Ο Πατριωτισμός του Ιωάννη Βηλαρά

on .

 Συνήθως υπερτονίζεται η μία πλευρά της προσωπικότητας και της προσφοράς του Βηλαρά. Γεννήθηκε στα Γιάννινα το 1771 και πέθανε το 1823. 

Είναι μεγάλη η προσφορά του στα Γράμματα και ειδικότερα στην ποίηση και την πεζογραφία. Ο Βηλαράς όμως, υπήρξε και μεγάλος πατριώτης και αγωνιστής για την ελευθερία της πατρίδας.

Στο Στρασβούργο της Γαλλίας το 1792 η ατμόσφαιρα

δονείται από τα συνθήματα «Στα όπλα, πολίτες! Εμπρός παιδιά της λευτεριάς! Να σπάσουμε τα δεσμά της τυραννίας». Κλπ. Όλα αυτά ξυπνούν τον σκλάβο Έλληνα και γίνονται δικά του συνθήματα. Η Μασσαλιώτιδα γίνεται ο Εθνικός Ύμνος του σκλαβωμένου Έλληνα.

Το 1794 πήγε στην Πάδοβα της Ιταλίας, για να σπουδάσει την Ιατρική. Την έφεση προς την ιατρική και γενικά προς τα γράμματα τα κληρονόμησε από τον πατέρα του Στέφανο Βηλαρά, ο οποίος ήταν γιατρός. Από αυτόν έμαθε τα Γαλλικά και τα ιταλικά.

Όταν έφθασε στην Ιταλία, ήταν η εποχή, που υπήρχε επαναστατικός αναβρασμός. Τα κηρύγματα της Γαλλικής Επανάστασης προκαλούσαν ρίγη και δονούσαν τις καρδιές των ανθρώπων. Από τα κηρύγματα και τα συνθήματα αυτά κατέχεται ο Βηλαράς και εκδηλώνεται ο Επαναστάτης, το 1979, όταν έρχεται από την Πάδοβα στην Βενετία για να τακτοποιήσει χρηματικές του υποθέσεις. Στη Βενετία συναναστρέφεται με ένθερμους πατριώτες και πιο πολύ συνδέεται με τον Ιωάννη Κρασσά. Δημιουργείται μια μεγάλη ομάδα από Έλληνες πατριώτες, που αγωνίζονται αναζητώντας τρόπους να βοηθήσουν την δούλη Ελλάδα να λάβει το μήνυμα της Γαλλίας.

Η συντροφιά αυτή, οι περισσότεροι ήταν Επτανήσιοι, εσύχναζε στο καφενείο Φλωριάν (πλατεία Αγίου Μάρκου) που πήρε το όνομα από τον ιδρυτή του, τον Κεφαλλωνίτη Φλωριά. Επειδή, όμως, εφοβόταν μήπως γίνουν αντιληπτοί ως, ύποπτοι, εσύχναζαν και στο καφενείο με τον τίτλο «Ο Αυτοκράτωρ», το οποίο βρισκότανε κοντά στην ορθόδοξη ελληνική εκκλησία του Αγίου Γεωργίου.

Την ίδια εποχή, η Αστυνομία της Αυστρίας συνέλαβε στη Τεργέστη το Ρήγα Φεραίο με τους επτά συντρόφους του. Ανάμεσά τους και ο Δημήτριος Νικολίδης από τη Ζίτσα Ιωαννίνων.

Στο σημείο αυτό πρέπει να γίνει μία διευκρίνιση σχετικά με τον τόπο γεννήσεως του Βηλαρά. Έχει επικρατήσει να λέγεται ότι ο Βηλαράς γεννήθηκε στα Κύθηρα, όπου ο πατέρας του ασκούσε το επάγγελμα του ιατρού. Η αλήθεια αποκαλύπτεται από την έρευνα του Κων. Μέρτζου, ο οποίος ερεύνησε τα Αρχεία της Βενετίας. Ανάμεσα στα άλλα αναφέρει: «…Ο Βηλαράς μαζί με τον επιστήθιο φίλο του Κεφαλλωνίτη Ιω. Κρασσά βρίσκονταν στη Βενετία από τον Ιανουάριο του 1797. Και οι δύο ήταν θερμοί υποστηρικτές των ιδεών της Γαλλικής Επανάστασης και το διακήρυτταν παντού. 

