Τα πολιτικά ιδρύματα και ο θάνατος της πολιτικής!

on .

Σαν μανιτάρια ξεφυτρώνουν σε τούτο τον τόπο, κάθε λίγο και λιγάκι, τα κάθε λογής πολιτικά ιδρύματα και ινστιτούτα, ινστιτούτα δημοκρατίας και δε συμμαζεύεται. Η ίδρυσή τους μάλιστα προβλέπεται από σχετικό νόμο -Γιάννης κερνάει και Γιάννης πίνει, που λέει και ο λαός- στεγάζονται, κατά κανόνα, σε δημόσια κτίρια… δεν ξεπουλάνε, όπως βλέπετε, όσο - όσο, τη δημόσια περιουσία, αλλά τη μοιράζονται και μεταξύ τους, διατηρούνται και «λειτουργούν» -τρόπος του λέγειν- με δημόσια έξοδα ή με αφανείς «χορηγίες»· αυτές είναι οι πιο ύποπτες και έρχονται, μαζί με τόσα άλλα «ανομήματά», που μας έφεραν σ’ αυτό το χάλι, να προκαλέσουν και να προσβάλουν το δημόσιο αίσθημα.

Και ποια είναι η γενεσιουργός αιτία τους; Την απάντηση στο ερώτημα αυτό τη δίνει ο χαρακτηριστικός τίτλος που χρησιμοποιεί σε πρόσφατο άρθρο του με τίτλο, «Πολιτικά Ιδρύματα και Ινστιτούτα σε μια χώρα που η πολιτική πεθαίνει», ο Καθηγητής Πολιτικής και Κοινωνικής Φιλοσοφίας Απόστολος Αποστόλου, με αφορμή την ανακοίνωση της ίδρυσης «πολιτικού ινστιτούτου» από τον Αλέξη Τσίπρα. Είναι το μόνο άρθρο που διάβασα στο διαδίκτυο, από άνθρωπο που υπηρετεί σε Πνευματικό Ίδρυμα -δεν ξέρω αν υπάρχουν και κάποια άλλα. Τα λεγόμενα «πολιτικά ιδρύματα και ινστιτούτα» δεν έχουν καμιά σχέση με την πολιτική, γιατί αυτά ξεφυτρώνουν, όπως το δηλώνει και ο τίτλος του άρθρου που προαναφέραμε, εκεί «που η πολιτική πεθαίνει». Με αυτή λοιπόν τη ιλαροτραγωδία που παίζεται σε βάρος του λαού μας και της χώρας μας, έπρεπε να έχουν ξεσηκωθεί όλοι οι τρόφιμοι των ανώτατων πνευματικών ιδρυμάτων της χώρας, γιατί με τη σιωπή τους, όπως αυτή εκδηλώνεται και σε άλλα βασικά θέματα που απασχολούν το λαό μας και αυτούς τους αφήνουν αδιάφορους -με ελάχιστες βέβαια τιμητικές εξαιρέσεις δείχνουν ότι δεν έχουν καμιά σχέση με το πνεύμα.

«Είναι των αδυνάτων αδύνατο να ξεχωρίσει κανείς» -γράφει ο Δημήτρης Γληνός- «οποιοδήποτε κλάδο της ανθρώπινης πνευματικής ενέργειας από την πολιτική, και δεν υπάρχει ενέργεια του ανθρώπου που δεν είναι πολιτικά καθορισμένη». Όπου λοιπόν πεθαίνει η πολιτική, «ως φυσική και αναγκαία απόληξη κάθε γνήσιας ηθικής πράξης», όπως την προσδιόρισε ο αρχαίος Ελληνικός Διαφωτισμός και την καθιέρωσε ο νεότερος Ευρωπαϊκός Διαφωτισμός, εκεί πεθαίνει και το πνεύμα, καθώς ανέχεται, από μορφή παιδαγωγίας που πρέπει να είναι η πολιτική, να γίνεται μορφή δημαγωγίας. Η πιο απεχθής δε μορφή δημαγωγίας είναι τα πολιτικά ιδρύματα και ινστιτούτα που ιδρύουν οι πολιτικοί, επί των ημερών των οποίων η πολιτική έχει πεθάνει.

