφέρουν σε αυτές τις εγγυήσεις ασφάλειας. Η Ευρώπη πρέπει να αποκτήσει -έπρεπε ήδη να το είχε πράξει από πολλών ετών- αυτόνομη εξωτερική και αμυντική πολιτική, μη εφησυχαζόμενη από την συμμετοχή της στο φανερά ελεγχόμενο και εξυπηρετών αμερικανικά συμφέροντα ΝΑΤΟ. Μια τέτοια πολιτική, όμως, δεν μπορεί να υποτάσσεται σε κοντόθωρους υπολογισμούς, αλλά σε ένα μακρόπνοο σχέδιο για το πώς φαντάζονται οι κυβερνήσεις της και την Ευρώπη και τον κόσμο. Διότι τα γεωπολιτικά και εμπορικοοικονομικά συμφέροντα είναι και θα είναι τέτοια στο μέλλον που θα ανατρέπουν γεωπολιτικές και εμπορικοοικονομικές συμμαχίες και συμφωνίες. Και δυστυχώς σήμερα απέχουμε παρασάγγας από κάτι τέτοιο.
Γιατί τα ερωτήματα που αναφύονται εν προκειμένω είναι κρίσιμα: Μια Ευρώπη που θα υποσχεθεί στην Ουκρανία τη στρατιωτική βοήθεια που δεν θέλουν να δώσουν οι ΗΠΑ για να συνεχίσει μια πολεμική προσπάθεια που πρώτα απ’ όλα κοστίζει πολύ ακριβά σε ζωές, αλλά και υποδομές για την ίδια την Ουκρανία και που εντέλει δεν οδηγεί πουθενά: Μια Ευρώπη που θα επιδιώξει μια άμεση εμπλοκή στη σύγκρουση, αντιμετωπίζοντας την Ουκρανία ως ήδη μέλος του ΝΑΤΟ, με υπαρκτό κίνδυνο να πάμε σε μια γενικευμένη σύγκρουση, με την πιθανότητα να οδηγηθούμε ίσως και σε έναν Τρίτο Παγκόσμιο Πόλεμο;
Μια Ευρώπη που θα καταστήσει τα παιδιά της, ευρωπαίους στρατιώτες και αξιωματικούς, θυσία στο βωμό του Άρη; Μια Ευρώπη που θα μεταφέρει πόρους στην άμυνα -ακούμε για ιλιγγιώδη ποσά- σε βάρος άλλων κοινωνικών αναγκών και ως εκ τούτου παροχών, όταν ήδη από την έναρξη του Ουκρανικού Πολέμου, ύστερα από παιδαριώδη λάθη στρατηγικής και διπλωματίας των ευρωπαίων ηγετών, έχουν υποστεί βάναυση περικοπή; Και το ακόμη χειρότερο: υπάρχουν ηγέτες σήμερα στην Ευρώπη που αντιμέτωποι με την – δικαιολογημένη- αυξημένη κοινωνική δυσαρέσκεια και μια κρίση νομιμοποίησης, προσπαθούν να αυξήσουν τη δημοφιλία τους με το να επενδύουν σε ένα κλίμα επερχόμενου πολέμου, ανάγκης για εξοπλισμούς, οδηγιών για «προμήθειες 72 ωρών», επενδύοντας ακριβώς στο ότι σε περιπτώσεις «εθνικών κρίσεων» οι κοινωνίες συσπειρώνονται γύρω από τους εκάστοτε κυβερνήτες.
Μόνο που αυτό κάθε άλλο παρά «ευρωπαϊκή πολιτική» είναι. Και μάλιστα όταν διαπιστωμένα όλο αυτό εξωθεί ένα μεγάλο τμήμα οργισμένων και απελπισμένων πολιτών από την ακρίβεια και τη φτώχεια , τη διαφθορά και τη σήψη μιας μεγάλης μερίδας πολιτικών, σε ακραίους πολιτικούς χώρους (ποικιλώνυμες ακροδεξιές παραφυάδες) και στην ανάδειξη «περίεργων»– με τον επιεικέστερο χαρακτηρισμό- ηγετών εντός και εκτός των συνόρων μας.
Και η ειρωνεία είναι ότι το ίδιο το Βορειοατλαντικό Σύμφωνο (ΝΑΤΟ), γέννημα του Ψυχρού Πολέμου, ως «αντίπαλο δέος» του Συμφώνου της Βαρσοβίας, στην έναρξη των καταστατικών του αρχών ρητά αναφέρει ότι «προωθεί τις δημοκρατικές αξίες και επιτρέπει στα μέλη του να διαβουλεύονται και να συνεργάζονται σε ζητήματα άμυνας και ασφάλειας για την επίλυση προβλημάτων, την οικοδόμηση εμπιστοσύνης και, μακροπρόθεσμα, την πρόληψη συγκρούσεων, δεσμευόμενο για την ειρηνική επίλυση των διαφορών».
Tο ότι οι ΗΠΑ, ως έχοντες τον πλήρη έλεγχό του, το «χρησιμοποίησαν» διαχρονικά στις γεωπολιτικές και όχι μόνο επιδιώξεις τους, αυτό αφοπλίζει τον Αμερικανό Πρόεδρο από το «κορυφαίο» επιχείρημά του έναντι των Ευρωπαίων (Δυτικών) Συμμάχων ότι οι ίδιοι έχουν τη μερίδα του λέοντος στην οικονομική του υποστήριξη και ως εκ τούτου «οφείλουν και εκείνοι να βάλουν βαθιά το χέρι στην τσέπη τους».