Στις χαμένες πατρίδες…

on .

Στα πλαίσια των εκπαιδευτικών - μορφωτικών εξορμήσεων που πραγματοποιούν από το έτος 2008, o Σύνδεσμος Αποφοίτων Ζωσιμαίας Σχολής Ιωαννίνων «Οι Ζωσιμάδες» και ο Σύλλογος Αρχαιοφίλων Ηπείρου, σε μέρη όπου έζησε, έδρασε και μεγαλούργησε ο Ηπειρωτικός Απόδημος Ελληνισμός κατά τα χρόνια της τουρκοκρατίας και ανέδειξε τους μεγάλους Ηπειρώτες Εθνικούς Ευεργέτες και Δασκάλους τους Γένους, οργανώσαμε, τις προάλλες, μια τέτοια εξόρμηση.

Πρόκειται για την εξαήμερη εξόρμησή μας στα μέρη της Ανατολής, στα οποία από την αρχαιότητα εγκαταστάθηκαν Έλληνες από όλα τα σημεία της Ελληνικής γης ,με πρωτοπόρους τους Ηπειρώτες, όπως αποδεικνύεται από τα σωζόμενα μέχρι σήμερα, μνημεία της τέχνης και του πολιτισμού, ευγενικά δημιουργήματα των Ελλήνων της Διασποράς, που αποτελούν ακόμα και σήμερα τους αδιάψευστους μάρτυρες της εκεί παρουσίας τους, της δράσης τους και της προσφοράς τους. 

Διασχίσαμε την απέραντη πεδιάδα της Ανατολικής Θράκης που γέμισε τη σκέψη μας από αναμνήσεις, καθώς υπολογίζαμε ότι την ένδοξη περίοδο του 1919-1920 τα όρια του Ελληνικού Κράτους έφταναν λίγο έξω από την Κωνσταντινούπολη, ενώ, από το 1922 και με τη Συνθήκη της Λωζάνης τα σύνορα Ελλάδας και Τουρκίας βρίσκονται στον ποταμό Έβρο.

Πρώτη επίσκεψή μας στην πόλη της Σηλυβρίας. Μια πόλη που ιδρύθηκε τον 7ο ή 6ο π.Χ αιώνα από τους Μεγαρείς με το στρατηγό Σήλυ, στον οποίο, με την προσθήκη της κατάληξης βρία (=πόλη), οφείλει και το όνομά της. Η πόλη αυτή παρουσιάζει μεγάλη ακμή κατά τη Βυζαντινή περίοδο, με Μητρόπολη η οποία διατηρείται και κατά την τουρκική περίοδο. Οι Μητροπολίτες της, κατά τα δύσκολα χρόνια της σκλαβιάς, έπαιζαν καθοριστικό ρόλο στη διατήρηση της θρησκευτικής και ελληνικής συνείδησης, με την οργάνωση των εκπαιδευτηρίων.

Μας υποδέχθηκε και μας ξενάγησε σε όλη την πόλη ο Μητροπολίτης Σηλυβρίας Κύριος Μάξιμος• η πόλη αυτή άμεσα και έμμεσα σχετίζεται με την Ήπειρο. Συγκεκριμένα στην πόλη, κατά τη τραγική περίοδο που επικρατούσε στην Ήπειρο, ιδιαίτερα μετά το αποτυχημένο κίνημα του Διονυσίου του Φιλοσόφου (το 1611), κατέφυγε με τη σύζυγό του και την κόρη του από τα Δολιανά στα οποία υπηρετούσε, ο ιερέας Αναστάσιος, με πιθανό το οικογενειακό επώνυμο Αναγνωστόπουλος, ο οποίος δεν ήταν μόνο «λειτουργός του Υψίστου», αλλά και θερμός πατριώτης. Στη Σηλυβρία, λοιπόν, άσκησε το ιερατικό του λειτούργημα. Είδαμε σε φωτογραφία και το ναό στον οποίο ιερουργούσε. Στη Σηλυβρία, το έτος 1786, είδε το φως της ζωής του ο γιος του ιερέα Αναστάσιου και της Σωσάνας Γεώργιος. Τρία χρόνια όμως μετά τη γέννηση του Γεώργιου ο ιερέας απεβίωσε, οπότε η οικογένειά του επέστρεψε στα Δολιανά. Εκεί ο Γεώργιος έμαθε τα πρώτα του γράμματα, τα συμπλήρωσε στα Γιάννινα, για να καταλήξει στο Βουκουρέστι, φιλοξενούμενος του ηγούμενου θείου του Γεννάδιου, από τον οποίο πήρε και το επίθετό του. Ακολούθησε από εκεί η λαμπρή σταδιοδρομία του Γεώργιου Γεννάδιου, που αναδείχτηκε όχι μόνο ένας από τους μεγάλους Ηπειρώτες Δασκάλους του Γένους, αλλά και μια λαμπρή πανελλήνια προσωπικότητα με ανεκτίμητη εθνική και εκπαιδευτική δράση.