Εκεί, μαζί με την πολιτική, πεθαίνει και το πνεύμα αφού η μια ενέργεια, όχι μόνο δεν εννοείται χωρίς την άλλη, αλλά δεν έχει λόγο ύπαρξης χωρίς την άλλη. Σαφέστατο το μήνυμα το οποίο στέλνει προς τους λεγόμενους πνευματικούς ανθρώπους ο Δημήτρης Γληνός.

«Ο επιστήμονας και ο φιλόσοφος πρέπει να βγουν από τον ερμητισμό τους και να πεζέψουν στα πλήθη και με τη διδαχή τους να τα κατακτήσουν. Η γνώση τότε μόνο είναι αληθινή, όταν είναι γνώση για τη ζωή. Αν η γνώση δεν εξασφαλίζει στο άτομο το φως που χρειάζεται για το ξάνοιγμα δικής του σκέψης, ο πολίτης θα παρασέρνεται από τα δολώματα της προπαγάνδας και της πλύσης του εγκεφάλου».

Αυτό ακριβώς συμβαίνει στις μέρες μας και μάλιστα στη χώρα που σκόρπισε το πνεύμα σε όλο τον πολιτισμένο κόσμο. Με παράπονο πικρό ο Καζαντζάκης, στο «Ταξιδεύοντας Αγγλία», γράφει: «Νιώθεις πως εδώ, στη μικρή τούτη πολιτεία - του Ήτον- το ελληνικό πνεύμα, φωτεινό, τολμηρό κι ισορροπημένο, συνεχίζει, εξόριστο -από τον τόπο που το γέννησε -στην υπερβόρεια ομίχλη, το εξαίσιο έργο του». Και αυτό συμβαίνει σε πολλά μέρη του κόσμου. Συμβαίνει δε γιατί, ενώ, στον τόπο μας, στο χώρο της πολιτικής, η πολιτική που ασκείται, αποξενωμένη από κάθε γνήσια πνευματική ενέργεια, έχει πεθάνει, έρχονται τα κάθε λογής πολιτικά ιδρύματα και ινστιτούτα, φτιαγμένα από ανθρώπους που παριστάνουν τους πολιτικούς, επί των ημερών των οποίων η πολιτική έχει πεθάνει και παρασέρνουν, κατά το Δημήτρη Γληνό, με τα πολιτικά τους ιδρύματα και τα ινστιτούτα, «τους πολίτες στα δολώματα της προπαγάνδας και της πλύσης εγκεφάλου».

Αυτά ακριβώς σκεφτόμουνα, όταν πριν από χρόνια, ασχολήθηκα στα πλαίσια μιας έρευνας, με τον Ελευθέριο Βενιζέλο: Toν προέτρεπαν, να τον τιμήσουν όταν δημιούργησε την Ελλάδα των δυο θαλασσών και των πέντε Ηπείρων και η Βουλή τον ανακήρυξε εθνικό ήρωα. Εκείνος αρνήθηκε λέγοντας πως «τιμές δικαιούνται οι πολιτικοί μετά θάνατον, διότι τότε είναι τελική η περί αυτών κρίσις». Και το Ίδρυμά του, το μόνο που αξίζει, δημιουργήθηκε αρκετά χρόνια αργότερα, είναι δε πανελλήνιας εμβέλειας, κέντρο έρευνας και μελέτης του έργου και της εποχής του, όταν πλέον η εθνική ιστορία είχε αποφανθεί πως ήταν ένας άνθρωπος που έβλεπε βαθιά και μακριά, πως είχε εξοικειωθεί με τα προβλήματα που απασχολούσαν τον τόπο του και την εποχή του· ήταν ένας από τους πιο καλλιεργημένους ανθρώπους της εποχής του, με εθνικούς οραματισμούς και είχε προετοιμαστεί από όλες τις πλευρές ,ώστε να γίνει ένας ιδανικός εθνικός ηγέτης, ο τελευταίος μεγάλος πολιτικός φορέας της εθνικής μας συνείδησης.

