Η αλαζονεία των ισχυρών…

on .

Δυο από τα πιο σπουδαία μαθήματα τα οποία μας δίνει η Ιστορία τυχαίνει συχνά ή να τα αγνοούμε ή να τα προσπερνούμε ασυλλόγιστα, μη θέλοντας να κατανοήσουμε το βαθύτερο νόημά τους. Το πρώτο μάθημα είναι ότι μιλώντας για Ιστορία, ο νους μας τρέχει στα παλιά. Στην πραγματικότητα η Ιστορία αρχίζει από σήμερα και προχωρεί στο αύριο. Βέβαια το παρόν, σε όλες του τις εκδηλώσεις, θα το κατανοήσουμε και το μέλλον θα το προγραμματίσουμε σωστά, όταν μελετήσουμε, όπως πρέπει το παρελθόν. Αυτό είχε υπόψη του ό Θουκυδίδης, όταν διακήρυττε πως «το έργο του είναι κτήμα εσαεί μάλλον ή αγώνισμα ες το παραχρήμα σύγκειται». Και αυτό επίσης είχε κατά νου ο Καβάφης, όταν, στα ιστορικά του ποιήματα, χρησιμοποιεί την αναγωγή του παρόντος στο ιστορικό αντίστοιχο του παρελθόντος και έτσι παρουσιάζει το ποιητικό του θέμα που έχει σχέση με το παρόν ως ιστορικό περιστατικό.

Το δεύτερο μάθημα είναι πως οι Λαοί, όχι ως άμορφες -και τυφλά καθοδηγούμενες- μάζες, αλλά ως οργανωμένα και συνειδητοποιημένα κοινωνικά σύνολα, με τους αγώνες τους και με τις θυσίες τους, είναι οι δημιουργοί της Ιστορίας. Οι ίδιοι οι Λαοί πάλι, κυριευμένοι από την ιδέα της Δικαιοσύνης, της ατομικής και εθνικής ανεξαρτησίας, πρέπει να βλέπουν την ιστορική πραγματικότητα και να χρησιμοποιούν τα μηνύματά της, ως ερέθισμα και ως εργαλείο μεταβολής της κοινωνίας προς την κοινή ευημερία και την πρόοδο και όχι ως μέσο διαιώνισης μιας νοσηρής πραγματικότητας.

Όταν λείπουν αυτά τα μαθήματα, τότε η Δημοκρατία αρρωσταίνει ή και πεθαίνει, ανοίγοντας το δρόμο σε επιτήδειους δημαγωγούς κυριευμένους από τη βουλιμία της υπεροψίας και από τον πόθο της εξουσίας, που παρουσιάζονται ως σωτήρες της κοινωνίας ή ως προστάτες των αδύνατων και στην πραγματικότητα τους καταδυναστεύουν.

Αυτά συνέβαιναν στο παρελθόν, αυτά συμβαίνουν και σήμερα, και, δυστυχώς όπως πάμε, θα συμβαίνουν και αύριο. Δεν ξέρω πόσοι διαβάσατε το διάλογο Μηλίων και Αθηναίων, που παρουσιάζει ο Θουκυδίδης στο Ε’ βιβλίο των «Ιστοριών» του και αν προβληματιστήκατε για τα «συμβαίνοντα» στις μέρες μας και για τα «αεί εσόμενα» στις μέρες που έρχονται. Πρόκειται για ένα διάλογο από αυτούς που συχνά συμβαίνουν ανάμεσα στην «πάνοπλη αλαζονεία των ισχυρών», που την εκπροσωπούν οι Αθηναίοι, και τη «θαρραλέα αντιπαράταξη των μικρών και αδύναμων λαών», που την εκπροσωπούν οι Μήλιοι. Οι κάτοικοι της Μήλου, φυλετικά συγγενείς με τους Σπαρτιάτες, ανήκουν στη συμμαχία τους. Οι Αθηναίοι, το έτος 416 π.Χ. ενώ ακόμα διαρκούσε η Νικίειος Ειρήνη που είχαν συνάψει οι Αθηναίοι με τους Σπαρτιάτες, εκστρατεύσουν στη Μήλο και προτείνουν -βασικά εκβιάζουν τους Μηλίους- να γίνουν σύμμαχοί τους. Αυτοί, επικαλούμενοι μάλιστα τη Δικαιοσύνη, αντιπροτείνουν την ουδετερότητα και τις ίσες αποστάσεις απέναντι στους δυο μονομάχους. Και οι Αθηναίοι κυνικότατα τους στέλνουν το μήνυμα:

«Ξέρετε και ξέρουμε ότι κατά την κρίση των ανθρώπων το δίκαιο λογαριάζεται, όταν υπάρχει ίση δύναμη, για την επιβολή του, και ότι, όταν αυτό δεν συμβαίνει, οι δυνατοί κάνουν ό,τι τους επιτρέπει η δύναμή τους, και οι αδύναμοι υποχωρούν και αποδέχονται».

