Η μόρφωση της Ελληνίδας πριν και μετά το 1821!

on .

Σε αντίθεση με την εκπαίδευση των αρρένων η οποία, έστω και λειψή στην αρχή, πρόσφερε τα φώτα της κατά τη διάρκεια της τουρκοκρατίας, η εκπαίδευση των θηλέων σε όλες σχεδόν τις Τουρκοκρατούμενες περιοχές άργησε να έλθει και αυτό γιατί η τουρκοκρατία ήταν αντίθετη με τη μόρφωση των θηλέων. Οι κοινωνικές αντιλήψεις εκείνης της εποχής ήθελαν τη γυναίκα να εξαντλεί τις δραστηριότητές της στο σπίτι και δεν επέτρεπαν μια τέτοια πολυτέλεια σε ευρεία κλίμακα. Μόνον οι κορασίδες των πλούσιων οικογενειών αποκτούσαν κάποια μόρφωση, με διδασκαλία στο σπίτι από οικοδιδασκάλους. Αυτό συνέβαινε στην Κωνσταντινούπολη με τις θυγατέρες των Φαναριωτών, οι οποίοι ήταν οι κύριοι φορείς του ελληνικού πνεύματος μέσα στην πνευματική νύχτα της σκλαβιάς και ήταν επόμενο να φροντίσουν και για τη μόρφωση των θηλέων μελών των οικογενειών τους.

Παρόμοια φροντίδα καταβλήθηκε και στις Παραδουνάβιες Ηγεμονίες, όπου, κατά τα χρόνια της τουρκοκρατίας είχαν καταφύγει φωτισμένοι Ηπειρώτες έμποροι και άνθρωποι του πνεύματος. Αυτοί με βάση την καλλιέργεια της Παιδείας αγωνίστηκαν να ανυψώσουν το επίπεδο της κοινωνικής ζωής και γρήγορα διαπίστωσαν πως δεν υπάρχει ουσιαστική κοινωνική οργάνωση και πρόοδος, χωρίς τη μόρφωση των γυναικών.

Σ’ αυτήν την καθαρά εθνική υπόθεση συνέβαλαν και γυναίκες φεμινίστριες, ανάμεσα στις οποίες σύζυγοι και θυγατέρες των ηγεμόνων της Βλαχιάς στο Βουκουρέστι, οι οποίες διαποτίστηκαν από το διαφωτιστικό πνεύμα της εποχής, κύριος φορέας του οποίου υπήρξε ο Απόδημος Ελληνισμός, απέκτησαν ανάλογη μόρφωση και απέβησαν βασικοί συντελεστές της κοινωνικής και πνευματικής ζωής του Βουκουρεστίου.

Χαρακτηριστικό παράδειγμα Ελληνίδας φεμινίστριας στο Βουκουρέστι υπήρξε η προσωπικότητα της Ελισάβετ Καστρισόγια η οποία, με το πλούσιο φιλανθρωπικό της έργο στην Ελλάδα και στη Ρουμανία, αποτέλεσε το χρυσό κρίκο στην αλυσίδα των ευεργεσιών των συμπατριωτών της με πολύτιμες υπηρεσίες και στις δυό χώρες. Είναι γνωστά τα Ελισαβέτεια Παρθεναγωγεία στα Γιάννινα τα οποία λειτούργησαν ήδη από την εποχή της τουρκοκρατίας, μαζί με άλλα λαμπρά πνευματικά ιδρύματα, δημιουργήματα, κατά κανόνα, των απόδημων Ηπειρωτών, που ανέδειξαν την πόλη μας ως την πνευματική πρωτεύουσα της Ελλάδας και κύριο φορέα της Νεοελληνικής Αναγέννησης.

Στα χρόνια της Επανάστασης, το πρόβλημα της μόρφωσης των νεανίδων απασχόλησε τις Εθνοσυνελεύσεις, χωρίς αποτέλεσμα όμως. Επί Καποδίστρια ιδρύθηκαν αρκετά αλληλοδιδακτικά σχολεία στα οποία όμως η προσέλευση των νεανίδων ήταν αρκετά περιορισμένη. Αναζητώντας τρόπους «για το φωτισμό των δυστυχισμένων Ελλήνων» ο Καποδίστριας ξεκίνησε αυτήν την προσπάθειά του με την ίδρυση του «Κεντρικού Σχολείου» στην Αίγινα, με σκοπό τη μόρφωση των δασκάλων. Κατά τα εγκαίνιά του δε δόθηκε η διαβεβαίωση προς τους νέους της Ελλάδας πως «και αι αδελφαί υμών δεν θέλουσιν εγκαταλειφθή εις την αμορφίαν της αμαθίας και θέλουσιν απολαύσει την πρέπουσαν εις το γυναικείον φύλον εκπαίδευσιν». Η στυγερή δολοφονία του όμως σταμάτησε, ευτυχώς προς το παρόν, και αυτό το εθνοσωτήριο έργο του.

