Το διπλό βιβλίο των αποστατών…
Έχει γίνει πολύ της μόδας τα τελευταία χρόνια ένα κόμμα να κολλάει τη ρετσινιά «του αποστάτη» σε κάθε βουλευτή που διαφωνεί με το κόμμα του ή που φεύγει από την κοινοβουλευτική του ομάδα.
Αυτό το φαινόμενο έχει παραγίνει εδώ και ένα χρόνο με τον ΣΥΡΙΖΑ σε τέτοιο βαθμό που ή μας αφήνει παντελώς αδιάφορους με τους χαρακτηρισμούς ή μας προκαλεί τη θυμηδία με τον ευτελισμό του. Μάλλον πρόκειται για κομματική φαρσοκωμωδία από ένα κόμμα που με την αυτοδιάλυσή του ψάχνει ενόχους ξένους και όχι στον ίδιο του τον εαυτό.
Είναι προφανές ότι χρησιμοποιούν τον όρο «αποστασία» οι αφέντες του ΣΥΡΙΖΑ επειδή με την πρακτική τους και με το κοντινό τους παρελθόν έχουν σοβαρό πρόβλημα ταυτοτικό και γενικά ύπαρξης στο πολιτικό γίγνεσθαι της κοινωνίας. Έμειναν από ιδεολογικά πυρομαχικά και φορτώνουν τις πληγές τους στους ξένους ή σ’ εκείνους που έχουν το θάρρος να ομολογήσουν την καθολική αποτυχία του κόμματος και την απαξίωση εκ μέρους του συνόλου της κοινωνίας.
Γι’ αυτό και κρίνω σκόπιμο να ερμηνεύσω κάπως διαφορετικά τον χαρακτηρισμό «αποστασία» από την ερμηνεία που επιχειρεί να προσδώσει στους διαφωνούντες βουλευτές και στελέχη ως τα χτες. Εκτιμώ ότι στο σημερινό κομματικό σύστημα η αποστασία θυμίζει τα διπλά βιβλία που είθισται να κρατάνε στο συρτάρι τους έμποροι, μαγαζάτορες, μικροπωλητές και γενικά άνθρωποι της αγοράς.
Είναι εκείνοι που για να αποφύγουν τα πραγματικά τους κέρδη ή για να μην πληρώνουν την ανάλογη με τα έσοδά τους φορολογία προσπαθούν να κρατάνε δύο λογαριασμούς, αυτόν που τους συμφέρει και αυτόν για τον οποίο ελέγχονται.
Αυτή ακριβώς η νοοτροπία χαρακτηρίζει και την πρακτική των κομμάτων. Από τη μία οι κομματάρχες χαίρονται και επικροτούν κάθε πράξη τους και διατυμπανίζουν ότι με την πολιτική τους βοηθάνε τον κόσμο και γενικά ξεσκεπάζουν το έργο των κάθε φορά κυβερνώντων. Έτσι εξηγείται και το γεγονός ότι σπάνια ή ποτέ ένα κόμμα δεν μιλάει για «mea culpa» και ούτε καταφεύγει σε αυτοκριτική. Δηλαδή παρουσιάζονται στον κόσμο ως κατέχοντες το αλάθητο του Πάπα.
Από την άλλη όμως, όταν τολμήσει ένας βουλευτής δημόσια να διαφωνήσει με το κόμμα του και ιδιαίτερα να φύγει απ’ αυτό, τότε ακολουθούν τα κεραυνοβόλα πυρά του κόμματος και του κολλάνε αμέσως τη σφραγίδα της αποστασίας!
Μ’ αυτή τη συμπεριφορά τους τα κόμματα φανερώνουν μια καθεστωτική πρακτική, η οποία δεν έχει καμιά σχέση με τη δημοκρατία και παραβιάζει και τη συνταγματική προστασία και καθήκον του βουλευτή για το ελεύθερον της σκέψης και της ψήφου του. Έτσι το κόμμα δείχνει ότι ουδείς έχει το δικαίωμα για άλλη άποψη και ότι όλοι οι βουλευτές είναι ραγιάδες των αφεντικών τους.
Ευτυχώς στην εποχή μας οι πολίτες γελάνε μ’ αυτή την τακτική των κομμάτων. Και συμβαίνει αυτό είτε γιατί οι ενημερωμένοι γνωρίζουν από την ιστορία για το πότε είχαμε «αποστασία» είτε γιατί ο κόσμος έχει αντιληφθεί ότι οι ηγεσίες των κομμάτων ενδιαφέρονται περισσότερο για την καριέρα τους και λιγότερο για το ψωμί των πολλών.
Νομίζω λοιπόν ότι αυτές τις μέρες ο ΣΥΡΙΖΑ ακολουθεί τη στάση που προανέφερα για τον Κασσελάκη και τα στελέχη που τον συνοδεύουν. Ο ΣΥΡΙΖΑ ας ρίξει μια ματιά να δει αυτοί που έμειναν σήμερα στο κόμμα ποια διαδρομή έχουν ακολουθήσει. Μήπως σχεδόν όλοι δεν ξεκίνησαν από το ΠΑΣΟΚ, ψηφίστηκαν από τους ψηφοφόρους του, τιμήθηκαν με αξιώματα και μόλις είδαν τη φθορά του, δραπέτευσαν στις αγκάλες του Τσίπρα; Το ίδιο δε συνέβη και με ανθρώπους του Καραμανλή, όπως είναι ο Αντώναρος, ο Σπηλιωτόπουλος, ο Παπαγγελόπουλος και τόσοι άλλοι;
Επομένως και τα κόμματα και οι τυχοδιώκτες βουλευτές είναι ζυμωμένοι με τα ίδια υλικά. Και αυτά είναι η ιδιοτέλεια, η αρχομανία, ο τυχοδιωκτισμός και γενικά η προσωπική αλαζονεία. Γι’ αυτό ας σταματήσει σήμερα ο ΣΥΡΙΖΑ να ομιλεί για αποστάτες, αφού το ίδιο κόμμα καλοδέχτηκε στις τάξεις του αναρίθμητους τυχοδιώκτες και ανίκανους πολιτικούς. Ο ευτελισμός και η γελοιοποίηση με το τέλος του κόμματος ας έχουν τα όριά τους.
Όσο για εμάς τους απλούς πολίτες, με όσα βλέπουμε, έχουμε την υποχρέωση να αξιολογούμε και γενικά να επιλέγουμε κόμματα και πολιτικούς με αίσθημα ευθύνης απέναντι στο γενικό καλό, χωρίς φανατισμό και μακριά από μεγαλοστομίες και κομματικές βεβαιότητες.