Τους κάλεσε η Αστυνομία για ανάκριση. Ο Κρασσάς εδήλωσε ότι είναι Βενετός υπήκοος γεννηθείς στην Κεφαλληνία. Έτσι γλύτωσε. Ο Βηλαράς τότε σκέφτηκε: Αν δηλώσω τουρκομερίτης, δηλαδή από τα μέρη που κατέχουν οι Τούρκοι (Γιάννινα), θα με καταδικάσουν, όπως έγινε με το Ρήγα. Αυτό του υπέδειξε και ο Κρασσάς. Έτσι, βρήκε το Τσερίγο (Κύθηρα), δηλαδή το μακρινότερο νησί της Επτανήσου που ήταν και υπό την κατοχή των Βενετών να δηλώσει ως τόπο γεννήσεώς του. Ακόμη ήξερε ότι στη Βενετία τότε βρίσκονταν Κεφαλλωνίτες, Κερκυραίοι, Ζακύνθιοι, Γιαννιώτες, αλλά από τα Κύθηρα κανένας. Έτσι, δεν θα μπορούσαν οι ανακριτές να ελέγξουν την αλήθεια της δηλώσεώς του. Έπειτα, τον Μάϊο του ίδιου χρόνου 1797, ο Ναπολέων Βοναπάρτης διέλυσε το κράτος της Βενετίας…

Με τις σκέψεις αυτές, στη δήλωσή του ο Βηλαράς έγραψε: Ιωάννης Βηλαράς του Στεφάνου γεννηθείς στο Τσερίγο (Κύθηρα). Από το γεγονός αυτό επικράτησε να λέγεται (να αναφέρεται) ως τόπος γεννήσεως του Βηλαρά τα Κύθηρα».

Το 1900 ο Σπύρος Λάμπρος ανακάλυψε στη Βενετία το φάκελο της ανακρίσεως του Βηλαρά. Από την ανάγνωση του φακέλου αυτού αποκαλύπτεται η πατριωτική του έξαρση, στις συνομιλίες και στις ενέργειές του. Με την προέλαση, όμως, των στρατευμάτων του Ναπολέοντα και η κατάληψη της Βενετίας το Μάϊο του 1797 (τότε καταλύθηκε το κράτος της Βενετίας), διακόπτεται η ανάκριση και ο Βηλαράς απολύεται.

Στη Βενετία ο Βηλαράς συνδέθηκε με την οικογένεια του Αλεξάνδρου Γεροπάνου του Θεοδώρου, εμπόρου από τα Γιάννινα, ο οποίος ήταν εγκατεστημένος στη Βενετία από το 1767. Στο σπίτι του ο Βηλαράς εγευμάτιζε κάθε μέρα (όπως φαίνεται από την κατάθεση του Γεροπάνου), ζούσε όλη την ημέρα στο σπίτι του, εκτός από τις ώρες που πήγαινε στο καφενείο της Σαλιτσάδας του Αγίου Αντωνίου. Πιστεύεται πως η απόλυσή του οφείλεται και στην κατάθεση του Γεροπάνου. Το 1800 ο Βηλαράς έρχεται στα Γιάννινα και ασκεί το επάγγελμα του ιατρού. Την εποχή εκείνη οι γιατροί αποτελούσαν την τάξη των αρχόντων και των ευγενών. Στο έργο του «Λογιώτατος ταξιδιώτης» ο Βηλαράς γράφει: «Πραμματευτάδες, αρχιερείς, γιατροί, οι λεγόμενοι άρχοντες και ευγενείς και ξεχωριστά το μέγα πλήθος των μαθητάδων στα σχολεία ενθουσιάστηκαν για τη γλώσσα των προπατόρων τους, και ήταν δίκιο να την κληρονομήσουν».