Ο σπόρος που έσπειρε δεν άργησε να φυτρώσει. Το μήνυμά του το πήραν τρεις φωτισμένοι άνθρωποι, ο Γεώργιος Γεννάδιος, ο Ιωάννης Κοκκίνης και ο Μισαήλ Αποστολίδης, οι οποίοι, το 1837.

Ίδρυσαν στην Αθήνα τη Φιλεκπαιδευτική Εταιρεία και μαζί μ’ αυτήν, ξεκινώντας από την κοινά παραδεκτή αντίληψη ότι «η εκπαίδευση της γυναίκας είναι, σε τελευταία ανάλυση, εκπαίδευση του λαού», συνέλαβαν την ιδέα να ιδρύσουν ένα μεγάλο γυναικείο Διδασκαλείο για τη μόρφωση των Ελληνίδων σε όλα τα μέρη του απανταχού Ελληνισμού.

Σ’ αυτήν ακριβώς την κρίσιμη για το Έθνος μας στιγμή εμφανίστηκε, ως από μηχανής Θεός, ο μεγάλος Βορειοηπειρώτης Εθνικός Ευεργέτης Απόστολος Αρσάκης ο οποίος είχε αναδειχθεί, με τη δράση του και την προσφορά του, μια από τις πιο αξιόλογες προσωπικότητες της Ρουμανίας. Είχε ενστερνισθεί τα κηρύγματα του φεμινιστικού κινήματος στο Βουκουρέστι, κάτω από ένα τραγικό γεγονός το οποίο συγκλόνισε τον ίδιο και την οικογένειά του: Ο γιος του Γεώργιος φοιτητής στη Βιέννη γνώρισε και ερωτεύθηκε μια εβραιοπούλα συμφοιτήτριά του και οι δυο νέοι αποφάσισαν να έλθουν εις γάμου κοινωνίαν. Αντιτάχθηκαν όμως στην απόφασή τους και οι δυο οικογένειες, προφανώς επηρεασμένοι από τις θρησκευτικές προκαταλήψεις της εποχής, με τραγική συνέπεια οι δυο νέοι να οδηγηθούν στην αυτοκτονία. 

Για να αποκαταστήσει λοιπόν την αδικία που έγινε σε βάρος των δυο νέων - σήμερα οι μορφές τους βρίσκονται στο εσωτερικό του Ναού τον οποίο προς τιμή τους ίδρυσε ο Αρσάκης στην πόλη VEDEA της Ρουμανίας-γνωστής και ως «χωριό του Αρσάκη»-πήρε την απόφαση να ιδρύσει στην Αθήνα, μέσω της Φιλεκπαιδευτικής Εταιρείας, το Ανώτερο Αρσάκειο Παρθεναγωγείο το οποίο, με τις γνωστές Αρσακειάδες του, «διά της μορφώσεως του γυναικείου φύλου διέχεε τα φώτα της Παιδείας απ’ άκρου εις άκρον της Ανατολής και διέπλαθε την νέαν γενεάν της πατρίδος μας».

Στα ίδια χνάρια με τον Αρσάκη θα βαδίσει στη συνέχεια ο άλλος μεγάλος Βορειοηπειρώτης Κωνσταντίνος Ζάππας ο οποίος και ως εκτελεστής του εξαδέλφου του Ευάγγελου Ζάππα, ίδρυσε στην Κωνσταντινούπολη και στην Αδριανούπολη τα Ανώτερα Ζάππεια Παρθεναγωγεία με τα οποία επεκτάθηκε η μόρφωση των Ελληνίδων σε όλα τα μέρη όπου ζούσε και δραστηριοποιούνταν ο απανταχού Ελληνισμός. Ταυτόχρονα δε απέβησαν τα φυτώρια μέσα από τα οποία ξεφύτρωσε και φούντωσε το φεμινιστικό κίνημα το οποίο αγωνίστηκε και πέτυχε να πάρει η γυναίκα στην εκπαίδευση και στην κοινωνία τη θέση που κατέχει σήμερα, με χαρακτηριστικό παράδειγμα την Αρσακειάδα Κατερίνα Σακελλαροπούλου, σημερινή Πρόεδρο της Δημοκρατίας.

Συμβολισμό σ’ αυτόν τον αγώνα με αφορμή τα διακόσια χρόνια από την Επανάσταση του 21, η γνωστή εκπαιδευτικός, ποιήτρια και ζωγράφος, Ελευθερία Τζιάλλα, δημιούργησε το ζωγραφικό πίνακα- που παρατίθεται πιο πάνω- με τον τίτλο «Το κορίτσι των Γραμμάτων τον 19ο αιώνα», θέλοντας να αναδείξει τη συμβολή της Παιδείας στη μόρφωση των νεανίδων και το ρόλο της στην άνοδο του επιπέδου της κοινωνικής ζωής.