Ο μήνας του τρύγου…
Ο Σεπτέμβρης είναι ο ένατος μήνας του Γρηγοριανού ημερολογίου. Η λατινική ονομασία του, September, προέρχεται από το Septem (επτά) καθώς ήταν ο έβδομος μήνας του αρχαίου δεκάμηνου Ρωμαϊκού ημερολογίου.
Με την προσθήκη του Ιανουαρίου και Φεβρουαρίου, ο Σεπτέμβρης μετακινήθηκε στην ένατη θέση, χωρίς να αλλάξει η ονομασία του. Το Σεπτέμβρη έχουμε και τις ακόλουθες γιορτές: Στις 2 του μήνα, η γιορτή του Αγίου Μάμα που γιορτάζεται σε πολλά μέρη της Ελλάδας, όπως και στο Χαλίκι Ασπροποτάμου, με ιδιαίτερες λαμπρότητες ως προστάτης των βοσκών.
Στις 7 - 8 επίσης γιορτάζεται η Γέννηση της Θεοτόκου. Η μεγαλύτερη γιορτή του Σεπτεμβρίου είναι αυτή της Υψώσεως του Τιμίου Σταυρού στις 14 του μήνα, η οποία και έχει δώσει τις προσωνυμίες Σταυρίτης, Σταυριάτης και άλλες παρεμφερείς στον πρώτο μήνα του Φθινοπώρου. Στις 23 γιορτάζεται η Σύλληψη του Ιωάννη του Προδρόμου.
Ο Σεπτέμβρης, ο Οκτώβρης και ο Νοέμβρης είναι τρεις πολύ διαφορετικοί μεταξύ τους μήνες ενωμένοι σε μια εποχή, το Φθινόπωρο. Ο Σεπτέμβρης είναι σαν Καλοκαίρι ο Νοέμβρης σαν Χειμώνας και ο Οκτώβρης ανάμεσά τους, λίγο από τον καθένα.
Το Φθινόπωρο σημαίνει την εποχή που τελειώνουν τα φρούτα ή που έρχονται μετά τα φρούτα (μετόπωρον). Είναι μία περίοδος μελαγχολική. Επειδή πλησιάζει ο χειμώνας (λαϊκά: Χειμόπωρο, χυνόπωρος, μοθόπωρο, ψιμόπωρο, στερνοκαίρι) αλλά και αισιόδοξη για τη συγκομιδή και για το ετοιμασμένο ξεχειμώνιασμα.
«Σιωπή…. ο Σεπτέμβρης με το δάχτυλο στα χείλη μου λέει να σιγήσω καλώντας με ν’ αφουγκραστώ, ν’ αφήσω να ακουστεί η αγαπητική βοή τρυγητών ληνοβατών μέσα στη μέρα που μικραίνει.
Κι εγώ παίρνω την τσάντα με καλοξυσμένα τα μολύβια για την πρώτη τάξη και συλλαβίζω πάλι απ’ την αρχή την αλφαβήτα μας».
Τρυγητής είναι η πιο γνωστή και διαδεδομένη από τις ονομασίες του Σεπτέμβρη στο λαϊκό καλαντάρι και συνδέεται βέβαια με τον τρύγο, την κύρια αγροτική απασχόληση το μήνα αυτό. Στην εικονογραφία των μηνών ο Σεπτέμβριος παριστάνεται ως τρυγητής, με το τρυγοκόφινο, να τρυγάει ο ίδιος ή να πατά σταφύλια στο πατητήρι περιστοιχισμένος από άνδρες και γυναίκες σε ευθυμία, που τρυγούν τον μεθυστικό καρπό του αμπελιού.
Ο τρύγος (τρυγητός, τρύος, βεντέμα, καμπανολόημα) είναι μία εποχιακή εργασία που, όπως και ο θερισμός, απαιτεί δια μιας πολλά χέρια. Διαδικασία συμμετοχική, εκτός από τη χρησιμοποίηση εποχιακών εργατών ο τρύγος αξιοποιούσε στο παρελθόν τον θεσμό της αλληλοβοήθειας.
Ο νοικοκύρης έπρεπε να εξασφαλίσει εργάτριες, κουβαλητάδες, καλάθια και αχθοφόρα ζώα να ετοιμάσει τα εργαλεία (τρυγοκόφινα, τρυολόγους), να φροντίσει για φαΐ και πιοτί, να καθαρίσει το πατητήρι κ.ά.. Η συμμετοχή όλων των κατοίκων του οικισμού αναδείκνυε τον τρύγο σε ευχάριστη εργασία που συχνά έπαιρνε τον χαρακτήρα πανηγυριού.
Από το κλήμα στο πατητήρι κι απ’ το βαρέλι στο ποτήρι.