Στη Σηλυβρία επίσης γεννήθηκε ο Αναστάσιος Κεφαλάς, ο κατόπιν Άγιος Νεκτάριος Αιγίνης, με λαμπρή θρησκευτική σταδιοδρομία. Επισκεφθήκαμε το σπίτι στο οποίο έμενε και το χώρο που υπήρχε η εκκλησία στην οποία εκκλησιαζόταν. Οι δυο συμπατριώτες, ο Γεώργιος και ο Νεκτάριος, συναντήθηκαν αργότερα στην Αθήνα: ο πρώτος υπήρξε εκτελεστής της διαθήκης του Βορειοηπειρώτη Ευεργέτη Γεώργιου Ριζάρη, ιδρυτή της Ριζαρείου Εκκλησιαστικής Σχολής, κατά σύστασή του δε προσελήφθη ως Διευθυντής της Ριζαρείου Σχολής ο Νεκτάριος, στην οποία υπηρέτησε επί 14 χρόνια και την ανέδειξε σε ένα από τα σπουδαιότερα πνευματικά ιδρύματα της εποχής του.

 Κατά μια πληροφορία δε του Φώτη Ραπακούση, γνωστού ιδρυτή του περίφημου Μουσείου του στο Νησί των Ιωαννίνων, στη Σηλυβρία είχε ενταφιαστεί η κεφαλή του Αλή πασά και τα σώματα των τριών γιών του. Τα σχετικά όμως μνήματα υπήρχαν στην τοποθεσία «Σηλυβρί Καπί» στα τείχη της Κωνσταντινούπολης, την οποία επισκεφθήκαμε, στη συνέχεια. Καθώς διασχίζεις την Θάλασσα του Μαρμαρά μπροστά σου προβάλλουν τα τείχη της Πόλης, με το πέρασμα των οποίων ατενίζεις τα μεγαλόπρεπα ελληνικά μνημεία της Βυζαντινής εποχής και της εποχής της τουρκοκρατίας, που διαψεύδουν πανηγυρικά τις συχνές και ανιστόρητες διακηρύξεις του Τούρκου Προέδρου πως «δεν είμαστε κληρονόμοι αλλά ιδιοκτήτες». 

Η θέα αυτών των μνημείων, κατάσπαρτων σε κάθε σημείο της Πόλης, ανασταίνει στον Έλληνα επισκέπτη της, τη μακροχρόνια και πολύπαθη ιστορία της• αυτή ξεκινάει από το Βύζαντα και τους Μεγαρείς της αρχαιότητας, περνάει από τον Κωνσταντίνο που μεταφέρει σ’ αυτήν τη νευραλγική τοποθεσία τη Νέα Ρώμη και καταλήγει με το τραγικό της τέλος, που διεκτραγωδούν οι ιστορικοί της Αλώσεως με τη φράση: «Ει και εκ πέτρας ην άνθρωπος, ουκ ηδύνατο μη θρηνήσαι»• το θρηνεί επίσης με τη μούσα του ο λαός μας, διατυπώνοντας την ελπίδα πως «πάλι με χρόνια με καιρούς, πάλι δικά μας θάναι».