Αν και άρχοντας, άνθρωπος πολυμαθέστατος και σοφός, ποτέ δεν παρουσιάστηκε ο Βηλαράς, όπως οι γιατροί της εποχής του, με ποικιλόχρωμα φορέματα, ομπρέλα, ψηλό καπέλο και με αμάξι. «Ενδεδυμένος απλοϊκήν στολήν με πίλον επί της κεφαλής, περιήρχετο τα Ιωάννινα θεραπεύων πλουσίους και φτωχούς πεζός, όχι επί ίππου με χρυσά εφίππια και χαλινούς ως έτεροι ιατροί και δεν ήτο χρηματολόγος. Τους πτωχούς ηλέει και τους ασθενούντας δεν εφορολόγει».

Ο Αλή Πασάς όταν πληροφορήθηκε για τις ικανότητες του γιατρού Βηλαρά, φρόντισε να τον προσλάβει ως προσωπικό γιατρό του παιδιού του Βελή. Έτσι, από τη θέση του αυτή ήταν υποχρεωμένος ο Βηλαράς να συνοδεύει τον Βελή Πασά στις περιοδείες του, τις εκστρατείες του, στις μεταθέσεις του ως πασά και γνώρισε όλη την Ελλάδα περίπου όπως την Πελοπόννησο, Θεσσαλία και Μακεδονία. 

Έτσι, έμεινε στην Τρίπολη από το 1812 μέχρι το 1815. Στη Λάρισα από το 1815 μέχρι το 1817 και γύρω στο 1819 ξαναγυρίζει στα Γιάννινα ως γιατρός του Βελή πασά και της πόλης. Στη Λάρισα γνωρίζεται με πολλούς λογίους που δημιουργούν τον κύκλο των δημοτικιστών. Ο κύκλος του στα Γιάννινα αποτελείται από τα ζωντανότερα στοιχεία της εποχής του, όπως τον Ιωάννη Κωλέττη, τον Γ. Σακκελαρίου, τον διδάσκαλο του Γένους Αθανάσιο Ψαλίδα και άλλους σημαντικούς των Ιωαννίνων.

Η συντροφιά αυτή των Ιωαννίνων αποτελεί τον πυρήνα που προετοιμάζει την απελευθέρωση του υπόδουλου λαού. Η ανάσταση του Γένους αποτελεί το σκοπό της ζωής τους. «Ο φωτισμός του Γένους είναι ιερό και απαραίτητο χρέος όλων των προκομένων», γράφει ο Βηλαράς στο φίλο του διδάσκαλο του Γένους Αθανάσιο Ψαλίδα.

Η Φιλική Εταιρεία στο μεταξύ έχει μυήσει όλους αυτούς τους πατριωτικούς κύκλους στα Γιάννινα και αποβλέπει σοβαρά σ’ αυτούς. Η σπίθα μόνον αναμένεται. Το 1820 τα σουλτανικά στρατεύματα πολιορκούν τον Αλή Πασά. Η Φιλ. Εταιρεία προσπαθεί να επωφεληθεί απ’ αυτή την ευκαιρία. Οι Σουλιώτες και οι άλλοι οπλαρχηγοί προσπαθούν να παρατείνουν την απασχόληση των εχθρικών δυνάμεων στην Ήπειρο. Η πτώση του Αλή πασά θεωρείται βέβαιη. Τα σουλτανικά στρατεύματα βάζουν φωτιά σε ένα τμήμα των Ιωαννίνων και καταστρέφεται το σπίτι του Βηλαρά.

Η θέση του στην αυλή του δημιουργεί κινδύνους και έτσι το 1820 γυμνός και πεινασμένος κατορθώνει να σωθεί με την οικογένειά του. Στο Ζαγόρι εδρεύρει η κεντρική επαναστατική οργάνωση που διευθύνει τον ηπειρωτικό αγώνα στις παραμονές και στα πρώτα χρόνια του Εικοσιένα. Οι σταυραετοί των ηπειρωτικών βουνών που ήταν μυημένοι στα σχέδια της Φιλ. Εταιρείας φεύγουν για την επαναστατημένη Ελλάδα. 