Είχαν εμφανιστεί, πριν από αυτόν, στο πολιτικό προσκήνιο, ηγέτες του ίδιου αναστήματος με αυτόν, όπως ο Καποδίστριας και ο Τρικούπης. Τον ένα τον δολοφονήσαμε, τον άλλο δεν τον βγάλαμε ούτε βουλευτή και στη θέση του βγάλαμε τον άσημο Γουλιμή. Γέμισε έτσι, μετά το Βενιζέλο, ο τόπος από «Γουλιμήδες».

Έβλεπα και άκουγα τις προάλλες, στην τηλεόραση, δυο από αυτούς, τον Κώστα Καραμανλή και τον Αντώνη Σαμαρά, να κατακεραυνώνουν το σημερινό συνάδελφό τους στην ηγεσία του κόμματος στο οποίο ανήκουν, για τα λάθη του και τα «ανομήματά» του, και, χωρίς να συναισθάνονται τα δικά τους παρόμοια, όταν ήταν στη θέση του, με τα οποία, κατά κοινή ομολογία, είναι συνυπεύθυνοι για τη σημερινή κατάσταση του τόπου· στη συνέχεια καθόταν ό ένας δίπλα στον άλλο γεμάτοι γέλια για το κατόρθωμά τους, όπως βλέπετε στην παρατιθέμενη εικόνα. Και το τραγικό είναι ότι ο πρώτος και όλοι οι φέροντες το οικογενειακό όνομά του είναι μέλη του, χωρίς καμιά ουσία, ιδρύματος του δημιουργού του κόμματός του· ο δεύτερος δημιούργησε δικό του πολιτικό ίδρυμα. 

Αυτό στεγάζεται σε λαμπρό δημόσιο διατηρητέο οίκημα, το οποίο, προφανώς, με άνωθεν εντολή, παραχώρησε δωρεάν η υπουργός πολιτισμού -αν μπορεί να φέρει αυτόν τον τίτλο- αφού, τάχιστα κατάργησε το δημόσιο Μουσείο Νεότερου Πολιτισμού, με το γελοίο και προκλητικό αιτιολογικό ότι «με τον τρόπο αυτό θα επιτευχθεί η αποτελεσματική προστασία, προβολή και ανάδειξη του κτιρίου σε συνέργεια με την επίτευξη των σκοπών του ιδρύματος Αντώνη Σαμαρά»! Ποιοι σκοποί; Ας μάθει αν δεν τα ξέρει τα πεπραγμένα της πολιτικής του, κατά τη διάρκεια της πρωθυπουργίας του, για να μην εκθέτει ανεπανόρθωτα το αξίωμα που κατέχει.

Στα χνάρια του Σαμαρά βάδισε και ο διάδοχός του στην πρωθυπουργία Αλέξης Τσίπρας. Αυτός έφτιαξε αναβαθμισμένο λεκτικά το δικό του ίδρυμα, το οποίο ονόμασε ινστιτούτο, και γι’ αυτό έλαβε, άμεσα μάλιστα, «ένδικον μισθαποδοσίαν» με την ανακήρυξή του από ιδιωτικό τουρκικό πανεπιστήμιο σε «επίτιμο διδάκτορα», γεγονός που τον έκανε, όπως φαίνεται στην παρατιθέμενη εικόνα, να είναι και αυτός περιχαρής για την «επιβράβευσή» του.

Δεν νομίζω πως έχουμε «άλλο σκαλί να κατρακυλύσουμε πιο βαθιά στου κακού τη σκάλα» όπως θα μας έλεγε, αν ζούσε σήμερα ο Παλαμάς, εκτός και αν ισχύει αυτό που ο ποιητής Χρίστος Κατσιγιάννης, έγραψε, συμπληρώνοντας την παραπάνω φράση του Παλαμά, με το δικό του ευρηματικό τρόπο:

«Έλληνες είμαστε διάολε

Θα βρούμε τρόπο 

Να φτιάξουμε και άλλα σκαλιά

Πιο κάτω απ’ του Κακού τη σκάλα»

ΣΠΥΡΟΣ ΕΡΓΟΛΑΒΟΣ