Στο επίκεντρο του ενδιαφέροντος αυτής της επίσκεψης και τα τρία μεγαλόπρεπα Ηπειρωτικά Δημιουργήματα στην περιοχή του Πέραν: Το Ζωγράφειο Λύκειο που ίδρυσε ο Εθνικός Ευεργέτης Χρηστάκης Ζωγράφος από το Κεστοράτι της Βορείου Ηπείρου, το Ζάππειο Παρθεναγωγείο και η Εκκλησία της Αγίας Τριάδος με δημιουργό τον Κωνσταντίνο Ζάππα από το Λάμποβο της Β.Η..

Τα δυο πρώτα είχαμε προγραμματίσει να τα επισκεφτούμε, στο Ζωγράφειο μάλιστα θα κάναμε και σχετική εκδήλωση για το Χρηστάκη Ζωγράφο. Δυστυχώς όμως ένα αναπάντεχο γεγονός που είχε σχέση με τα μειονοτικά σχολεία της συνετέλεσε ώστε να απαγορευθεί η είσοδος σ’ αυτά τα Σχολεία σε όλους. Τα επισκεφθήκαμε έτσι εξωτερικά, η δε συνάντηση με τους διευθυντές των Σχολείων έγινε στην Εκκλησία της Αγίας Τριάδος, όπου με πρωτοβουλία των διευθυντών στην αίθουσα συσσιτίων της Εκκλησίας μας παρατέθηκε επίσημο γεύμα• εκεί πραγματοποιήθηκαν και οι σχετικές συζητήσεις, από τις οποίες διαπιστώσαμε ότι πρόκειται για δυο ιστορικά σχολεία του Ελληνισμού, που, κάτω από δύσκολες συνθήκες, προσφέρουν ανυπολόγιστες υπηρεσίες.

Παρόμοιο ενδιαφέρον δείξαμε και για την Θεολογική Σχολή της Χάλκης η οποία από το 1844 που ξεκίνησε τη λειτουργία της στην Ιερά Μονή της Αγίας Τριάδος στη νήσο Χάλκη μέχρι το 1971, που έπαυσε να λειτουργεί, υπήρξε το πνευματικό φυτώριο που ανέδειξε επιφανείς πνευματικούς και θρησκευτικούς ηγέτες, ανάμεσα στους οποίους ο Ηπειρώτης Οικουμενικός Πατριάρχης Αθηναγόρας από το Βασιλικό και ο σημερινός Οικουμενικός Πατριάρχης Βαρθολομαίος. Με τη Σχολή αυτή συνδέθηκε και ο Βορειοηπειρώτης Εθνικός Ευεργέτης Χρηστάκης Ζωγράφος, ο οποίος πρόσφερε σημαντική οικονομική βοήθεια και ανεκηρύχθηκε Μέγας Ευεργέτης του Γένους και της Εκκλησίας.

Και από την Κωνσταντινούπολη, μέσω της Προύσας, που μαζί με το Αϊβαλί και τη Σμύρνη έζησαν τις πιο τραγικές στιγμές κατά τη Μικρασιατική Καταστροφή, στο Τσανάκαλε του Ελλήσποντου, με προορισμό τη γειτονική Τροία• εκεί με ιδιαίτερη ικανοποίηση διαπιστώσαμε πως ο αρχαιολογικός χώρος έχει ερευνηθεί σχεδόν στο σύνολό του, τα δε αρχαιολογικά ευρήματα έχουν τακτοποιηθεί στο παρακείμενο Αρχαιολογικό Μουσείο με μεγάλη τάξη και προσοχή. Η Τροία μυθολογικά και ιστορικά συνδέεται και με την Ήπειρο.

Αναφέρω, ενδεικτικά, πως κατά την επιστροφή του από την Τροία ο Οδυσσέας, σύμφωνα με την Οδύσσεια, κατά συμβουλή της Κίρκης, έφτασε στην είσοδο του Κάτω κόσμου, η οποία τοποθετείται στην πεδιάδα του Φαναρίου Θεσπρωτίας εκεί που σήμερα υπάρχει το Νεκρομαντείο της Θεσπρωτίας. Από εκεί κατέβηκε στον κάτω κόσμο, όπου συνάντησε πολλούς γνωστούς, ανάμεσα στους οποίους και τον Αχιλλέα, τον οποίο εμακάρισε γιατί τον βρήκε βασιλιά και στον κάτω κόσμο, για να πάρει την απάντηση: Θα προτιμούσα να είμαι απλός υπηρέτης κοντά σ’ έναν άσημο άνθρωπο στον απάνω κόσμο, παρά να βασιλεύω σε όλους τους νεκρούς. Στέλνει έτσι ο αρχαίος Έλληνας το μήνυμα της καταξίωσης της ζωής, την οποία θεωρούσε μέγα αγαθό και πρώτο.