Εδώ, στο Ζαγόρι συγκεντρώνεται το άφθονο ηπειρωτικό χρήμα και διοχετεύεται, όπου έχει ανάγκη ο αγώνας. Την οργάνωση αυτή καθώς και την «Κάσα των Ιωαννίνων» διευθύνει στο Τσεπέλοβο ο Βηλαράς. Στο πλευρό του Βηλαρά βρίσκεται ο Αθαν. Ψαλλίδας. Συνοδοιπόροι στον αγώνα διαφωτισμού του Γένους, συνοδοιπόροι και στον απελευθερωτικό. Και οι δύο μαζί επεκτείνουν τη δράση, συντονίζουν τις ενέργειες και καταστρώνουν τα σχέδια για να ξεσηκώσουν ολόκληρη την Ήπειρο. (Γ. Βαβαρέτος).

Ο Βηλαράς είναι η ψυχή του αγώνα στην Ήπειρο. Γύρω του μαζεύονται πολλοί αξιόλογοι άνθρωποι, γιατί είναι ο άνθρωπος που ξέρει να γοητεύει, να ενθαρρύνει και να οδηγεί.

Στο μεταξύ, ο Αθαν. Ψαλλίδας είχε φύγει στην Κέρκυρα. Εκεί συνυντάται με την προσωρινήν Επαναστατική Διοίκηση. Απευθύνει υπόμνημα «προς την γενναιοτάτην βουλήν και τον εκ λαμπρότατον πρίγκιπα του Ελληνικού Γένους Αλέξανδρον Μαυροκορδάτον», το 1822, στο οποίο μεταξύ των άλλων γράφει: «…Δεν έλειψε με το ίδιο μέσον και άλλος φιλογενής Ηπειρώτης ο Ιωάννης Βηλαράς, να στείλει αναφοράν προς τον εκλαμπρότατον πρίγκιπα διά μίαν κάσσαν των Ιωαννίνων. Αυτή κατά δυστυχίαν εκάη και δεν ηξεύρομεν τι απόγινε… Αγροκοικηθήκαμεν με τον ίδιον Βηλαράν, ο οποίος ευρίσκεται εις τα χωριά των Ιωαννίνων Ζαγόρια, κατά την απόφαση όπου εκάμαμεν να ενεργεί αυτός εκεί και εγώ από εδώ από τους Κορφούς».

Από το υπόμνημα αυτό φαίνεται ότι νωρίτερα από τον Ψαλλίδα ο Βηλαράς έστειλε υπόμνημα στον Αλεξ. Μαυροκορδάτο για τις πατριωτικές του ενέργειες στην Ήπειρο. Τον ίδιο καιρό στέλνονται στο Μεσολόγγι για να συναντήσουν τον Μαυροκορδάτο ο γιός του Βηλαρά, Στέφανος και ο γιός του Ψαλλίδα, Πέτρος. 

Και ο Ιω. Βηλαράς και ο Αθαν. Ψαλλίδας ζητούσαν να εφοδιαστούν από τον Μαυροκορδάτο με εξουσιοδότηση για να μπορούν να κινούνται στην Ήπειρο σαν επίσημοι εκπρόσωποι της Επαναστατικής Κυβέρνησης. Το σχέδιό τους ήταν να ξεσηκωθούν στον αγώνα οι Παρακαλαμίτες, δηλαδή, οι κάτοικοι από τις δύο πλευρές του ποταμού Καλαμά σε όλη την έκταση, να ενωθούν με τους Σουλιώτες και τα χωριά της Κόνιτσας και από εκεί να φθάσουν στο Αργυρόκαστρο.

Σε μια επιστολή του που έστειλε στο γιο του Στέφανο από το Τσεπέλοβο αποκαλύπτεται ο αδαμάντινος χαρακτήρας του Βηλαρά. Εκεί, αποκαλύπτεται ο πατέρας και ο πατριώτης Βηλαράς.