Τα επιχειρήματα των Μηλίων για ουδετερότητα απέναντι στους δυο μονομάχους του Πελοποννησιακού πολέμου δεν έπεισαν τους Αθηναίους και η Μήλος καταστράφηκε ολοσχερώς. Πρόκειται για το πιο τραγικό ίσως γεγονός του δραματικού εκείνου πολέμου. Η αλαζονεία -η «ύβρις»- των αρχαίων σε όλο της το «μεγαλείο». Πέρασε στην ιστορία ως σύμβολο της αναμενόμενης δίκαιης τιμωρίας των ισχυρών για όσα αδικήματα έχουν διαπράξει. Και η ώρα της κρίσης έρχεται: Τα γεγονότα του 416 με την παντοδυναμία των Αθηναίων οδηγούν μοιραία στη θρηνωδία του 404 με το τέλος του Πελοποννησιακού Πολέμου και τη συντριβή τους. Αυτό είναι και το μήνυμα που στέλνει, με το δικό του τρόπο, ο Θουκυδίδης.

Ας θυμηθούμε, απ’ τα νεότερα χρόνια, την περίπτωση του Ναπολέοντα. Όσοι παρακολούθησαν τη διαδρομή του, στηρίχθηκαν στις διακηρύξεις του και στήριξαν τις ελπίδες των υπόδουλων λαών για την απελευθέρωσή τους, δεν άργησαν να απογοητευθούν, όταν τον έβλεπαν απ’ το ένα μέρος να καταργεί τους Λουδοβίκους της Γαλλίας, και από το άλλο -παρασυρμένος από την αλαζονεία της δύναμής του- να ανακηρύσσεται βασιλιάς της Ιταλίας. Έτσι, το Βατερλώ του ήταν αναπόφευκτο. Ο ίδιος, αργότερα, όταν εξόριστος πια στην Αγία Ελένη, έγραφε ή υπαγόρευε τα Απομνημονεύματά του, έκανε την αυτοκριτική του, αναγνώριζε τα λάθη του και εξομολογούνταν: «Δεν υπήρξα παρά ο ολετήρας των δικαιωμάτων των λαών, εγώ που τόσα είχα υποσχεθεί και ήμουν διατεθειμένος να αγωνιστώ γι’ αυτά».

Παρόμοια μηνύματα αλαζονείας των ισχυρών εκπέμπονται, μάλιστα στο όνομα του πολιτικού ρεαλισμού, από τις σελίδες του «Ηγεμόνα» του Μακιαβέλι, όπου ο Ιταλός «διανοούμενος» διδάσκει πως ο ηγέτης, τόσο στην εσωτερική, όσο και στην εξωτερική πολιτική, πρέπει να ακολουθεί την τακτική που ακολουθεί η αλεπού και το λιοντάρι. Το λιοντάρι χρησιμοποιεί τη δύναμη -τη βία- ενώ η αλεπού χρησιμοποιεί την παραπλάνηση- τον αποπροσανατολισμό και την εξαπάτηση.

Τα σύγχρονα καθεστώτα εξουσίας και ισχύος, όπως η αλεπού του Μακιαβέλι, συχνά χρησιμοποιούν την παραπλάνηση, με τους πιο ξεκάθαρους μακιαβελικούς όρους, όπως ακριβώς αυτοί εκφράζονται από το σύγχρονο Αμερικανό πολιτικό σχολιαστή Τάκερ. Σύμφωνα με αυτόν ο κύριος και αντικειμενικός σκοπός της εξωτερικής πολιτικής μιας υπερδύναμης είναι η δημιουργία ενός κόσμου στον οποίο τα κράτη που σχετίζονται με αυτήν την υπερδύναμη, θα διαδραματίζουν το ρόλο που αυτή η υπερδύναμη τους δίνει το δικαίωμα και τη δυνατότητα να παίζουν.

Για να το πετύχουν αυτό, πρέπει να φροντίζουν, με όλα τα μέσα που διαθέτουν, να επιλέγουν και να επιβάλλουν τεχνηέντως πρόσωπα που είναι διατεθειμένα επιμελέστατα να την υπηρετήσουν και να εκτελούν τις εντολές της. Αυτό το τελευταίο το έχουν κατανοήσει πλήρως, όπως εύκολα γίνεται αντιληπτό σήμερα, τα πρόσωπα που αναλαμβάνουν στα μικρά κράτη να διαδραματίσουν αυτό το ρόλο.

Όταν όμως και αυτός ο ρόλος -της αλεπούς- δεν πετυχαίνει, τότε παραχωρεί τη θέση του στο λιοντάρι. Και αυτό το ζήσαμε.  Που βρήκαν και βρίσκουν συχνά μιμητές και υπερασπιστές, και τις οποίες τυχαίνει και εμείς καλά να τις γνωρίζουμε.