Και από το μύθο στην ιστορία: Κατά τα ιστορικά χρόνια στην Ήπειρο κυριάρχησε η Δυναστεία των Αιακιδών, που την αποτελούσαν οι βασιλείς της Ηπειρωτικής φυλής των Μολοσσών με πρωτεύουσα την Πασσαρώνα, θεωρούνταν απόγονοι του Αιακού και ονομάζονταν Αιακίδαι. Αυτό το είχε υπόψη του εκείνος που εισηγήθηκε στο Δήμο να ονομαστεί η οδός η οποία ξεκινάει από την περιοχή της Καλούτσιας και ανεβαίνει προς τον Κουραμπά οδός Αιακιδών. Βασιλιας των Μολοσσών υπήρξε ο Άδμητος -πρόσωπο υπαρκτό που αναφέρεται στο Θουκυδίδη, σ’ αυτόν δε κατέφυγε ο Θεμιστοκλής διωκόμενος από τους Αθηναίους και ζήτησε τη βοήθειά του. Στην ίδια δυναστεία ανήκε η Ολυμπιάδα, μητέρα του Μεγάλου Αλεξάνδρου και τελευταίος βασιλιάς ο Πύρρος με τις γνωστές περιπέτειές του και το άδοξο τέλος του• μετά το θάνατό του επέρχεται και το τέλος της κυριαρχίας της Ηπείρου η οποία καταλαμβάνεται από τους Ρωμαίους.

Με την επίσκεψή μας στην Τροία, έληξε η εξαήμερη εξόρμησή μας που θέλουμε να πιστεύουμε άφησε ικανοποιημένους τους συμπατριώτες μας που συμμετείχαν σ’ αυτήν. Όμως αυτού του είδους οι εξορμήσεις έχουν και ένα άλλο χαρακτηριστικό, πιο ουσιαστικό: Φέρουν σε επαφή δυο γειτονικούς λαούς, που έχουν τα ίδια προβλήματα, τις ίδιες επιδιώξεις και αγωνίζονται να ανυψώσουν το βιοτικό και το πνευματικό τους επίπεδο. 

Για να το πετύχουν οφείλουν να ακολουθήσουν το δρόμο της φιλίας, της ειρηνικής συνύπαρξης και του αμοιβαίου σεβασμού των δικαιωμάτων με βάση το διεθνές δίκαιο και τις αποφάσεις του ΟΗΕ. Αυτό είναι το μήνυμα που μας έστειλαν το 1930 οι δύο ηγέτες που συναντήθηκαν και υπέγραψαν το Σύμφωνο φιλίας- ο Ελευθέριος Βενιζέλος και ο Κεμαλ Ατατούρκ υποδεικνύοντας την αποφυγή των τριβών, την παγίωση των συνόρων και την επικοινωνία μεταξύ των δυο λαών. Παρόμοιο μήνυμα θα μας στείλουν το 1986, ο Θεοδωράκης και ο Λιβανελί, με τη δημιουργία της ελληνοτουρκικής φιλίας, την οποία μάλιστα επικύρωσαν με μια συγκλονιστική συναυλία στην Κωνσταντινούπολη, που προκάλεσε ρίγη ενθουσιασμού στους παραβρισκόμενους και με μια συνέντευξη τύπου με την οποία προειδοποίησαν: κάθε αντίθετη τακτική που επιδιώκουν οι ισχυροί της γης και τα ξένα συμφέροντα θα έχει ως συνέπεια και για τους δυο λαούς, κλαίγοντας τη μοίρα μας να τραγουδάμε:

«Τούρκος εγώ κι εσύ Ρωμιός

Κι εγώ λαός κι εσύ λαός

Εσύ Χριστό κι εγώ Αλλάχ

Όμως κι οι δυο μας, αχ και βαχ»