Το κρασί, κύριο προϊόν του σταφυλιού, χαρακτηρίζεται ανάλογα με το είδος του σταφυλιού, αγίασμα, αδάμαστο αδρύ ανέρωτο απόσταγμα βαμμένο βισάντο, βραστός, γυναικόκρασο, γλυκάρμεμα ηλιασμένο λιαστό καδόκρασο, κουμανταρέα, κουτελίτης, λάγγερο μαγγανίτης μοσχάτο, φράουλα, αλλά και ξιδόκρασο, νερόκρασο παλιόκρασο, ξιδιάς και είδος καθημερινής διατροφής βασικό στον αγροτοποιμενικό πληθυσμό. Το κρασί καταναλώνεται σε μικρές ή μεγαλύτερες ποσότητες.
Έτσι, οι αγρότες καταναλώνουν περισσότερο κρασί ενώ οι κτηνοτρόφοι λιγότερο. Το κρασί θεωρείται -μαζί με το λάδι, το νερό και βεβαίως το ψωμί- «δώρα Θεού» στον άνθρωπό.
Παράλληλα με την οινοποίηση φτιάχνονται και τα καλούδια του μούστου, πετιμέζι, μουστόπιτες, μουσταλαμπάδες και φυσικά οι σταφίδες. Κορυφαίες στιγμές κάποτε για πολλές αγροτικές περιοχές, οι μέρες του τρυγητού περνούν σήμερα σχεδόν απαρατήρητες.
«Οι χωριατοπούλες σκυμμένες κόβουν τα βαριά γινωμένα τσαμπιά και τα πετούν στα κοφίνια τους.
Τί δροσερά χρώματα. Τί όμορφες αρμονίες; κόκκινα κίτρινα, μαύρα Ροδίτης, Σαββατιανό, ροζακί.
Μοσχομυρίζει εδώ και μέρες το σύμπαν από μουστομυρωδιά που τύφλα να’ χουν μπρος στο άρωμά της ούλα τα αρώματα του «κοτί» και οι καμουφλαρισμένες αηδίες ευρωπαϊκής αριστοκρατίας (Ακρόπολης 1929 -Σεπτέμβριος).
Ας ξεκινήσει λοιπόν το φθινόπωρο με τον αισθησιακό Εμπειρίκο: «Τις μέρες τις γλυκειές του Σεπτεμβρίου, όταν δεν έχει ακόμη βρέξει και είναι το άκουσμα των ήχων πιό αραιό και η γεύσις των ωρών και από του θέρους πιό πυκνή, όταν στους κήπους σκάνε τα ρόδια, στις πορφύρες των φλεγόμενοι οι ιβίσκοι, όλοι σαν υπερβέβαιοι γαμπροί που στων νυμφών κεντούν τις θύρες, τότε, σαν να’ ναι πάντα καλοκαίρι (γιατί όποια κι αν είναι η εποχή, ο πόθος είναι πάντα θέρος) αναγαλλιάζουν οι ψυχές, κι ο Έρωτας ο πιο ξανθός αρχάγγελος του παραδείσου, βοά και λέγει στο κάθε που άγγιξε κορμί:
«Τα ρούχα πέτα,
γδύσου
τίποτε μη φοβάσαι
Έαρ, χειμώνα, θέρος
-όπου κι αν είσαι-
είναι η ρομφαία μου
μαζί σου…».
* * *
Οι εικόνες του τρύγου ξυπνούν την ερωτική διάθεση στους παλαιότερους λυρικούς… «κι φιλιούμασθε στα χείλια/κι ας τρυγούμε τα σταφύλια» λαχταρά στον «Τρύγο» του ο Αθανάσιος Χριστόπουλος, κι ο Αλέξανδρος Ραγκαβής μοιάζει να δικαιολογείται στο δικό του «Τρύγο» για την ερωτική του αποκοτιά «είχαν χείλια κι όχι κόκκινα σταφύλια».
Ο Κ. Κρυστάλλης στο «τραγούδι του τρυγητού» και σε διάθεση άλλη περιμένει από το αμπέλι του το «πλατύφυλλο και καλοκλαδεμένο να δώσει «τ’ αθάνατο κρασί» για να κεράσει τον ξενιτεμένο του στο γυρισμό.
Στους παλιούς ρυθμούς ο Μιλτιάδης Μαλακάσης συνδέει στο «Τραγουδάκι» του, φεγγάρι και κληματαριά με ένα παραμύθι:
«Παίζει απόψε το φεγγάρι
μέσα στη κληματαριά
που’ ναι να το πιείς, αλήθεια
στο ποτήρι
Κι’ όχι τόσο γιατί παίζει
στην κληματαριά
όσο γιατί φέγγει δίπλα
σ’ ένα παραθύρι….»
Καλό μήνα!
(Μέτσοβο)